Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Ομως, η συντονισμένη πίεση ΗΠΑ-Ε.Ε. (διά στόματος Μακρόν η Γαλλία προχώρησε στο γερμανικό δόγμα περί ανάγκης να ανακοπεί η κινεζική διείσδυση στην Ευρώπη) έφερε εξ αντικειμένου πιο κοντά Ρωσία και Κίνα. Το πράγμα είναι απλό: Οι Ρώσοι χρειάζονται λεφτά επειδή μειώθηκαν τα έσοδά τους από το πετρέλαιο και από το αμερικανο-ευρωπαϊκό εμπάργκο, ενώ οι Κινέζοι διψούν για πρώτες ύλες και ενέργεια, που προμηθεύονται από πιστά μεν, πλην ασταθή καθεστώτα σε Αφρική και Λατινική Αμερική (Βενεζουέλα, Ισημερινός κ.λπ.).
Ηταν λοιπόν θέμα χρόνου να συναφθεί ένας γάμος συμφέροντος Μόσχας-Πεκίνου, με προοπτικές που τρομάζουν τη Δύση.
Αυτό το μήνα ο κινεζικός ενεργειακός κολοσσός CEFC αγόρασε έναντι 9,1 δισ. δολαρίων το 15% της ρωσικής Rosneft. Η συμφωνία εξασφαλίζει στους Κινέζους πρόσβαση σε πετρελαιοπηγές της Ανατολικής Σιβηρίας κοντά στα σύνορά τους και από την άλλη φέρνει στη Ρωσία τις πολυπόθητες επενδύσεις που της στέρησαν οι δυτικές κυρώσεις. Ο γάμος CEFC-Rosneft ήταν το κερασάκι σε μια τούρτα με πλούσια υλικά. Τον Μάιο και τον Ιούνιο κινεζικά κονσόρτσιουμ συμφώνησαν να επενδύσουν αρκετά δισ. στα μεγαλύτερα ρωσικά χρυσωρυχεία και σε πετρελαιοπηγές της Ανατολικής Σιβηρίας. Μετά την επίσκεψη του Σι Τζινπίνγκ στη Μόσχα, η Κινεζική Αναπτυξιακή Τράπεζα ανακοίνωσε επενδυτικό δάνειο 11 δισ. δολαρίων στη Ρωσία, πέρα από τη δημιουργία ενός κοινού fund για υποδομές, τουρισμό και υγεία. Κορωνίδα της συνεργασίας το mega-πρότζεκτ του αγωγού Power of Siberia, που θα μεταφέρει αέριο αξίας 400 δισ. δολαρίων στην Κίνα ως το 2050.
Για τις ΗΠΑ θα συνιστά casus belli αν οι δύο χώρες αντικαταστήσουν στις συναλλαγές τους το δολάριο με τα εθνικά νομίσματα, αγοράζοντας π.χ. το ρωσικό πετρέλαιο με γουάν ανταλλάξιμο σε χρυσό.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου