Οι ερευνητές των πανεπιστημίων Ουάσιγκτον και Δυτικής Αυστραλίας, με επικεφαλής τους Σαντζόι Σομ και Τιμ Μπλέικ αντίστοιχα, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό γεωεπιστημών “Nature Geoscience”.
Τα νέα ευρήματα ανατρέπουν την ευρέως αποδεκτή πεποίθηση πως η νεαρή Γη είχε πυκνότερη ατμόσφαιρα από ό,τι τώρα. Αυτή η ανακάλυψη οδηγεί επίσης σε νέες εκτιμήσεις για το ποιά και πόσα αέρια υπήρχαν στην αρχαία ατμόσφαιρα και πώς το κλίμα και η βιολογία τότε αλληλοεπηρέαζαν τον πλανήτη μας.
Η νέα εκτίμηση βαίζεται στην χρησιμοποίηση ως «παλαιοβαρομέτρου» των φυσαλίδων αέρα που παγιδεύθηκαν σε στερεοποιημένη βασαλτική λάβα στην περιοχή Πιλμπάρα της δυτικής Αυστραλίας. Με τον τρόπο αυτό, υπολογίσθηκε το βάρος, άρα και η πίεση, της ατμόσφαιρας πριν από δισεκατομμύρια χρόνια. Όλες οι μετρήσεις δείχνουν ότι η πίεση ήταν το 25% έως 505 της σημερινής, λίγο μεγαλύτερη από αυτήν πάνω από το όρος Έβερεστ.
Πριν από 2,7 δισεκατομμύρια χρόνια, στη Γη ζούσαν μόνο μονοκύτταροι οργανισμοί, η ηλιακή ακτινοβολία στον πλανήτη μας ήταν περίπου κατά 20% έως 30% πιο ασθενής, ενώ η γήινη ατμόσφαιρα δεν περιείχε καθόλου οξυγόνο. Αντίθετα, περιλάμβανε περισσότερα «αέρια του θερμοκηπίου» (μεθάνιο, διοξείδιο του άνθρακα) και λιγότερο άζωτο από το σημερινό 80%, καθώς το απορροφούσαν μαζικά τα βακτήρια και το αφαιρούσαν συνεχώς από τον αέρα. Η αραιότερη ατμόσφαιρα, μεταξύ άλλων, θα επηρέαζε την ισχύ των ανέμων, ακόμη και το σημείο βρασμού των υγρών πάνω στη Γη.