Η νέα συγγραφική κατάθεση της Τραυλού απέχει πολύ από το να αποτελεί μια χιλιοειπωμένη ιστορία. Το έργο της δεν είναι απλώς ένα μυθιστόρημα κοινωνικό, ιστορικό, ψυχογραφικό ή μυστηρίου, αλλά διαθέτει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά και επιπλέον ο αναγνώστης θα συναντήσει μες στις σελίδες του αρχετυπικά σύμβολα, λαογραφικά και μυθολογικά στοιχεία, διαχρονικές φιλοσοφικές αναζητήσεις και φεμινιστικές ανησυχίες με την πιο ορθολογική, εξισορροπιστική και ελκυστική μυθιστορηματικά προσέγγιση που θα έχει διαβάσει ποτέ.
Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Το βιβλίο απαρτίζεται από τρία ευδιάκριτα μέρη, εκ των οποίων τα δύο πρώτα είναι ιδίας περίπου έκτασης, ενώ το τρίτο συνοπτικότερο με σαφή στόχο να συγκεράσει και να συνδέσει τα δύο προηγούμενα κλείνοντας τους μυθιστορηματικούς κύκλους που έχει δημιουργήσει η συγγραφέας στις δύο άλλες ενότητες, στις οποίες η πλοκή διαδραματίζεται με χρονική απόσταση τριών χιλιάδων ετών της μιας απ’ την άλλη.
Στα δύο πρώτα πολυσέλιδα μέρη του ο αναγνώστης θα ανακαλύψει όχι μόνο μια άκρως ενδιαφέρουσα πρωτοεπίπεδη μυθοπλασία, αλλά θα διαπιστώσει πως αυτή τη φορά τα «υλικά», τα ερεθίσματα και οι επιρροές της συγγραφέως εκπέμπουν σε άλλο μήκος κύματος και οι αναλύσεις μπορούν να φτάσουν σε απίστευτο βάθος για έναν εμβριθή αναλυτή.
Στην πρώτη ενότητα γνωρίζουμε τους δύο βασικούς ήρωες, τη συγγραφέα και αρχαιολόγο Αίθρα Μπάξερ και τον αρχαιολόγο Κορνήλιο Μπλεκ, ένα ζευγάρι εραστών στη φάση του χωρισμού για έναν τραγικό λόγο: Η Αίθρα έχει πρόσφατα χάσει το σύζυγο και το γιο της σε ένα αυτοκινητικό δυστύχημα που συνέβη τη μέρα που ανακοίνωσε στη μητέρα και τον άντρα της την απόφασή της να πάρει διαζύγιο. Από την κατάθλιψή της επιχειρεί να την βγάλει ο Κορνήλιος, παραχωρώντας της τη θέση του στις ανασκαφές που διενεργεί η διάσημη ανθρωποαρχαιολόγος, Αντριαν Μάγιορ, η οποία αναζητά αρχαιολογικές αποδείξεις για την ιστορική ύπαρξη των Αμαζόνων, θέμα που είχε απασχολήσει την Αίθρα Μπάξερ κατά τα φοιτητικά της χρόνια, οδηγώντας την να εκπονήσει μια πρόταση για έρευνα, η οποία ουδέποτε ευοδώθηκε.
Σε αντίθεση με το άκρως ρεαλιστικό πρώτο μέρος του βιβλίου που ξεκινά σαν την εκρηκτική εισαγωγή μιας όπερας με το θρήνο και τη συντριβή της πρωταγωνίστριας για το χαμό του γιου της, στο δεύτερο εκπλήσσει ευχάριστα τον αναγνώστη μεταφέροντάς τον νοερά περίπου στα 1.000 π.Χ., σε μια εποχή που η Αίθρα Μπάξερ αναλαμβάνει τον ουσιαστικό της ρόλο στο μυθιστόρημα. Στις σχεδόν τριακόσιες σελίδες αυτού του μέρους μια ηρωίδα-έκπληξη μιλά σε πρώτο πρόσωπο και αφηγείται την ιστορία της, μια αφήγηση με τη γοητεία παραμυθιού, γεμάτη θεϊκή μαγεία και μια πλοκή γοητευτική, στην οποία κινούν τα νήματα κακόβουλοι αρχαίοι θεοί που λειτουργούν σαν μάγισσες με άγρια ένστικτα, αμαζόνες και αιμοσταγείς ιέρειες, φτερωτά άλογα και αλλόκοτα μαγεμένα πλάσματα οδηγώντας, ωστόσο, αβίαστα τον αναγνώστη να συλλάβει τα μηνύματα της συγγραφέως και τους ιδεολογικούς άξονες που διατρέχουν το έργο της.
Κορυφαίο εύρημα του βιβλίου αποτελεί ένας απίστευτα απρόβλεπτος και κατ’ ουσίαν αδύνατος έρωτας ανάμεσα σε ένα ελάφι και έναν λύκο, σύμβολα εμφανή των δύο φύλων, μέσα από τα οποία η Τραυλού υπογραμμίζει το ρόλο του ιδεολογικού και θρησκειολογικού πλαισίου, όπου τα φύλα αναγκάζονται να διαμορφώσουν τις σχέσεις τους και να καθορίσουν τις ταυτότητές τους.
Πυρήνες του βιβλίου αποτελούν αφενός ο μύθος των Αμαζόνων, των γυναικών πολεμιστριών που εμφανίζονται σε πάμπολλα έργα τέχνης από την αρχαιότητα ως σήμερα σε όλους τους πολιτισμούς, σε όλες τις εποχές και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και που η αρχαιολογική σκαπάνη και η εξέταση DNA απέδειξαν πως εμπεριέχει υψηλό ποσοστό ιστορικής αλήθειας, αφετέρου η μούμια της ιέρειας που εντοπίστηκε στο υψίπεδο Ουκόκ, καλυμμένη ολόκληρη με τατουάζ στα οποία κυριαρχούσε το σύμβολο του ελαφιού. Εντυπωσιάζει πραγματικά ο τρόπος με τον οποίο η Τραυλού οικοδομεί αυτό το πολυσέλιδο μυθιστόρημα πάνω σε αυτά τα δύο επιστημονικά δεδομένα προχωρώντας πέρα από τα γνώριμα συγγραφικά της ύδατα.
Οποιος όμως ακολουθεί τα βιβλία της Τραυλού θα είναι εύκολο να διαπιστώσει πως υπάρχει μια σταθερή αναφορά που συναντάται τόσο στο «Εστω μια φορά», όσο και στο «Η Μήδεια δεν χόρεψε ποτέ»: Πρόκειται για την προσέγγιση της μητρότητας σε σχέση με τους υπόλοιπους γυναικείους ρόλους που διαμορφώνουν τόσο την ψυχοσύνθεση των παιδιών όσο και την προσωπικότητα της γυναίκας και η οποία πρέπει πάντα να αξιολογείται ως μία από τις συνιστώσες διαμόρφωσης της γυναικείας ύπαρξης. Δεν βάζει καθόλου τυχαία στα χείλη του ήρωά της Κορνήλιου Μπλεκ τη φράση: Είσαι τόσα άλλα πράγματα ακόμα, Αίθρα, πέρα από μάνα, έχεις τόσους ακόμα εαυτούς, και είναι λάθος να τους καταδικάσεις σε μαρασμό.
Ενώ όμως το βιβλίο βασίζεται σε επιστημονικά, μυθολογικά και θρησκειολογικά δεδομένα και χρησιμοποιεί για την ανοικοδόμηση της πλοκής του άφθονα σύμβολα, κάθε άλλο παρά άψυχο και δυσνόητο είναι. Πρόκειται για ένα έργο «γήινο», οικείο και σαγηνευτικό, όπως είναι πάντα οι μύθοι για την ανθρώπινη σκέψη, γεμάτο διάφανους ψυχοσυναισθηματικά και άρτια δομημένους χαρακτήρες.
Εν κατακλείδι, θα έλεγα πως αυτό το βιβλίο της Τραυλού είναι ένας φόρος τιμής στην επιστήμη, στη γυναίκα, στους μύθους και εν γένει στην ανθρώπινη ψυχή και τα άβατα σκότη της, που η λογοτεχνία επιδιώκει πάντα να τα διασχίζει και να τα διαλύει.
Ειδήσεις σήμερα
Πέτρος Φιλιππίδης: Ζητά αναπαράσταση του καταγγελλόμενου βιασμού
Ακρίβεια: Νέο κύμα μέτρων στήριξης από Ιούνιο – Τι σχεδιάζεται για ΔΕΗ και ΦΠΑ