Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Η υπόθεση Siemens, που αφορά 64 κατηγορουμένους και πολλές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ ζημιά για το ελληνικό κράτος, εξακολουθεί να σέρνεται από αναβολή σε αναβολή, ακόμα και σε παραγραφές αδικημάτων όπως αυτό της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα για τους μισούς από τους κατηγορουμένους(!), και ένας από τους λόγους είναι ότι δεν υπάρχουν μεταφραστές και διερμηνείς.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
Το πρόβλημα δεν είναι καινούργιο, λαμβάνει όμως άλλες διαστάσεις σε τόσο μείζονες υποθέσεις. Δικηγόροι που ζουν καθημερινά ανάλογες καταστάσεις στις αίθουσες των δικαστηρίων περιγράφουν στιγμές σχεδόν τριτοκοσμικές, με προέδρους δικαστηρίων να αναζητούν διερμηνείς ανάμεσα στους πολίτες που παρακολουθούν τη δίκη! Κάτι αντίστοιχο έγινε και κατά τη χθεσινή ακροαματική διαδικασία, κατά τη διάρκεια της οποίας ο πρόεδρος αναζήτησε στο ακροατήριο αν υπάρχει κάποιος που να γνωρίζει τη γαλλική γλώσσα. Σύμφωνα μάλιστα με το δικαστικό ρεπορτάζ, το βούλευμα δεν έχει μεταφραστεί στη γαλλική και τη γερμανική, δηλαδή στις μητρικές γλώσσες 16 εκ των κατηγορουμένων, κάτι που απειλεί το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.
Το υψηλό κόστος μετάφρασης των χιλιάδων σελίδων της υπόθεσης, που υπολογίζεται σε περίπου 90.000 ευρώ, δεν αφορά φυσικά μόνο αυτή τη δίκη. Πρόσφατη είναι η έκθεση της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) που δημοσιεύθηκε στις αρχές του χρόνου και σύμφωνα με την οποία, παρά τις νομοθετικές πρωτοβουλίες για το θέμα, εξακολουθούν να υφίστανται σοβαρά προβλήματα, όπως ότι συνήθως δεν μεταφράζονται το ένταλμα σύλληψης, το κλητήριο θέσπισμα, τα παραπεμπτικό βούλευμα ή η κλήση προς εμφάνιση. Η συνήθης πρακτική, σύμφωνα με την ΕΕΔΑ, είναι να διερμηνεύονται και όχι να μεταφράζονται τα έγραφα αυτά και μάλιστα όχι από διερμηνέα αλλά από το δικηγόρο των κατηγορουμένων.
Στην περίπτωση της δικαστικής διερεύνησης του σκανδάλου Siemens μπορεί όλα αυτά να μοιάζουν σε κάποιους ως «δικηγορίστικα τερτίπια» ή υπερβολικές νομικές επιταγές, ωστόσο δεν είναι έτσι. Οτιδήποτε συμβάλλει στην καθυστέρηση απονομής Δικαιοσύνης -από την έλλειψη ικανής αίθουσας και διερμηνέων και μεταφραστών μέχρι την αποχή των δικηγόρων- πρέπει να αντιμετωπίζεται άμεσα και αποτελεσματικά. Σε μια χώρα που οι πολίτες της σφαδάζουν κάτω από το βάρος των μνημονιακών περικοπών, ας υπάρξει τουλάχιστον η παραδειγματική τιμωρία όσων διασπάθισαν δημόσιο χρήμα. Αλλά τιμωρία χωρίς δίκαιη δίκη δεν νοείται.