Samuel Bjork είναι το ψευδώνυμο του πολυσχιδούς Νορβηγού μυθιστοριογράφου, θεατρικού συγγραφέα, εικαστικού και τραγουδοποιού Frode Sander Oien. Ένα δείγμα του πολύπλευρου ταλέντου του αποτελεί και η πρόσφατη κυκλοφορία του έργου του «Σκοτεινό Χιόνι» (εκδόσεις Διόπτρα, σελίδες 631, σε μετάφραση Δέσπως Παπαγρηγοράκη).
Το ιδιαίτερο στοιχείο του βιβλίου είναι ότι πρόκειται για ένα prequel, ένα μυθιστόρημα όπου ο συγγραφέας μάς δίνει μια ενδιαφέρουσα αποτύπωση του παρελθόντος των πρωταγωνιστών των μεγάλων εμπορικών επιτυχιών του, τον ατσαλάκωτο επιθεωρητή Χόλγκερ Μουνκ και τη νεαρή, χαρισματική συνεργάτιδά του Μία Κρούγκερ. Και υπό αυτή την έννοια, ίσως είναι και το καλύτερο μέσο μύησης για τους αναγνώστες που δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει τον κόσμο του Samuel Bjork.
Πλοκή
Η ιστορία βασίζεται σ’ ένα πραγματικό τραγικό γεγονός, που συνέβη τον Μάιο του 1993. Τη σκληρή και προμελετημένη τελετουργική δολοφονία δύο εντεκάχρονων αγοριών στο Φάγκερχουλτ, στη Σουηδία. Σε ένα απομακρυσμένο χωράφι ανακαλύφθηκαν τα πτώματα του Ολιβερ Χέλμπεργκ, γυμνού και πεσμένου ανάσκελα, και του Σβεν Ούλοφ Γιένσον, με μόνο το εσώρουχό του, σε απόσταση λίγων μέτρων το ένα από το άλλο. Ανάμεσα στα δύο πτώματα, υπήρχε ένα μικρό ζώο, ένας λευκός λαγός.
Η πραγματική αυτή ιστορία είχε τραγική κατάληξη. Πολυετείς έρευνες χωρίς αποτέλεσμα και το χειρότερο όλων η διαρροή των ημερολογίων των νεκρών αγοριών, που είχε ως αποτέλεσμα τη διάλυση των οικογενειών τους. Ο πατέρας Χέλμπεργκ κατέληξε σε εμμονικό κυνηγό του δολοφόνου κι η μητέρα του αυτοκτόνησε.
Πέθανε ο συγγραφέας Βασίλης Λιόγκαρης
Ο Samuel Bjork χτίζει τη δική του πλοκή πάνω σε αυτή την πραγματική βάση και αναπλάθει μια παρόμοια διπλή δολοφονία εντεκάχρονων αγοριών στις παρυφές του Οσλο, οχτώ χρόνια αργότερα από την αντίστοιχη στη Σουηδία, τον Απρίλιο του 2001. Εκεί όπου η νορβηγική αστυνομία βρίσκεται μπροστά στο αποτρόπαιο θέαμα των πτωμάτων του Ρούμπεν Λίνγκρεν και του Τόμι Σίβερτσεν και ανάμεσά τους μια, νεκρή κι αυτή, μικρή κόκκινη αλεπού.
Η τοποθέτηση των πτωμάτων των νεαρών αγοριών δείχνει χωρίς καμιά αμφιβολία τη «σκηνοθετική επιμέλεια» του δολοφόνου.
Η προσοχή επικεντρώνεται στον Ρούμπεν, το ξανθό αγόρι, ενώ ο ρόλος του δεύτερου, του Τόμι, φαίνεται από την πρώτη στιγμή συμπληρωματικός. Όπως άλλωστε είχε παρατηρηθεί στην προ οκταετίας διπλή δολοφονία στη Σουηδία, όπου ο σαφής πρωταγωνιστικός ρόλος ήταν αυτός του ξανθομάλλη Ολιβερ Χέλμπεργκ. Και αναμφίβολα, την υπόθεση αυτή ενισχύει η παρουσία του νεκρού ζώου. Εδώ ο λευκός λαγός έχει αντικατασταθεί από την κόκκινη αλεπού…
Εξιχνίαση
Την εξιχνίαση της υπόθεσης αναλαμβάνει η νεοσυσταθείσα ομάδα του Χόλγκερ Μουνκ, η Μονάδα Εξιχνίασης Ανθρωποκτονιών. Μια ομάδα πλήρως στελεχωμένη με νέους αλλά έμπειρους αστυνομικούς και ισχυρή νομική στήριξη, που απολαμβάνει την εμπιστοσύνη και την αναγνώριση των συναδέλφων αστυνομικών για τις επιτυχίες της. Όπως όμως συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες, η δυναμική προσωπικότητα του Μουνκ τον φέρνει σε συχνή αντιπαράθεση με τη σκληρή και αυταρχική διευθύντρια της Αστυνομίας, Χάνε Λουίζ Ντρέγιερ, την επονομαζόμενη «Δράκαινα».
Η επίμονη γραφειοκράτης Ντρέγιερ δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην εξοικονόμηση χρημάτων, λες και πρόκειται για πολυεθνική εταιρία κι όχι για μια σκληρή προσπάθεια να περιοριστεί η εγκληματικότητα στην πόλη.
Ένας επιπρόσθετος λόγος κλιμάκωσης της έντασης ανάμεσα στον Μουνκ και την Ντρέγιερ είναι η έμπνευσή του να ενισχύσει το δυναμικό της ομάδας του με την ιδιόρρυθμη, χαρισματική νεαρή Μία Κρούγκερ, άρτι αποφοιτήσασα από την Ανώτατη Σχολή Αστυνομίας, λόγω του ιδιαίτερου ταλέντου της να εξετάζει τις υποθέσεις από μια «ξεχωριστή, διαφορετική οπτική».
Και όντως, η νεαρή Κρούγκερ θα βοηθήσει σημαντικά στη διαδικασία των ερευνών, προσανατολίζοντας τις ενέργειες της ομάδας προς τον εντοπισμό των χαρακτηριστικών του δολοφόνου, μέσα από τη διαφορετική ερμηνεία του οπτικού υλικού που έχουν συγκεντρώσει.
Μικρά κεφάλαια, κινηματογραφική οπτική, γρήγορες εναλλαγές σκηνών
Το «Σκοτεινό Χιόνι» αποτελεί τυπικό δείγμα σύγχρονου εμπορικού Nordic noir. Είναι ένα μεγάλο σε έκταση αστυνομικό μυθιστόρημα, καθώς υπερβαίνει τις 600 σελίδες, τουτέστιν άκρως κατάλληλο να διαβαστεί στις κλιματολογικές συνθήκες των σκοτεινών σκανδιναβικών χωρών. Μεγάλες, ατέλειωτες νύχτες που ευνοούν πολύωρες αναγνώσεις πολυεπίπεδων και πολύπλοκων αστυνομικών ιστοριών. Παράλληλα όμως, ο συγγραφέας έχει την ευφυΐα και την τεχνική να υιοθετεί και όλα τα κλισέ της μεγάλης σκανδιναβικής σχολής.
Μικρά κεφάλαια που βοηθούν την ανάγνωση, γρήγορες εναλλαγές σκηνών, ανάπτυξη μικρών παράλληλων και φαινομενικά άσχετων ιστοριών με διαφορετικούς πρωταγωνιστές, που όμως συγκλίνουν αρμονικά στη συνέχεια. Και πάνω από όλα, αυτό που αποκαλούμε πλέον «τηλεοπτική οπτική», ή παλιότερα χαρακτηρίζαμε ως «κινηματογραφική οπτική».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εναλλαγή του ύφους γραφής. Από μακριές, λυρικές σχεδόν, περιγραφές που αναφέρονται στις προσωπικές ιστορίες των χαρακτήρων στο απλό, λιτό, στακάτο ύφος, που χρησιμοποιείται ειδικά σε σκηνές δράσης. Αυτά σε συνδυασμό με το ενδιαφέρον φιλοσοφικό σχόλιο του συγγραφέα που υποβόσκει σε κάποια σημεία του μυθιστορήματος.
Και βέβαια εννοείται η προσήλωση, αν και όχι φανατική, στις αρχές του αγαπημένου police procedural των περισσότερων εκπροσώπων του Nordic noir.
Η ψυχολογική σκιαγράφηση των χαρακτήρων του Bjork είναι δυνατή και τεκμηριωμένη.
Ο Χόλγκερ Μουνκ είναι ένας σχεδόν φυσιολογικός αστυνομικός και κατά αυτή την έννοια μάλλον αποκλίνει από το σκανδιναβικό πρότυπο του προβληματικού επιθεωρητή με τις ιδιαιτερότητες και τους διάφορους εθισμούς. Η συνεργασία του με τη νεαρή, ιδιόρρυθμη αλλά και χαρισματική Μία Κρούγκερ δημιουργεί ένα συμπαθές και αποτελεσματικό ζεύγος ερευνητών. Απόλυτα αρμονική με το ύφος του συγγραφέα η μετάφραση της Δέσπως Παπαγρηγοράκη.