Γράφει ο Ιωάννης Γεωργίου Σαρίδης*
Αναφέρομαι σε εκείνο το μέλος της οικογένειας που πηγαίνει υπομονετικά στην εκκλησία με σεβασμό, πίστη και ελπίδα, που εξακολουθεί να νηστεύει και που ασυνείδητα μπροστά του/της αποφεύγουμε να βρίζουμε, που μας αποχαιρετά πάντα λέγοντας: ‘στην ευχή του Θεού και της Παναγίας’, που φροντίζει και ανάβει -όποτε μπορεί- τα καντηλάκια, μεριμνά να έχουν λάδι και αφήνει φρέσκα λουλούδια στους τάφους των συγγενών, που κάνει το σταυρό της/του και προσεύχεται κάθε βράδυ ειλικρινά για τους πάντες και τα πάντα -από τον τελευταίο λευκό ρινόκερο που πέθανε πρόσφατα και μαζί του χάθηκε άλλο ένα είδος ζωής, μέχρι και όλους όσους φταίμε, που αφήσαμε και έγινε αυτό. Αυτά τα μέλη των ελληνικών οικογενειών είναι πολλά και φρόντισαν φέτος το Πάσχα να ανάψουν εκατομμύρια κεράκια στις ελληνικές εκκλησίες σε κάθε άκρη της επικράτειας, για την ασφαλή επιστροφή του Λοχία Κούκλατζη και του Ανθυπολοχαγού Μητρετώδη.
Πολύ περισσότερα δε από τα κεράκια που άναψαν και κάηκαν είναι τα κρασοπότηρα που υψώθηκαν και άδειασαν στην υγειά τους σε κάθε ελληνικό πασχαλιάτικο τραπέζι. Και υψώθηκαν με την ευχή να γυρίσουν γρήγορα τα παιδιά και με το καλό, πίσω στις μανάδες τους και στα σπίτια τους. Ακόμη περισσότερες -και από τα κεριά και τα ποτήρια- είναι οι λέξεις που γράφτηκαν, ειπώθηκαν και εννοήθηκαν για το ζήτημα αυτό. Αμέτρητο το φτηνό, ιντερνετικό μελάνι που χύθηκε αναλύοντας το τί έγινε, τί γίνεται και το τί θα γίνει με τους δύο έλληνες αξιωματικούς, που κρατούνται παράνομα στις τουρκικές φυλακές. Και τελικά, συντριπτικά περισσότερες είναι οι διαφορετικές γνώμες των Ελλήνων για το τί ακριβώς πρέπει να πράξουμε ως Ελληνική Δημοκρατία για να τους πάρουμε πίσω.
Το πώς όμως πάνω κάτω πρέπει να απαντήσουμε στον Ερντογάν και το πως πρέπει να σταθούμε απέναντι στην τουρκική απειλή αποτελεί πια ήδη εδώ και πολύ καιρό θέμα έντονων συζητήσεων ανάμεσα μας και σιγά – σιγά, με αφορμή μάλιστα και την συνεχιζόμενη κράτηση του Δημήτρη και του Άγγελου, μοιάζει να οδηγούμαστε κάπου και να καταλήγουμε σε ένα ομόφωνο συμπέρασμα, μια κοινή διαπίστωση με την οποία να συμφωνούμε σχεδόν όλοι και όλες. Η Ελλάδα δεν θέλει πόλεμο αλλά η Τουρκία θέλει. Αυτό συμβαίνει. Αυτή είναι και η μοναδική λογική εξήγηση για την παρατεταμένη παράνομη κράτηση των δύο ελλήνων στρατιωτικών στις τουρκικές φυλακές. Και ο λόγος που η Τουρκία θέλει πόλεμο είναι γνωστός: το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο του Αιγαίου και της Κύπρου.
Είναι αλήθεια πως για να αποφύγουμε μέχρι σήμερα τον πόλεμο με την Τουρκία συνεχίζουμε να ανεχόμαστε τα κατοχικά στρατεύματα στην Κύπρο, υποχωρούμε και διαπραγματευόμαστε σύνθετη ονομασία με τα Σκόπια, στηρίζουμε έμπρακτα την ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας παρά τις προσβολές που κατά καιρούς ξεστομίζει χωρίς να σκέφτεται, αντιμετωπίζουμε προσεκτικά τη δράση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών στα Βαλκάνια, πληρώνουμε -παρά την οικονομική κρίση που μας δέρνει- για την εκτέλεση πολύ ακριβών εξοπλιστικών προγραμμάτων, αποσιωπήσαμε αλήθειες σχετικά με τους εν ώρα υπηρεσίας νεκρούς μας και κάναμε πολλές υποχωρήσεις. Η στάση που κρατήσαμε δεν είχε θεμέλιο τον φόβο αλλά την λογική. Όσο λογικοί όμως και να είμαστε εμείς, ο Ερντογάν έχει -αποδεδειγμένα πια- επιλέξει συνειδητά τον δρόμο του οθωμανικού παραλογισμού. Αυτό δεν χρειάζεται να μας το πει κανένας. Το βλέπουν και το διαπιστώνουν εύκολα όλοι και όλες. Ο καλύτερος τρόπος -κατά τη γνώμη μου- για να περάσουμε τον χρόνο μας περιμένοντας τους Τούρκους να μας κηρύξουν τον πόλεμο, δεν μπορεί να είναι άλλος από το να προετοιμαζόμαστε σε κάθε επίπεδο για εκείνη την ημέρα.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Η ευθύνη μάλιστα της προετοιμασίας για εκείνη την ημέρα δεν έχει κομματική ταυτότητα, ιδεολογική προσέγγιση ή οποιουδήποτε είδους διαβάθμιση. Πρόκειται για μια καθολική ευθύνη, από αυτές που μοιραζόμαστε ως πολίτες ενός ανεξάρτητου δημοκρατικού κράτους, ως ελεύθερο έθνος, ως αδέσμευτος λαός, ως Έλληνες. Την μοιραζόμαστε όλοι αυτή την ευθύνη καθώς την κουβεντιάζουμε στο πασχαλιάτικο τραπέζι μας. Γιατί ξέρουμε πολύ καλά, πως ο πόλεμος δεν κάνει διακρίσεις, δεν αφορά λίγους, δεν αγγίζει μόνο τους μερικούς. Ο πόλεμος είναι φριχτός για όλους. Και δυστυχώς, αντίθετα με το ταγκό, αρκεί να τον θέλει ο ένας…
Μέχρι τη μέρα λοιπόν, που θα ξυπνήσουμε από τις σειρήνες και θα πληροφορηθούμε ως έθνος, με έκτακτο ανακοινωθέν, πως για ακόμη μια φορά “αι ελληνικαί ένοπλαι δυνάμεις αμύνωνται του πατρίου εδάφους” θα συνεχίσουμε να τιμούμε αυτά τα χώματα, υπηρετώντας τη Λογική, που γεννήθηκε άλλωστε σε αυτά. Οι Έλληνες πολίτες δεν έχουν σουλτάνο. Επέλεξαν να δίνουν κάθε τέσσερα χρόνια τη δύναμη σε 300 ανάμεσα τους για να τους κυβερνούν. Στα μόνα θέματα που εξορισμού δέχονται πως δεν μπορεί να δημοσιοποιούνται τα πάντα είναι τα ζητήματα εθνικής ασφαλείας. Δείχνει εμπιστοσύνη ο ελληνικός λαός στη Βουλή να αναλαμβάνει να παίρνει εκείνη τις τελικές αποφάσεις γνωρίζοντας εκείνη αυτά που καλώς δεν λέγονται δημοσίως.
Ως μέλος λοιπόν της αρμόδιας διαρκούς επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων περί Εξωτερικών Υποθέσεων και Εθνικής Άμυνας, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής και έπειτα από την επίσημη ενημέρωση του υπουργού Εξωτερικών κύριου Κοτζιά προς τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων στην οποία ήμουν παρών ως αρμόδιος τομεάρχης, νιώθω περήφανος για τα όσα μαθαίνω πως συζητιούνται και προτείνονται αυτές τις άγιες μέρες στα πασχαλιάτικά τραπέζια των Ελλήνων. Συλλαλητήρια για τους Κούκλατζη και Μητρετώδη, συναυλίες υπέρ της Παγκόσμιας Ειρήνης, πορείες διαμαρτυρίας στις ξένες πρεσβείες, συγκέντρωση υπογραφών με αίτημα την επιβολή οικονομικών κυρώσεων στην Τουρκία και πολλά άλλα. Όλα λέγονται και ακούγονται ανάμεσα σε όσες και όσους ψάχνουν μια σοβαρή απάντηση στο τί μπορούν να κάνουν ως ευρωπαίοι, φιλειρηνικοί, δημοκράτες, ενεργοί πολίτες αντιδρώντας σε όσα βλέπουν να συμβαίνουν στη γειτονιά τους, στα σύνορα τους, δίπλα τους. Όλα σηκώνουνε ελληνική συζήτηση και όλα χωράνε στο φιλόξενο πασχαλιάτικο τραπέζι του Έλληνα, που δεν έχει χάσει ούτε την πίστη του, ούτε το κουράγιο του -και φυσικά- ούτε την κοφτερή ματιά του.
Όλα τα μέλη της οικογένειας που κάθονται στο τραπέζι πρότειναν αυτό που θεωρούν σωστό. Προσευχήθηκαν, ευχήθηκαν, διαμαρτυρήθηκαν. Και ξαφνικά σηκώνεται κάποιος/α και λέει: “Εγώ κανόνισα να πάω να δώσω αίμα. Ούτως ή άλλως αυτά που κληρονομήσαμε, με αίμα τα διατήρησαν οι πρόγονοι μας και με αίμα θα κληθούμε να τα υπερασπιστούμε. Είναι ντροπή να λέμε πως είμαστε σε ετοιμότητα και τα νοσοκομεία μας να μην έχουν αίμα. Θα πάω να δώσω αίμα. Και αν με ρωτήσουν για ποιόν θα πώ: Για τον Κούκλατζη και τον Μητρετώδη.”
Καλό Πάσχα σε όλες και όλους!
*Ο Ιωάννης Γεωργίου Σαρίδης είναι βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης με την Ένωση Κεντρώων
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]