Δηλαδή, ιστορίες με υποτυπώδη πλοκή, όπου δεν συμβαίνει κάτι ουσιαστικό και ο πρωταγωνιστής περιπλανιέται φαινομενικά άσκοπα, έρμαιο του εσωτερικού μονολόγου του, με τον αναγνώστη να κάνει τον σταυρό του, ελπίζοντας πως η αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα αρκεί για να κάνει το βιβλίο άξιο ανάγνωσης.
Ο Αρθουρ Μάξλεϊ είναι ένας νέος χαμένος στον εαυτό του, μεταξύ του κόσμου των ονείρων και της πραγματικότητας, ανήμπορος να ξεπεράσει ένα τραύμα που τον κατατρύχει από την παιδική του ηλικία, και ξοδεύει άσκοπα τη ζωή του.
Εμείς τον ακολουθούμε σε αυτή τη λούπα, παρακολουθώντας τον σαν το κοινό του «Truman Show», μόνο που εδώ ο αναγνώστης-θεατής έχει πρόσβαση και στις μύχιες σκέψεις του πρωταγωνιστή. «Αυτή είναι η καλύτερη στιγμή της ζωής σκέφτηκε ξανά: όταν είσαι πολύ νέος, όταν η ζωή είναι μια απλή, τέλεια διαδοχή χρυσών ημερών», λέει ο Γουίλιαμς μέσω του Αρθουρ στο σημείο όπου το βιβλίο με κατέκτησε και με άγγιξε.
Jo Nesbo στον ΕΤ: Δούλεψα σε ταξί, σε εργοστάσιο , σε ψαρότρατα πριν γίνω συγγραφέας
Το «Μόνο η νύχτα» δεν είναι μια ιστορία που εξηγείται ή αναλύεται, αλλά μια που βιώνεται. Και μόνο αν τη βιώσει ο αναγνώστης θα καταλάβει την πραγματική της αξία -και ίσως μέσα της βρει δυόμισι σελίδες που θα αλλάξουν τη ζωή του.
INFO
ΒΙΒΛΙΟ
«Μόνο η νύχτα» – John Williams (μτφρ. Ορφέας Απέργης, εκδ. Gutenberg)