Από τις 16 Ιουνίου, μάλιστα, φιλοξενεί το νέο του εκθεσιακό πρόγραμμα, διά χειρός της καλλιτεχνικής του διευθύντριας, της διεθνώς αναγνωρισμένης επιμελήτριας, ιστορικού Τέχνης και μουσειολόγου, Κατερίνας Γρέγου. Πρόκειται για ένα σύνθετο συλλεκτικό πρόγραμμα που φαίνεται να προσελκύει δυναμικά το κοινό, εγχώριο και διεθνές. Μάλιστα, η επισκεψιμότητά του, όπως λέει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής η καλλιτεχνική διευθύντρια, «αυξήθηκε σημαντικά, για την ακρίβεια, κατά 49,1%»!
Πέντε εκθέσεις
Ο «Ε.Τ.» της Κυριακής επισκέφθηκε το ΕΜΣΤ, τις πέντε εκθέσεις του που σήμερα αναπτύσσονται εντός του, σε μικρή απόσταση από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Συγκεκριμένα, σήμερα θα απολαύσει κανείς στο ΕΜΣΤ τη μεγάλη διεθνή έκθεση με τίτλο «Statecraft: Διαμορφώνοντας το κράτος», η οποία απλώνεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της στο -1 του ΕΜΣΤ, και τον κύκλο εκθέσεων του Αντώνη Πίττα «Jaune, geel, gelb, yellow», «Απόβλητα (Κληρονομιά)» της Jennifer Nelson, «Στον ίδιο χώρο» της φωτογράφου Ειρήνης Βουρλούμη και τον «Ηχητικό ντετέκτιβ» του Ιορδανού Lawrence Abu Hamdan. Από τον Οκτώβριο, που ολοκληρώνονται οι παραπάνω εκθέσεις, αναμένουμε επίσημα τον νέο προγραμματισμό του ΕΜΣΤ.
«Η αλλαγή της συλλογής θα γίνει σταδιακά, από το 2023, ανά όροφο και, φυσικά, θα υπάρχει ένας κεντρικός επιμελητικός άξονας που θα ανακοινωθεί όταν είναι η ώρα. Πριν γίνει αυτό, θα πρέπει να ολοκληρωθεί η απογραφή της συλλογής, που έχει να γίνει πάνω από δεκαετία», μας λέει η κ. Γρέγου και κάπως έτσι ξεκινάει μια συζήτηση γύρω από το όραμά της, για τη σπουδαία γενναιόδωρη δωρεά από τη Συλλογή Δ. Δασκαλόπουλου και τη σύγχρονη τέχνη στην Ελλάδα.
«Μια μουσειολογική μελέτη δεν είναι ιερή αγελάδα», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά στη συνέντευξη Τύπου η καλλιτεχνική διευθύντρια πυροδοτώντας σχολιασμό σχετικά με την πρόθεσή της για μια πιο ευέλικτη προσέγγιση, η οποία θα ανανεώνει συχνά έργα της συλλογής! «Η “μουσειολογική μελέτη” είναι απλώς ένας πιο περίπλοκος τρόπος για να πούμε το σχέδιο εγκατάστασης των έργων μιας έκθεσης, κάτι που είναι μια επαναλαμβανόμενη κοινή πρακτική για οποιονδήποτε επιμελητή σε οποιαδήποτε έκθεση. Στην πραγματικότητα, ο όρος δεν είναι πια δόκιμος και δεν χρησιμοποιείται στον σύγχρονο μουσειακό κόσμο. Ως επιμελήτρια, έχω ολοκληρώσει δεκάδες μουσειολογικές μελέτες σε όλες τις εκθέσεις που έχω επιμεληθεί και δεν το θεωρώ ως κάτι τόσο εξεζητημένο. Τώρα, σε ένα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, που είναι ένας ζωντανός οργανισμός που πρέπει να καταγράφει τον παλμό της εποχής του, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα η ιδέα μιας μόνιμης συλλογής, όπως θεσπίστηκε στην αρχή στο ΕΜΣΤ, είναι αντιθέτως οξύμωρος όρος. Ετσι, σύμφωνα με τη νέα πολιτική της συλλογής του μουσείου, αντικαθίσταται η ιδέα της μόνιμης συλλογής και μιας στατικής και παγιωμένης μουσειολογικής μελέτης από μια ευέλικτη επιμελητική προσέγγιση, η οποία θα ανανεώνει συχνά έργα της συλλογής και θα προτείνει καινούργιες αφηγήσεις, συνδέσεις, σχέσεις και ερμηνείες. Με τον τρόπο αυτόν, η συλλογή του μουσείου θα είναι ένας ζωντανός οργανισμός που θα αλλάζει και θα προσελκύει κάθε φορά εκ νέου το κοινό, αλλά και το μουσείο θα μπορεί να αναδεικνύει περισσότερους καλλιτέχνες που βρίσκονται στη συλλογή του».
Μεγάλες αλλαγές
Εχει αλλάξει ριζικά ο κόσμος της τέχνης τα τελευταία τριάντα χρόνια. Εχοντας μακρά θητεία και γνώση της ιστορίας της τέχνης στην ερώτηση ποιες είναι οι τάσεις που συνομιλούν σήμερα με τον 21ο αιώνα η Κατερίνα Γρέγου απαντάει: «Αυτό είναι ένα πολύ σύνθετο ερώτημα για να απαντηθεί σε λίγες σειρές. Σε γενικές γραμμές, οι τρεις μεγαλύτερες αλλαγές των τελευταίων 20-30 ετών περίπου είναι ότι ο κόσμος της τέχνης έχει επεκταθεί πολύ πέρα από τις πάλαι ποτέ κυρίαρχες πρωτεύουσες της τέχνης της μεταπολεμικής εποχής (Παρίσι, Νέα Υόρκη). Υπάρχει μια γεωγραφική εξάπλωση και μια έκρηξη σε αριθμό τόσο των μουσείων όσο και των ίδιων των καλλιτεχνών και επαγγελματιών της τέχνης. Η αγορά και οι συλλέκτες έχουν γίνει πολύ πιο ισχυροί και ο τομέας έχει γίνει πολύ πιο διεπιστημονικός. Tέχνες και επιστήμες, όπως ο χορός και το θέατρο, η τεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη, και πεδία, όπως η Εθνογραφία, η Κοινωνιολογία και η Ανθρωπολογία, μεταξύ άλλων, έχουν επηρεάσει και… μπολιάζουν όλο και περισσότερο τις εικαστικές τέχνες».
Οσο για το όραμά της για το ΕΜΣΤ, η ίδια απαντάει: «Η άποψή μου είναι ότι για ένα δημόσιο μουσείο, η τέχνη και ο οπτικός πολιτισμός αποτελούν σημαντικό παράγοντα μετασχηματισμού της εκπαίδευσης, της παραγωγής γνώσης, των εναλλακτικών αφηγήσεων και κινητήρια δύναμη για τη διάδοση αξιών προόδου και χειραφέτησης στην κοινωνία. Το όραμα που έχω για το μουσείο, συνεπώς, εστιάζει σε πρακτικές που εξετάζουν με κριτικό βλέμμα συνολικά την κοινωνία και τις πολιτικές της προτεραιότητες και πραγματεύονται κεντρικά ζητήματα της εποχής μας, όπως η δημοκρατία, η διακυβέρνηση, η ισότητα, η οικονομία, το περιβάλλον, οι συνέπειες της παγκοσμιοποίησης και της κυριαρχίας της τεχνολογίας, ενώ ταυτοχρόνως αναδεικνύουν τη σημασία του δημόσιου διαλόγου και των “κοινών”.
Μέσα από τις δράσεις του το ΕΜΣΤ αναπτύσσει αφηγήσεις που προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν το πολυσύνθετο και διαρκώς επιταχυνόμενο παρόν μας, τη στιγμή που η ανθρωπότητα πασχίζει να συμβαδίσει με τον καλπάζοντα ρυθμό των αλλαγών. Παράλληλα, το μουσείο έχει ως στόχο να αμφισβητήσει την παροντολατρική κουλτούρα της εποχής μας και πιο συγκεκριμένα να φέρει στο προσκήνιο την ιστορική αυτοσυνειδησία».
Παρελθόν, παρόν, μέλλον
Στόχος του ΕΜΣΤ, λοιπόν, όπως σημειώνει η κ. Γρέγου, δεν είναι απλώς να αποτυπώσει «το zeitgeist, αλλά να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τις επιλογές που έγιναν στο παρελθόν, κοιτώντας τες μέσα από την οπτική γωνία του παρόντος, με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Αξιοποιώντας το πλεονέκτημα της θέσης του σε μια δυναμική και πολυπολιτισμική μητρόπολη της Μεσογείου, όπως είναι η Αθήνα, το μουσείο δίνει έμφαση στην εντοπιότητα, εστιάζει στις πλούσιες και αμφιλεγόμενες ιστορίες του γεωγραφικού χώρου του οποίου αποτελεί μέρος, ενός χώρου που περιλαμβάνει τα Βαλκάνια, την Τουρκία, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, ειδικά σε ό,τι αφορά τη συλλογή».
Μία από τις αποστολές του μουσείου, όπως μας περιγράφει η καλλιτεχνική διευθύντρια, είναι να φέρει αυτές τις αφηγήσεις στο προσκήνιο και να καλλιεργήσει δημιουργικές πρακτικές μνήμης σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από προσήλωση στο παρόν, στο βραχυπρόθεσμο και την ιστορική αμνησία. «Μολονότι διατηρεί τη διεθνή του προοπτική και παρουσιάζει πρωτοποριακή σύγχρονη τέχνη από όλο τον κόσμο, το ΕΜΣΤ ταυτοχρόνως παραμένει γειωμένο στον ιδιαίτερο γεωπολιτικό του χώρο, παραμένοντας πιστό στην υβριδική ταυτότητα της ίδιας της Ελλάδας, η οποία έχει δεχτεί επιρροές τόσο από την Ανατολή, ή αυτό που στο παρελθόν αποκαλείτο Λεβάντε, όσο και από την Ευρώπη και τη Δύση. Το ΕΜΣΤ εκθέτει διεθνή σύγχρονη τέχνη, αλλά θεωρεί επίσης αποστολή του να αναζητά, να υποστηρίζει και να προωθεί τη σύγχρονη ελληνική τέχνη -η οποία είναι εν πολλοίς άγνωστη έξω από τα σύνορα της χώρας- τόσο αναδεικνύοντας τους Ελληνες καλλιτέχνες μέσω ατομικών εκθέσεων και άλλων εκδηλώσεων όσο και ενισχύοντας τις διεθνείς ανταλλαγές», σημειώνει και υπογραμμίζει ότι το ΕΜΣΤ «εφαρμόζει τη δίκαιη αμοιβή για τους καλλιτέχνες και τους πολιτιστικούς παραγωγούς. Αμείβει όλους τους καλλιτέχνες και επαγγελματίες του πολιτισμού που εργάζονται ή εκθέτουν στο μουσείο και προάγει βέλτιστες πρακτικές σε ό,τι αφορά τόσο την παρουσίαση του καλλιτεχνικού έργου όσο και την καλλιέργεια των καλύτερων δυνατών συνθηκών για την καλλιτεχνική έρευνα και παραγωγή.
Τέλος, το EMΣT έχει ως στόχο να φέρει τη σύγχρονη τέχνη και τον οπτικό πολιτισμό σε ένα κατά το δυνατόν ευρύτερο κοινό, σε μια χώρα, μάλιστα, όπου η αρχαιότητα κατέχει ανέκαθεν την πρωτοκαθεδρία στο πολιτιστικό πεδίο, συχνά εις βάρος της νεότερης και σύγχρονης κουλτούρας».
«Η δωρεά Δασκαλόπουλου είναι η σημαντικότερη στην ιστορία του μουσείου»
Η κ. Γρέγου δηλώνει ενθουσιασμένη για τη δωρεά από τη Συλλογή Δ. Δασκαλόπουλου. «Η δωρεά Δασκαλόπουλου είναι η σημαντικότερη στην ιστορία του μουσείου», σημειώνει και εξηγεί πως πέρα από το γεγονός ότι ένας αριθμός σημαντικών έργων διεθνών αλλά και Ελλήνων καλλιτεχνών θα εισέλθει στη συλλογή, αποτελεί επίσης μια χειρονομία εμπιστοσύνης προς το μουσείο, την οποία ελπίζω να ακολουθήσουν και άλλοι σημαντικοί συλλέκτες. Αυτό που κάνει τη δωρεά αυτή ακόμη πιο αξιοσημείωτη είναι ότι ήταν άνευ δεσμευτικών όρων. Είχαμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε τα έργα μέσα από μία πλούσια σε αριθμό έργων λίστα που μας έδωσε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, για να συνάδουν με τους άξονες της ήδη υπάρχουσας συλλογής. Το πιο σημαντικό είναι ότι η δωρεά προς όλα τα μουσεία είναι υποδειγματική, όσον αφορά στη σύμπραξη του ιδιωτικού και του δημόσιου στον τομέα του πολιτισμού, γιατί αναγνωρίζεται ο πρωταρχικής σημασίας ρόλος των δημόσιων μουσείων, καθώς και η σημασία του επιστημονικού έργου που εκπονούν στον χώρο του πολιτισμού.
Επιπλέον, ο ιδιώτης στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν επιβάλλει έργα και όρους αλλά δείχνει εμπιστοσύνη στους φορείς και τους επιστήμονες που εργάζονται εντός τους που ρόλος τους είναι να αξιολογούν την τέχνη, να την αναδεικνύουν και να την επικοινωνούν στο κοινό. Πολλές φορές τα μουσεία βρίσκονται εγκλωβισμένα από περιοριστικούς όρους που έχουν θέσει δωρητές και συλλέκτες, που πολλές φορές προσπαθούν να επιβάλουν τις επιλογές τους, κάτι που δεν είναι υγιές για έναν δημόσιο φορέα. Τέλος, η δωρεά συνοδεύεται, επίσης, από τη δημιουργία ενός δικτύου επιμελητών, το οποίο ελπίζουμε ότι θα οδηγήσει σε μια άνθηση των ανταλλαγών, ιδίως μεταξύ της Tate και του ΕΜΣΤ, όπου ένα σχετικά νέο ίδρυμα όπως το ΕΜΣΤ μπορεί να επωφεληθεί από τις γνώσεις και τη μακροχρόνια εμπειρία ενός παλαιότερου, πολύ μεγαλύτερου και καθιερωμένου ιδρύματος όσον αφορά στη συλλογή».
Ειδήσεις σήμερα