«Είμαστε οι τελευταίοι στην Ευρώπη σε χρηματοδότηση, τα χρήματα που παίρνει το ελληνικό σινεμά είναι πάρα πολύ λίγα. Δεν γίνονται ταινίες με αυτά τα χρήματα. Θέλω να πιστεύω ότι τώρα που έγινε η συγχώνευση με το ΕΚΟΜΕ θα υπάρξουν κατανόηση και συνεργασία και θα δοθούν τα χρήματα που έχει ανάγκη το ελληνικό σινεμά», υπογραμμίζει.
Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Ιταλό σκηνοθέτη Αντόνιο Λατέλα;
Η γλώσσα του θεάτρου είναι κοινή. Καταλαβαινόμαστε και ας μιλάμε διαφορετική γλώσσα. Ο Αντόνιο Λατέλα είναι ένας πολύ σημαντικός σκηνοθέτης της Ιταλίας, αλλά δουλεύει και στη Γερμανία, στη Βιέννη και αλλού. Εκείνος μου πρότεινε τον «Γυάλινο κόσμο», εγώ δεν το είχα σκεφτεί. Γενικά, δεν είμαι ένας άνθρωπος που κάνω όνειρα να παίξω συγκεκριμένους ρόλους. Κάπως έρχονται τα πράγματα από μόνα τους. Οχι πως δεν επιθυμώ διάφορα, αλλά το συγκεκριμένο δεν το είχα σκεφτεί. Με τον Αντόνιο γνωριζόμαστε ήδη τέσσερα χρόνια. Η γνωριμία μας ήταν τελείως τυχαία, γίναμε φίλοι, ήρθε και με είδε σε παραστάσεις εδώ στην Ελλάδα, πήγα και είδα δικές του παραστάσεις στην Ιταλία και θελήσαμε να συνεργαστούμε. Το προσπαθήσαμε με διάφορους τρόπους και, τελικά, το πετύχαμε.
Πώς καθοδηγεί την παράσταση;
Ο ίδιος θέλει να είναι έκπληξη. Το κείμενο είναι αρκετά αυτοβιογραφικό, όλα τα έργα του Τενεσί Ουίλιαμς έχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία, αλλά αυτό περισσότερο από τα άλλα. Μιλάει για τη δική του οικογένεια, την αδελφή του, τη μητέρα του, τον πατέρα του. Δεν είναι όλα πραγματικά γεγονότα, έχει πολλά στοιχεία μυθοπλασίας, αλλά αγγίζει πολύ την προσωπική του ιστορία. Είχε ένα ιδιαίτερο δέσιμο με την αδελφή του. Είναι οι στιγμές του Τομ, που είναι ο Τενεσί Ουίλιαμς, ο οποίος θυμάται σε κάποιες στιγμές σημαντικές με τα μέλη της οικογένειάς του. Τις τελευταίες στιγμές πριν αφήσει την αδελφή του και τη μητέρα του και φύγει για να βρει τον δικό του δρόμο. Ασφυκτιούσε στο οικογενειακό περιβάλλον, ο καθένας ασφυκτιά στο μικρό, οικογενειακό περιβάλλον. Και η μητέρα και η αδελφή και ο αδελφός. Υπάρχει και ένα ακόμη πρόσωπο, ένας καλεσμένος που έρχεται στο σπίτι, γιατί η μητέρα θέλει οπωσδήποτε να αποκαταστήσει την κόρη της. Ο τρόπος που δουλεύει ο Λατέλα με απελευθερώνει, με πάει σε δρόμους που δεν είχα φαντασθεί. Είναι άνθρωπος που εστιάζει στην ουσία και παρόλο που η διαδικασία δεν είναι πάντα εύκολη, μου δίνει μεγάλη χαρά.
Πείτε μας για τον δικό σας ρόλο, της μητέρας…
Εγώ υποδύομαι τη μητέρα, που είναι πρόσωπο που αγαπάει πάρα πολύ τα παιδιά της. Μιλάει συνέχεια για ένα παρελθόν ένδοξο και πλούσιο, όπως μεγάλωσε στον Νότο με υπηρέτες και τα λοιπά. Τώρα δεν ζει σε αυτήν την κατάσταση, ο σύζυγος την έχει εγκαταλείψει, ζει σε ένα φτωχικό σπίτι, σε ένα από εκείνα τα διαμερίσματα που όλα μοιάζουν μεταξύ τους, που από τα παράθυρα βλέπουν σε αδιέξοδο. Είναι μια γυναίκα που αγωνίζεται με τον τρόπο της για ένα καλύτερο μέλλον. Είναι κάπως κολλημένη στο παρελθόν της, αλλά αυτό της δίνει και μια δύναμη, έχει να στηριχθεί από κάπου. Είναι τόσο δύσκολη η καθημερινότητα που έχει ανάγκη να ανατρέχει σε αυτές τις αναμνήσεις. Είναι μια αγωνίστρια, προσπαθεί να τα βγάλει πέρα, αλλά δεν είναι εύκολο ούτε με τον εαυτό της ούτε με τα παιδιά της ούτε με την πραγματικότητα.
Τι έχει να πει αυτό το έργο στη δική μας εποχή;
Το έργο γράφτηκε γύρω στο 1945 και αφορά και λίγα χρόνια πριν. Είναι απόλυτα σύγχρονο και αυτό που μου αρέσει στην προσέγγιση του Αντόνιο Λατέλα είναι ότι ενώ σέβεται πολύ το κείμενο, το έχει φέρει στο σήμερα. Πάντα οι οικογενειακές σχέσεις, ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά, ανάμεσα στην οικογένεια και το εξωτερικό περιβάλλον, στον χώρο εργασίας και το σπίτι, είναι επίκαιρα ζητήματα. Είναι, επίσης, και ένα συγκινητικό έργο. Ο Τενεσί Ουίλιαμς γράφει και συγκινητικά και κωμικά και ειρωνικά. Μας αφορά, γιατί έχει να κάνει με τη θέση μας στην κοινωνία και αυτό μου αρέσει στο έργο, που το εντάσσει μέσα σε αυτό που συμβαίνει στην κοινωνία, ιστορικά, πολιτικά, κοινωνικά.
Τι σχέση έχετε εσείς προσωπικά με τη συγκεκριμένη ηρωίδα;
Υπάρχουν σημεία ταύτισης με την Αμάντα. Παιδιά δεν έχω, αλλά μπορώ να καταλάβω την αγωνία της μητέρας για τα παιδιά της ή την ανάγκη που μερικές φορές έχω να κρατηθώ από κάτι, που είναι ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα. Αυτά τα ζωτικά ψεύδη που σου δίνουν όρεξη και δύναμη στη ζωή, κάτι που κάνει η Αμάντα. Ερχεται ο επισκέπτης στο σπίτι και αυτή ντύνεται, στολίζεται, είναι ένας τρόπος να ξανανιώσει, να βρει μια χαμένη ζωτικότητα. Το κάνουμε στη ζωή μας με διάφορες αφορμές. Φυσικά και την καταλαβαίνω. Ο τρόπος που λειτουργεί μια μητέρα στο σπίτι της είναι ίδιος στον πυρήνα του, άσχετα αν αλλάζουν οι εποχές και οι συνθήκες.
Είστε από τις ηθοποιούς που επιθυμούν ρόλους ή επιλέγετε ανάλογα με τις συνεργασίες και τα πρόσωπα;
Μετράνε πολύ οι συνεργασίες και πολλές φορές βρήκα μεγάλες χαρές σε ρόλους που δεν τους είχα φαντασθεί. Υπάρχουν κάποιοι ρόλοι που μου αρέσουν, αλλά δεν είναι αυτό το βασικό κίνητρο. Είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων και παίζουν ρόλο ο σκηνοθέτης, οι συνάδελφοι, το θέατρο στο οποίο θα ανέβει μια παράσταση. Τώρα έχουμε τη χαρά να παίζουμε στο Θέατρο Τέχνης, όπου η Μαριάννα Κάλμπαρη αγκάλιασε την προσπάθεια και γι’ αυτό είμαστε εκεί. Είναι και δύο παιδιά, ο Βαγγέλης Αμπατζής και η Λήδα Κουτσοδασκάλου, που έχουν τελειώσει το Θέατρο Τέχνης, καθώς και ο Νίκος Μήλιας, που έρχεται από το ΚΘΒΕ.
Τι σας έμεινε από τη θητεία σας στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου;
Το ΕΚΚ ήταν πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία. Αποδέχθηκα την πρόταση γιατί μου αρέσει πολύ το σινεμά, έχω δουλέψει με καταπληκτικούς σκηνοθέτες, με σπουδαίους τεχνικούς και έβλεπα τις δυσκολίες που υπάρχουν στον κινηματογράφο. Ηθελα να συμβάλω κι εγώ με έναν τρόπο.
Ημασταν πολύ δεμένο Δ.Σ. Ηταν σχέση που δεν την ξεχνώ. Μας ένωνε η αγάπη μας για το σινεμά και η επιθυμία μας να γίνουν τα πράγματα καλύτερα. Το ΕΚΚ είναι ένας ιστορικός οργανισμός αλλά με πολλά προβλήματα μέσα στα χρόνια, όμως με πολλή χαρά και υπερηφάνεια δουλέψαμε αφιλοκερδώς και αφιερώσαμε πάρα πολλές ώρες από τον προσωπικό μας χρόνο για να γίνουν τα πράγματα καλύτερα και έγιναν. Τα πράγματα μπήκαν σε μια σειρά, διαβάστηκαν οι προτάσεις για ταινίες, έγινε ο καινούργιος κανονισμός, κάθε τέσσερις μήνες βγάζαμε απαντήσεις για τις προτάσεις που δεχόταν το Κέντρο. Αρχισε το πράγμα να ρέει. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν πάντα τα χρήματα και αγωνιστήκαμε για αυτό. Θέλω να πιστεύω ότι τώρα που έγινε η συγχώνευση με το ΕΚΟΜΕ τα πράγματα έχουν μπει σε μια σειρά και θα γίνουν ακόμα καλύτερα. Θα υπάρξουν κατανόηση και συνεργασία και θα δοθούν τα χρήματα που έχει ανάγκη το ελληνικό σινεμά. Είμαστε οι τελευταίοι στην Ευρώπη σε χρηματοδότηση, τα χρήματα που παίρνει το ελληνικό σινεμά είναι πάρα πολύ λίγα. Δεν γίνονται ταινίες με αυτά τα χρήματα. Υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι Ελληνες σκηνοθέτες, ηθοποιοί, διευθυντές φωτογραφίας, άνθρωποι και ταινίες που διαπρέπουν στο εξωτερικό, αλλά, αν δεν υπάρχει οικονομική στήριξη, απλώς δεν γίνεται.
Πού θα σας δούμε προσεχώς στη μεγάλη οθόνη;
Παίζω στο «Κρέας» του Δημήτρη Νάκου, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Τορόντο. Εκεί υποδύομαι πάλι μια μητέρα μιας οικογένειας που διατηρεί ένα κρεοπωλείο σε ένα χωριό στην Εύβοια. Υπάρχει μια διένεξη, για κάποια χωράφια, αρνιά και κατσίκια, με τον γείτονα και γίνεται ένας φόνος. Ηταν πολύ ωραία γιατί πηγαίναμε και στην Κύμη για τα γυρίσματα. Συμμετέχω και στη νέα ταινία του Γιάννη Οικονομίδη, «Σπασμένη φλέβα», που τώρα είναι στο μοντάζ, και στην καινούργια ταινία του Γιώργου Γεωργόπουλου, «Πάτι», με κάποια γυρίσματα στην Ικαρία. Εκεί ξαναβρέθηκα με τον εξαιρετικό Βαγγέλη Μουρίκη έπειτα από κάποια χρόνια. Μου αρέσει η εναλλαγή της τηλεόρασης με το σινεμά, που είναι ένα άλλο πράγμα. Ημουν στη σειρά «Οι Πανθέοι» πέρυσι, όπου η συνεργασία ήταν πολύ καλή, αλλά ήταν πολύ απαιτητικοί, γρήγοροι και δύσκολοι οι ρυθμοί. Στον κινηματογράφο έχεις περισσότερο χρόνο, αλλά με τα οικονομικά δεδομένα που ισχύουν τώρα πολλοί σκηνοθέτες αναγκάζονται να σφίξουν τους ρυθμούς.
Η μητέρα σας έπαιξε απολαυστικά και βραβεύτηκε στην «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» του Γιάννη Οικονομίδη. Πώς της φάνηκε η εμπειρία;
Το χάρηκε πάρα πολύ. Στην αρχή τρόμαξε όταν της το πρότειναν. Τον ήξερε, βέβαια, τον Γιάννη, διατηρούσαμε φιλική σχέση, είχε έρθει σπίτι, του είχε μαγειρέψει η μητέρα μου, μέχρι που ο Γιάννης μού είπε ότι έγραψε έναν ρόλο για τη μητέρα μου. Στην αρχή, του είπα «ξέχασέ το», αλλά μετά ήρθαν οι συγκυρίες και έγινε. Της έκανε πολύ καλό της μητέρας μου γιατί στα γυρίσματα είναι σαν παιχνίδι, συναντάς κόσμο, μιλάς. Ολοι οι ηθοποιοί την αγκάλιασαν και πέρασε πολύ ωραία. Και ήταν και πολύ καλή. Δεν με ήθελε στα γυρίσματα. Οταν την είδα στο μοντάζ, ήταν μεγάλη έκπληξη. Δεν το πίστευα. Μου άρεσε πολύ.
Ειδήσεις σήμερα
ΕΟΦ: Ανακαλούνται παρτίδες μυοχαλαρωτικού φαρμάκου
Σοκ στα Καλάβρυτα: Σκοτώθηκαν 48 πρόβατα απο κεραυνό [εικόνες]
Πάρις Χίλτον: Η εξομολόγησή για τη διάγνωσή της με ΔΕΠΥ σοκάρει – «Είναι η υπερδύναμή μου»
Βασιλιάς Κάρολος: Τέλος οι χημειοθεραπείες – Όλες οι εξελίξεις γύρω από τη μάχη του με τον καρκίνο
Σύνδρομο Οθόνης: 6 στους 10 έφηβους εθισμένοι στο Ιντερνετ [γράφημα]