Περισσότεροι από 40 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από άνοια παγκοσμίως και για τους περισσότερους η αιτία είναι η νόσος Αλτσχάιμερ. Ο αριθμός αυτός αναμένεται να τριπλασιασθεί έως το 2050, καθώς ο πληθυσμός του πλανήτη γερνάει και η νόσος μένει ανίατη.
Η υπέρταση, μεταξύ άλλων, κάνει ζημιά στα αιμοφόρα αγγεία του εγκεφάλου. «Οι άνθρωποι με υψηλή αρτηριακή πίεση τείνουν να έχουν περισσότερη άνοια», δήλωσε ο καθηγητής νευρολογίας Κονσταντίνο Ιαντέκολα του Ιατρικού Κολλεγίου του Πανεπιστημίου Κορνέλ της Νέας Υόρκης, εκ μέρους της Αμερικανικής Καρδιολογικής Ένωσης, που έκανε τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό “Hypertension” (Υπέρταση) και η οποία βασίσθηκε στην αξιολόγηση των έως τώρα μελετών.
Ο Ιαντέκολα διευκρίνισε πάντως πως δεν έχει ακόμη αποδειχθεί ότι ο έλεγχος της υπέρτασης με φάρμακα όντως μειώνει την πιθανότητα εμφάνισης άνοιας. Οι έως τώρα μελέτες ήσαν μικρές και δεν εξέτασαν άμεσα την επίπτωση της υπέρτασης στην άνοια, απλώς κατά πόσο υπάρχει κάποια συσχέτιση ανάμεσά τους.
Γι’ αυτό, σύμφωνα με τους Αμερικανούς επιστήμονες, χρειάζεται μια μεγάλη και μακρόχρονη τυχαιοποιημένη και ελεγχόμενη με ψευδοφάρμακο (πλασίμπο) κλινική δοκιμή, ώστε να δώσει μια οριστική απάντηση στο ζήτημα (ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη η μελέτη SPRINT-MIND που θα δώσει τα πρώτα αποτελέσματά της το 2017). Ένα πρόβλημα είναι ότι συχνά υπάρχει μια χρονική υστέρηση αρκετών ετών ανάμεσα στη διάγνωση της υπέρτασης και στην εμφάνιση της άνοιας.
Εξάλλου, οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Σαντός Παντμαναμπχάν του Ινστιτούτου Καρδιαγγειακών και Ιατρικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης στη Σκωτία, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ίδιο αμερικανικό επιστημονικό περιοδικό, εξέτασαν τη σχέση ανάμεσα στα κοινά αντι-υπερτασικά φάρμακα και στις ψυχικές παθήσεις. Γι’ αυτό το σκοπό, ανέλυσαν επί μια πενταετία στοιχεία για περισσότερους από 146.000 ασθενείς ηλικίας 40 έως 80 ετών, που έπαιρναν φάρμακα κατά της υπέρτασης για πάνω από 90 μέρες. Οι ασθενείς αυτοί συγκρίθηκαν με 112.000 άτομα που δεν έπαιρναν φάρμακα για υψηλή πίεση.
Το συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι οι άνθρωποι που παίρνουν για πάνω από τρεις μήνες ορισμένες κατηγορίες αντιυπερτασικών φαρμάκων, τους αναστολείς βήτα (beta blockers) και τους ανταγωνιστές ασβεστίου, έχουν διπλάσια πιθανότητα να εισαχθούν σε νοσοκομείο για κάποια ψυχική διαταραχή (μείζονα ή κλινική κατάθλιψη, διπολική διαταραχή κ.α.), σε σχέση με τους ασθενείς που παίρνουν μια άλλη κατηγορία αντιυπερτασικών φαρμάκων, τους ανταγωνιστές αγγειοτενσίνης. Τα τελευταία αυτά φάρμακα φαίνεται μάλιστα ακόμη και να προστατεύουν από τις ψυχικές διαταραχές, καθώς όσοι τα παίρνουν, είναι λιγότερο πιθανό να εισαχθούν σε νοσοκομείο για ψυχική πάθηση, σε σχέση με όσους δεν παίρνουν καθόλου φάρμακα.
Κατά μέσο όρο, διαπιστώθηκε ότι ένας ασθενής με υπέρταση μπορεί να εμφανίσει κάποια ψυχική διαταραχή μετά από 2,3 χρόνια, αφότου ξεκίνησε την αντιυπερτασική φαρμακευτική θεραπεία. Οι ερευνητές επεσήμαναν πάντως ότι οι υπερτασικοί ασθενείς πρέπει να συνεχίσουν να παίρνουν τα φάρμακα που τους έγραψε ο γιατρός, για να μειώσουν τον κίνδυνο εμφράγματος ή εγκεφαλικού.