Γράφει ο Πέτρος Κασφίκης
Ο λόγος για τον ΤΑΚΙ 183, κατά κόσμο Δήμητρη Σπυρόπουλο, ο οποίος ενέπνευσε με την υπογραφή του τους απανταχού έφηβους ανά τον πλανήτη και έγινε χωρίς την θέληση του ο πατέρας του κινήματος του γκραφίτι. Τα χρόνια πέρασαν, το κίνημα γιγαντώθηκε, αλλά το όνομα και η ιστορία του Τάκη δεν ξεχάσθηκε.
Αυτή είναι η ιστορία του πατέρα του γκράφιτι, όπως την αφηγήθηκε EThe Magazine του ΕleftherosTypos.gr ο ίδιος τέσσερις δεκαετίες από το Γίονκερς της Νέας Υόρκης, οπού ζει και εργάζεται.
Γιατί σε αποκαλούν ο «πατέρας του γκραφίτι» και πως αισθάνεσαι όταν σου αποδίδουν αυτόν τον χαρακτηρισμό;
«Δεν θέλω να είμαι ο πατέρας του γκραφίτι γιατί δεν είναι ένα ευγενικό παιδί για να έχεις. Όσον αφορά αυτό τον τίτλο που μου δίνουν, νομίζω ότι με αποκαλούν έτσι γιατί το γκραφίτι μου ήταν ιδιαίτερα απλό. Δεν είχε κάτι το ιδιαίτερο, απλά ξεχώρισε από τα άλλα γκραφίτι. Αυτός είναι ο μοναδικός ο λόγος. Και φυσικά τα Μ.Μ.Ε. ενίσχυσαν αυτό τον τίτλο.
Ποιες είναι οι πιο δυνατές αναμνήσεις σου από αυτή την πορεία;
Έχω πολλές αστείες ιστορίες από την εποχή που ξεκινάγαμε να κάνουμε το γκραφίτι. Βρισκόμασταν σε έναν ανελκυστήρα και τον γράψαμε ολοσχερώς. Μαζί μας βρισκόταν ένας άγνωστος άνδρας. Όταν φτάσαμε στο ισόγειο βρισκόταν ένας αστυνομικός, τον οποίο πλησίασε ο άγνωστος και του είπε, «κοίτα αυτά τα παιδιά κατέστρεψαν ολόκληρο τον ανελκυστήρα». Αλλά ο αστυνομικός δεν αντέδρασε. Δεν κατάλαβε πως είχε μαζεμένους και μπορούσε να συλλάβει όλους τους ηγέτες του κινήματος.
Πως έφτασε το γκραφίτι να γίνει ένα παγκόσμιο κίνημα;
Όλα τα πράγματα συμβαίνουν για έναν λόγο όταν το επιτρέψει η κατάλληλη συγκυρία. Όταν σταμάτησα να γράφω ήταν (το γκραφίτι) ιδιαίτερα τσαπατσούλικο. Ο ένας έγραφε πάνω από τον άλλο χωρίς κάποιο συγκεκριμένο λόγο. Όταν εγώ είχα ξεκινήσει να ζωγραφίζω, έγραφα με μικρά γράμματα πάνω σε έναν λευκό τοίχο. Μετά ερχόταν ο επόμενος και έγραφε με ακόμα μεγαλύτερα γράμματα και αυτή η δουλεία δεν σταματούσε. Αλλά καθώς γινόταν μεγαλύτερο, ξεκίνησε να γίνεται αισθητικά καλύτερο, και η αφρόκρεμα των καλλιτεχνών το αγκάλιασε.
Δημήτρης Μαμαλούκας στον ΕΤ: «Η ελπίδα αντίβαρο στον φόβο του θανάτου»
Πόσο βοήθησε σε αυτή την εξάπλωση το μετρό της Νέας Υόρκης;
Το μετρό έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση του γκραφίτι επειδή περνούσε από πολλές διαφορετικές γειτονίες. Και έτσι το γκραφίτι έγινε πλέον το μέσο για τους έφηβους που ήθελαν να γίνουν δημοφιλείς. Συμβαίνει το ίδιο με τους έφηβους στης κεντρικές πολιτείες. Παιδιά από πολύ μικρές πόλεις γράφουν στα τρένα και αυτά τα τρένα ταξιδεύουν κατά μήκος όλης της χώρας. Είναι πραγματικά ένας μικρός κόσμος.
Γιατί επέλεξες να γράφεις με ένα ψευδώνυμο και δεν χρησιμοποίησες το κανονικό σου όνομα;
Όταν ο JULIO 204 έγραφε κανένας άλλος δεν είχε ξεκινήσει να γράφει. Δεν είχαμε καταλάβει ότι είναι το όνομα κάποιου. Νομίζαμε ότι κάτι θα συμβεί στις 20 Ιουλίου στις 4. Αλλά μετά από λίγο καταλάβαμε ότι ήταν ένα όνομα και σκεφτήκαμε όλοι γνωρίζουν το όνομα αλλά κανένας δεν ξέρει ποιος είναι. Θα κάνουμε το ίδιο. Θα είμαστε ανώνυμοι, αλλά όλοι θα μας γνωρίζουν. Αυτό το καθιστούσε πιο ελκυστικό. Να είσαι ένας άγνωστος επώνυμος. Νομίζω ότι ο μοναδικός που το συνεχίζει είναι ο Banksy. Κανένας δεν τον γνωρίζει, αλλά είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς.
Πως προέκυψε το ψευδώνυμο «Τάκης 183»;
Οι Έλληνες γνώριζαν ότι το Τάκης ήταν υποκοριστικό του Δημήτρης. Έτσι με αποκαλούσε η μητέρα μου και οι πάντες. Το μόνο που διάλεξα ήταν το 183. Σαν τον JULIO 204, αποφάσισα να βάλω τον αριθμό της διεύθυνσής μου.
Ήσουν ένας από τους πιο διάσημους ανώνυμους της Νέας Υόρκης. Πως αισθάνεσαι σήμερα που έχει αποκαλυφθεί η ταυτότητα σου;
Πολλοί με γνωρίζουν ή με βλέπουν μετά από πολλά χρόνια, γιατί το πρόσωπο μου είχε παραμείνει κρυφό για σχεδόν 40 χρόνια. Πηγαίνω σε φεστιβάλ γκραφίτι, και οι άνθρωποι που με γνωρίζουν λένε «αυτός είσαι εσύ»? Δεν ξέρω τι προσδοκίες είχαν. Μερικές φορές αισθάνομαι ότι ίσως θα ήταν καλύτερα να είχα παραμείνει ανώνυμος. Αλλά έχουν περάσει αρκετά χρόνια και φαντάζομαι θέλω να ικανοποιήσω την περιέργεια του κόσμου.
Ποια είναι η επαφή σου με το μοντέρνο γκραφίτι;
Όσον αφορά το μοντέρνο γκραφίτι δεν γνωρίζω αν πλέον μπορούμε να το αποκαλούμε γκραφίτι. Το γκραφίτι είναι κάτι που το κάνεις μυστικά. Τουλάχιστον εγώ το έκανα για την ανωνυμία.
Πως αισθάνεσαι που το γκραφίτι ακόμα και σήμερα τιμωρείται από τον νόμο;
Όταν σταμάτησα να γράφω δεν αισθανόμουν πλέον την ανάγκη να γυρίσω πίσω. Όσον αφορά το γκραφίτι που είναι παράνομο, νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει κάποια προστασία της προσωπικής περιουσίας. Γνωρίζω πολλούς νεαρούς που εκτελούν κοινωνική εργασία, πληρώνουν πρόστιμα, αλλά δεν μου πάει η καρδία να το αποκαλέσω έγκλημα.
Μετά από τόσα χρόνια, πιστεύεις ότι καταφέρατε να κάνετε το γκραφίτι ευρέως αποδεκτό στην κοινωνία;
Αυτό που θα ήθελα να πω είναι ότι θα έπρεπε να υπάρχουν ορισμένοι χώροι οπού τα παιδιά θα μπορούσαν να γράφουν ελευθέρα στους τοίχους χωρίς να πρέπει να κοιτάνε πίσω από την πλάτη τους. Σκεφτόμουν για παράδειγμα να διακοσμήσω το εξωτερικό του συνεργείου με γκραφίτι, αλλά αυτό θα μπορούσε να μου δημιουργήσει πρόβλημα με την πόλη, καθώς πολλοί θα πούνε ότι θα προσελκύσει άλλους καλλιτέχνες να γράψουν σε μη επιθυμητά μέρη. Άρα δεν νομίζω ότι μέχρι σήμερα (το γκραφίτι) έχει γίνει ευρέως αποδεκτό.
Πως θα ήθελες ο κόσμος να θυμάται τον «Τάκη 183»;
Θα ήθελα ο κόσμος να θυμάται τον Τάκη σαν κάποιον που έκανε κάτι το οποίο μπορεί να μην ήταν σημαντικό, αλλά στο τέλος κάτι μεγάλο βγήκε μέσα από αυτό. Και πρέπει να σας πω ότι το κίνημα του γκραφίτι έχει διαρκέσει πολύ περισσότερο σε σχέση με άλλα παρόμοια καλλιτεχνικά κινήματα. Αυτό νομίζω ότι κάτι λέει από μόνο του.
Ποια ήταν η τελευταία φορά που έκανες γκραφίτι;
Η τελευταία φορά που έκανα γκράφιτι ήταν στην Αθήνα, και μάλιστα μέσα σε αυτόν τον χρόνο. Άρα φαντάζομαι πως δεν είναι εύκολο να βγάλεις το γκραφίτι μέσα από κάποιον».