Γράφει ο Γιάννης Τσαπρούνης*
ΑΣ γυρίσουμε, όμως, για λίγο πίσω στο 2015. Ο Αλέξης Τσίπρας, ο τότε υπουργός εργασίας Πάνος Σκουρλέτης και όλα τα κορυφαία στελέχη του… επαναστατικού τότε ΣΥΡΙΖΑ έλεγαν πως είχαν βρει τη λύση για τον ιδιωτικό τομέα. Υπόσχονταν πως με ένα νόμο θα αύξαναν τον κατώτατο μισθό από τα 586 ευρώ στα 751 ευρώ και ότι μετά όλα θα δούλευαν… ρολόι. Στα χρόνια της πρώτης φοράς Αριστεράς σχεδόν ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι έχουν μηνιαίες αποδοχές από 300 έως 400 ευρώ. Οι ελαστικές μορφές εργασίας κυριαρχούν των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης στις αναγγελίες προσλήψεων. Η ανεργία μπορεί να μειώνεται στους αριθμούς, αλλά στην πραγματικότητα η συντριπτική πλειοψηφία των νεοπροσληφθέντων πληρώνεται με μισθούς αντίστοιχους του επιδόματος ανεργίας.
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ Εργασίας υπόσχεται να δημιουργήσει μια ασπίδα προστασίας στους εργαζόμενους με το νομοσχέδιο που θα ψηφίσει. Το πρόβλημα που αρνείται, όμως, να δει η κυβέρνηση είναι η εικόνα της πραγματικής οικονομίας. Τα λουκέτα συνεχίζουν να πέφτουν βροχή και χιλιάδες μικροί επαγγελματίες – επιχειρηματίες βρίσκονται αντιμέτωποι με τεράστια χρέη προς Δημόσιο και τράπεζες. Η απληρωσιά έχει γίνει καθεστώς σε χιλιάδες επιχειρήσεις που προσπαθούν να επιβιώσουν. Είναι όλοι αυτοί πλούσιοι και απλά πτωχεύουν τις εταιρίες τους; Προφανώς και όχι, αλλά σίγουρα υπάρχουν πολλοί που εκμεταλλεύονται το μνημονιακό τοπίο, ενώ έχουν γεμάτες τσέπες! Και θα πρέπει να πληρώσουν, αντί να πετούν ανθρώπους στο δρόμο.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ όμως ούτε με αυτό τον τρόπο θα λυθεί. Οταν η πραγματική οικονομία βρίσκεται ακόμη σε καθοδική τροχιά και η ανταγωνιστικότητα των μισθών φθίνει, δυστυχώς δεν θα «διορθωθεί» τίποτα στην αγορά εργασίας. Το ζήτημα είναι πως ο ιδιωτικός τομέας θα ξεφύγει από τους μισθούς των 360 ευρώ και τις ελαστικές σχέσεις εργασίας. Για να συμβεί αυτό, πρέπει πρώτα η αβεβαιότητα στο πολιτικο-οικονομικό σκηνικό να γίνει βεβαιότητα και να υπάρξει μια κυβέρνηση φιλική προς επενδύσεις ξένες και εγχώριες, γιατί μόνο οι αποκρατικοποιήσεις δεν αρκούν. Η χώρα μπαίνει στη διαδικασία μιας τρίτης αξιολόγησης, που κανείς και πάλι δεν γνωρίζει πότε θα ολοκληρωθεί και πού ακριβώς θα οδηγήσει. Η κυβέρνηση επιμένει ιδεοληπτικά στην υπερφορολόγηση και αρνείται να περικόψει δημόσιες δαπάνες για να δώσει μια ανάσα στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Ενώ συνεχίζει να μπλοκάρει μεγάλες επενδύσεις που θα αποκτούσαν και συμβολικό χαρακτήρα, όπως το Ελληνικό.
ΟΤΑΝ η χώρα ξεφύγει από αυτές τις αγκυλώσεις, η πραγματική οικονομία θα αρχίσει να τρέχει και τότε σταδιακά οι αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα θα αρχίσουν να αυξάνονται. Τα χρήματα στην αγορά δεν πέφτουν με ψήφιση νομοσχεδίων. Χρειάζεται δημιουργία ρεαλιστικής προοπτικής για ανάκαμψη. Και βέβαια το πρόβλημα της ανεργίας και του brain drain δεν λύνεται με τις αστείες παροχολογίες του πρωθυπουργού για προσλήψεις στο Δημόσιο. Οι σχεδόν 400.000 νέοι επιστήμονες που μετανάστευσαν λόγω Μνημονίου δεν θα επιστρέψουν για να εργαστούν σε ένα υδροκέφαλο, αναξιοκρατικό και μη παραγωγικό Δημόσιο. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει καταλάβει πως έφυγαν για να δουλέψουν σε χώρες όπου η αξιολόγηση και η αριστεία παίζουν τον σημαντικότερο ρόλο…
* Ο Γιάννης Τσαπρούνης είναι διευθυντής σύνταξης του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου