Γράφει η *Δέσποινα Κονταράκη
Και αν φαντάζει αδόκιμο να μιλούμε για γιορτή στα αποκαλυπτήρια ενός μνημείου αφιερωμένου σε νεκρούς, ας μας επιτραπεί ο χαρακτηρισμός, αφού το μεγάλο μήνυμα πίσω από όλο αυτό το σκηνικό ήταν, υποτίθεται, ο αγώνας. Ο αγώνας όχι μόνο των «23 ανθρώπων (εργαζομένων της ΕΡΤ και αλληλέγγυων) που στη διάρκεια της διετίας 2013 – 2015 έφυγαν από τη ζωή, από αιτίες που συνδέονταν άμεσα ή έμμεσα με το κλείσιμό της», όπως έγραφε και η ανακοίνωση, αλλά και των ζωντανών που συνεχίζουν να μάχονται -και να εργάζονται- στο Ραδιομέγαρο της ΕΡΤ.
ΤΟ «ΜΑΥΡΟ» στη δημόσια Ραδιοτηλεόραση έχει τόσο πολύ συζητηθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια, που το μόνο θέμα που μπορεί να συγκριθεί μαζί του είναι η ανάλυση των Μνημονίων. Η απόφαση της κυβέρνησης Σαμαρά να κλείσει με διαδικασία «ξαφνικού θανάτου» την ΕΡΤ βρήκε αντίθετο το σύνολο του δημοσιογραφικού κόσμου της χώρας και μεγάλο μέρος της κοινωνίας, κυρίως για τον τρόπο με τον οποίο έγινε. Το ότι ακολούθησε η ΝΕΡΙΤ δεν ήταν αρκετά ικανοποιητικό για όσους ήθελαν την παλιά, καλή/κακή ΕΡΤ. Η κυβέρνηση Τσίπρα τούς την έδωσε πίσω με διαδικασίες «θαυματουργής ανάστασης». Ισως, μάλιστα, να ήταν και η μοναδική προεκλογική δέσμευση που τήρησε, έτσι ώστε να μπορεί να ρωτά με ύφος τους δημοσιογράφους των «συστημικών» Μέσων: «Εσείς πού ήσασταν όταν έκλεισε η ΕΡΤ;».
ΚΑΙ ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ έπειτα από δύο χρόνια στο «σκάσε» που έσκισε τον αέρα της Αγίας Παρασκευής και κόντεψε σχεδόν να σκεπάσει τις επόμενες υπερβολές που ακούστηκαν: «Στα κάγκελα της ΕΡΤ δεν μπήκε το τανκ και κανένας Ντερτιλής δεν δολοφόνησε τον Διομήδη Κομνηνό και τα άλλα παιδιά την επομένη του Πολυτεχνείου. Στην ΕΡΤ μπήκε, όμως, το τανκ της ανεργίας και της ανασφάλειας, και αυτή η ανασφάλεια και αυτή η ανεργία είναι που έστειλαν τους ανθρώπους στον άλλο κόσμο».
Μένει ώσπου να φύγει…
Η ΑΝΑΦΟΡΑ στο Πολυτεχνείο και η σύγκριση του αγώνα κατά της χούντας με την ΕΡΤ το μόνο που δείχνουν είναι ότι έχει χαθεί κάθε αίσθηση του μέτρου, κάθε έννοια κοινής λογικής. Και όταν αυτό γίνεται όχι από κάποιο συνδικαλιστή που εν θερμώ μεγαλοποιεί τα πράγματα, αλλά από τον πρόεδρο -και διευθύνοντα σύμβουλο πλέον- ενός δημόσιου οργανισμού, τότε τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Ο Διονύσης Τσακνής, βέβαια, ήταν πάντα οργισμένος και πολύ αριστερός. Τόσο αριστερός που απορείς τι κάνει με τον ΣΥΡΙΖΑ και, ακόμα περισσότερο, τι κάνει στην ΕΡΤ.
«ΕΙΜΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ του ευρώ, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο σύνολό της», έλεγε σε συνέντευξή του στην «Ελευθεροτυπία», πριν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει εξουσία. Μάλιστα, ξεκαθάριζε πως δεν προσδοκούσε και πολλά από την Κουμουνδούρου, εκτός και αν επέλεγε τη σύγκρουση. «Δεν καταλαβαίνω, για παράδειγμα, γιατί ο κ. Μηλιός ή ο κ. Σταθάκης έχουν δυνατότητες διαπραγμάτευσης, καλύτερες από αυτές του κ. Στουρνάρα ή όποιου άλλου σημερινού κυβερνητικού στελέχους. Με το δήμιό σου δεν διαπραγματεύεσαι. Οχι γιατί δεν το θες εσύ, αλλά αυτός. Επομένως, δεν είναι θέμα διαπραγμάτευσης, αλλά αλλαγής πορείας 180 μοιρών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται».
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ, λοιπόν, που προκύπτει είναι γιατί είπε στην κ. Μακρή να βγάλει το σκασμό, αφού στην ουσία αυτά που έλεγε η πρώην βουλευτής ανήκουν στην ίδια σχολή από την οποία αποφοίτησαν όσοι ασπάζονται τη σύγκρουση, ανάμεσά τους και ο ίδιος. Με την ίδια λογική, θα έπρεπε, μάλιστα, να αποχωρήσει από την εκδήλωση την ώρα που αποχώρησαν επιδεικτικά ο κ. Λαφαζάνης και ο κ. Στρατούλης. Δεν το έπραξε, όμως, επιβεβαιώνοντας πως δεν μετανιώνει για το «στρατόπεδο» που επέλεξε, ακόμα και αν το τίμημα είναι να αποκηρύττει αυτά που κήρυττε.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής