-Ο Κώστας Ακρίβος βουτάει στα μαιανδρικά νερά των παθών αυτών που ταλανίζουν τους ήρωές του και δονούν συθέμελα τη ζωή τους στο νέο του βιβλίο «Ανδρωμάχη». Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια γι’ αυτό το νέο ταξίδι;
– Είναι η ιστορία μιας γυναίκας που στη ζωή της έζησε δυο ζωές. Μέχρι που να κυριευτεί η Τροία, ήταν η κόρη ενός βασιλιά που παντρεύτηκε τον πρώτο των Τρώων, τον Έκτορα, και έζησε μαζί του την απόλυτη αγάπη. Αξιώθηκε να γίνει βασίλισσα και μητέρα. Με την άλωση της Τροίας και στη συνέχεια θα γνωρίσει τον απόλυτο πόνο και εξευτελισμό: Θα χάσει τον άντρα, το παιδί της, την αξιοπρέπειά της, την τύχη να ορίζει η ίδια τη μοίρα της. Όλη της η ζωή ήταν σαν ένα όνειρο, που όταν ξυπνάς δεν ξέρεις πού σταματάει η γλυκιά αναπόληση και πού ήταν οι εφιάλτες.
-Ποια τα κυρίαρχα συναισθήματα που σας κατακλύζουν και πόσο χρονικό διάστημα προετοιμασίας χρειάστηκε για την ολοκλήρωση του έργου σας;
– Προσπάθησα να κατανοώ τα συναισθήματα των προσώπων, χωρίς ποτέ να ταυτίζομαι μ΄ αυτά, επειδή έτσι θα μπορούσα να κρατήσω μια νηφάλια απόσταση στην όσο το δυνατόν πιστή ανάπλαση του χαρακτήρα τους. Ο χρόνος συγγραφής δεν ήταν πάνω από ένα ημερολογιακό έτος, όμως η επώαση όλων αυτών των ιστοριών έχει ξεκινήσει από τότε που πρωτοδιάβασα, παιδί, την ιστορία του τρωικού πολέμου.
-Χρησιμοποιείτε ρεαλιστικές περιγραφές για να περιγράψετε ακραίες ανθρώπινες συμπεριφορές σε ακραίες καταστάσεις, όπως τις περιπτώσεις των Έκτορα, Πρίαμου, Αχιλλέα, Οδυσσέα, Νεοπτόλεμου, Εκάβη, Ανδρομάχης. Πόσο σας δυσκόλεψε να διεισδύσετε στον ψυχισμό τους;
– Για τη λογοτεχνία οι ακραίες συμπεριφορές, όπως και οι άνθρωποι που κινούνται εκτός «πλαισίου», είναι το καλύτερο υλικό. Όχι πως τη λογοτεχνία δεν την απασχολεί η καταγραφή του μέσου ανθρώπινου όρου ή της μιζέριας, όμως της αρέσει να βουτάει στα απύθμενα νερά συμπεριφορών που φλερτάρουν με τα άκρα: τη βαναυσότητα, την απανθρωπιά, την κτηνωδία΄ αλλά και την (αυτό)θυσία, τον αλτρουϊσμό, την ανυστεροβουλία…
-Τι γνώμη έχετε για τους ανθρώπους που μετατρέπονται σε αθύρματα της εξουσίας, της μισαλλοδοξίας και των προσωπικών τους παθών, αφού μόνο πάθη καθορίζουν τον ρυθμό των βημάτων τους;
– Δυστυχώς, όχι μόνο στις μέρες αλλά σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας του ανθρώπινου γένους, αυτοί οι χαρακτήρες έχουν το πάνω χέρι. Είναι αυτοί που καθορίζουν τις τύχες των πολλών. Είναι σύμφυτο κάτι τέτοιο με την ανθρώπινη φύση; Είναι το βαθύτερο κύτταρο που οδηγεί στην απαξίωση και στον βαρβαρισμό; Δεν μπορώ να ξέρω. Η λογοτεχνία ωστόσο δεν το βάζει στα πόδια΄ στέκεται θαρραλέα απέναντι στην έννοια του κακού, όχι να δασκαλεύει και να ηθικολογεί, αλλά για να λειτουργεί σαν ένας καλογυαλισμένος καθρέφτης που δείχνει τους δύο δρόμους: της αρετής και του κακού.
– «Δεν υπάρχει», λέει η Ανδρομάχη, «τίποτα πιο σκληρό και άδικο από το να πρέπει να αγαπάς κάποιον που κανονικά θα έπρεπε να μισείς με όλη σου την ψυχή. Να ανοίγεις την αγκαλιά και να χαρίζεις το φιλί σ’ έναν άνθρωπο που, αν τα πράγματα γίνονταν σωστά από τους θεούς, θα ταίριαζε μονάχα η απέχθεια και η περιφρόνηση. Το μίσος». Αλήθεια, πώς το άντεχε; Πόση δύναμη ψυχής έπρεπε να διαθέτει;
– Με αυτά τα δύο συγκρουόμενα αισθήματα πέρασε τη ζωή της. Απ΄ τη μια, να πρέπει να μισεί τα παιδιά της που ήταν προϊόν βιασμού και, από την άλλη, να υπακούσει στο μητρικό ένστικτο΄ αυτό που της υπαγόρευε ότι αυτά τα παιδιά ήταν κομμάτι από τη δική της ύπαρξη. Άντεξε γιατί δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Ίσως για αυτό στο τέλος βγήκε νικήτρια.
-Ήταν άραγε δειλή; Ποιος μπορεί να ορίσει τη ζωή, τα αισθήματα τα πάθη και τα λάθη του καθενός; Το πως θα φύγει από αυτήν;
– Όταν κανείς βρίσκεται ένα βήμα πριν από το τέλος, και μάλιστα αυτό το τέλος ανήκει στην αυτοχειρία, είναι εύκολο να το χαρακτηρίζουμε δειλία. Μήπως είναι ακριβώς το αντίθετο; Μια πράξη γενναία να εγκαταλείψεις το ομορφότερο δώρο που δεν είναι άλλο από τη ζωή;
-Η μοίρα των ανθρώπων είναι τελικά η λησμονιά; H ζωή πρέπει να είναι μονάχα φως και όλα τα άλλα έρεβος;
– Μάλλον είμαστε το μοναδικό είδος σε όλο το ζωικό βασίλειο που μας χαρακτηρίζει η μνήμη. Οι αναμνήσεις προσώπων που έχουν φύγει δεν λένε να μας εγκαταλείψουν – και καλώς. Τι υπάρχει πίσω από την πόρτα του θανάτου ούτε υπήρξε ούτε θα υπάρξει κανείς που να μας το πει. Άρα, ας γευτούμε αυτό το ελάχιστο πανέμορφο φως ας το ρουφήξουμε ως την τελευταία του αχτίδα.
– Και τέλος κ. Ακρίβο΄ πολλά βιβλία, πολλά βραβεία και διακρίσεις. Η επιτυχία είναι ελευθερία ή καταλήγει σε δέσμευση;
– Κάθε βραβείο έχει την αξία που του δίνει ο βραβευμένος. Αν είναι για να κομπορρημονεί ως δαφνοστεφανωμένος, είναι ο ορισμός της αποτυχίας. Αν για να λειτουργεί ως εφαλτήριο, ώστε να ανεβάζει τον πήχη της ποιότητας του έργου του ψηλότερα, τότε είναι καλοδεχούμενο.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Όμως την ομορφιά οι θεοί τη θέλουν μακριά από τους ανθρώπους. Στη φύση, στα ζώα, στα επουράνια. Έτσι μπορούν και την τρυγούν πιο εύκολα απ’ ό,τι αν την είχαν δωρίσει στα θνητά τους δημιουργήματα. Αν τυχόν τους ξεφύγει και σταλάξει λίγη ομορφιά σε κάποιον άνθρωπο, φανερώνεται αμέσως ο φθόνος τους. Αν είναι άντρας, τον κατηγορούν για αλαζονεία. Αν γυναίκα, ακόμα χειρότερα: για αποπλάνηση. Με την πρώτη ευκαιρία θα πλαγιάσει με την όμορφη γυναίκα ο Δίας, θα την καταραστεί η Ήρα, θα δώσουν εντολή στον Άδη να αναλάβει αυτός το σκοτεινό του καθήκον.»