O συνταξιούχος αστυνομικός και νυν ιδιωτικός ερευνητής Μάνος Βαρσάμης και η συνεργάτιδά του, η ψυχολόγος Έλσα Γληνού για άλλη μια φορά πασχίζοντας να ξετυλίξουν το κουβάρι αυτής της τόσο περίπλοκης υπόθεσης, θα βρεθούν αντιμέτωποι με έναν παρανοϊκό και αδίστακτο δολοφόνο που, κρυμμένος καλά στο σκοτάδι, σκορπίζει γύρω του τον τρόμο και τον θάνατο με όπλο του το αψέντι, επισφραγίζοντας τη φρίκη με την ευωδιά των τριαντάφυλλων… Η Ελευθερία Μεταξά γράφοντας ένα τόσο καταιγιστικό ανατρεπτικό, γρήγορο ψυχολογικό θρίλερ αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι και τα ελληνικά δεν υστερούν σε τίποτα από τα ξένα!
«ΙΧΝΟΣ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ» ο τίτλος του νέου σας βιβλίου. Πώς προέκυψε; Τι σας ενέπνευσε;
– Ο τίτλος του βιβλίου προέκυψε τυχαία, όταν, κολλημένη με το αυτοκίνητό μου σε απίστευτη κίνηση, παρατηρούσα τους γύρω μου για να περάσει η ώρα. Είδα, λοιπόν, στο πίσω κάθισμα του διπλανού μου αυτοκινήτου ένα πιτσιρίκι που θόλωνε με την ανάσα του το τζάμι και ζωγράφιζε με το δαχτυλάκι του ένα χαμογελαστό προσωπάκι. Όταν το τζάμι ξεθόλωνε, το ξαναθόλωνε με το χνώτο του και τότε το προσωπάκι εμφανιζόταν και πάλι και ο πιτσιρίκος ξεκαρδιζόταν από τα γέλια. Αυτή η σκηνή γέννησε στο μυαλό μου την εικόνα ενός καθρέφτη, που καθώς θολώνει από υδρατμούς επιτρέπει στη φράση που κάποιος είχε γράψει εκεί να εμφανιστεί ξανά. Κι έτσι γεννήθηκε όχι μόνο ο τίτλος, αλλά και η βασική ιδέα της ιστορίας.
-Το ανατριχιαστικό σασπένς που αρχίζει με ένα Ίχνος στον καθρέφτη οδηγεί σε ένα βίαιο κόσμο με πρωταγωνιστή το Γύπα; Το όνομα συμβολικό ή προσδιορίζει κάποιο πρόσωπο;
– Το όνομα προσδιορίζει ένα συγκεκριμένο πρόσωπο που επέλεξε συνειδητά το παρωνύμιο «Γύπας», εμπνευσμένο τόσο από στοιχεία της εξωτερικής εμφάνισης του συγκεκριμένου όρνεου όσο και από την επιθετική και αρπακτική του διάθεση.
-Κάνετε ιδιαίτερη μνεία στους καταραμένους ποιητές, παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην πλοκή καθώς οι ήρωές σας ο Μάνος Βαρσάμης και η Έλσα Γληνού καλούνται να διαλευκάνουν ένα έγκλημα που συνδέεται με τη Γαλλία του 19ου αιώνα… αυτό το flash back στη συγκεκριμένη εποχή πόσο σας δυσκόλεψε; Πόσο σας δυσκόλεψε να δέσετε μια τόσο δύσκολη εποχή χωρίς να υπάρξουν κενά;
-Η σύνδεση των δύο εποχών ήταν ένα δύσκολο, αλλά εξαιρετικά συναρπαστικό εγχείρημα. Πραγματοποίησα μια εκτενή έρευνα για τους ποιητές αυτούς και την περίοδο στην οποία έζησαν και δημιούργησαν, ώστε να συλλέξω τις απαραίτητες πληροφορίες και να καταφέρω να αποδώσω την ατμόσφαιρα της εποχής. Βέβαια, χρειαζόμουν έναν συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο Παρίσι του 19ου αιώνα και στην Αθήνα του σήμερα και τον βρήκα στο αψέντι, το αγαπημένο ποτό των καταραμένων ποιητών, το οποίο ο Γύπας μετατρέπει σε φονικό όπλο.
-Tα ονόματα των χαρακτήρων έχουν μεγάλη σημασία. Πώς επιλέγετε ονόματα;
– Προσπαθώ να δώσω στους ήρωες ονόματα που ταιριάζουν με την ιδιοσυγκρασία τους, ακόμα και με την εμφάνισή τους. Παιδεύτηκα ιδιαίτερα με το ψευδώνυμο του συγγραφέα Στάθη Κοντού, καθώς αυτό έχει απόλυτη σχέση με την πλοκή του βιβλίου αλλά και με την ταυτότητα του ενόχου. Μετά από πολλές απόπειρες, κατέληξα να τον ονομάσω «Βοΐωνα Τουρή» (το όνομα Βοΐων είναι υπαρκτό και δεν αποτελεί αποκύημα της φαντασίας μου).
-Οι ανατροπές αποτελούν το άλας της αστυνομικής λογοτεχνίας. Γιατί τις απολαμβάνουμε τόσο;
-Η ανατροπή αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του μυστηρίου, του γρίφου που πλάθει ο συγγραφέας. Εκπλήσσει τον αναγνώστη, του διαλύει τη βεβαιότητα ότι οδεύει προς την ανακάλυψη του ενόχου και τον βάζει ξανά στη διαδικασία της αναζήτησης. Βέβαια, κάθε ανατροπή πρέπει να είναι απόλυτα δικαιολογημένη, διαφορετικά χάνει το νόημά της και αποτελεί απλώς στοιχείο κενού εντυπωσιασμού.
-Ο αναγνώστης είναι θύμα ή θύτης;
-Συνήθως, ο αναγνώστης ταυτίζεται με το θύμα, συμπάσχει και απαιτεί δικαιοσύνη. Όμως, επειδή πιστεύω ότι κανείς δεν γεννιέται καλός ή κακός, αλλά διαμορφώνει τον χαρακτήρα του ανάλογα με τα βιώματά του, προσπαθώ ενίοτε να βάλω τον αναγνώστη σε μια διαδικασία κατανόησης των κινήτρων που οδηγούν κάποιον στο έγκλημα, όχι για να τον δικαιολογήσει αλλά για να καταλάβει ότι οποιοσδήποτε -ακόμα και ο ίδιος- μπορεί να μετατραπεί σε θύτη κάτω από ειδικές συνθήκες. Θεωρώ, λοιπόν, ότι ο αναγνώστης είναι ένας παρατηρητής που καλείται στο τέλος να κρίνει αν αποδόθηκε δικαιοσύνη.
-Είναι ο φόνος 15χρονων κοριτσιών απέλπιδα/διεστραμμένη απόπειρα εξεύρεσης ευτυχίας στην ιστορία σας;
-Ο φόνος των κοριτσιών δεν αποτελεί για τον δολοφόνο απόπειρα να βρει την ευτυχία, αλλά να αποδώσει, με τον δικό του, διεστραμμένο και αρρωστημένο τρόπο, δικαιοσύνη, να επαναφέρει την ισορροπία που πιστεύει πως διαταράχτηκε και να ανακτήσει την αναγνώριση και τη φήμη που θεωρεί ότι του στέρησε το παρελθόν.
-Πόσο απέχει η φαντασία σας από την πραγματική ζωή; Και πώς η πραγματική ζωή, επηρεάζει εν τέλει τη φαντασία σας;
-Γενικά δεν μου αρέσει να αντλώ έμπνευση από πραγματικά περιστατικά. Πιστεύω ότι θα ήταν εξαιρετικά επίπονο για τους ανθρώπους που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο εμπλέκονται σε αληθινά εγκλήματα να διαβάζουν, έστω και κάπως παραλλαγμένη, τη δική τους ιστορία. Η ιδέα για ένα βιβλίο μπορεί να προκύψει από μια εικόνα, μια συζήτηση ή ένα τυχαίο συμβάν, αλλά όχι από ένα πραγματικό γεγονός. Άλλωστε, δυστυχώς, η ειδησεογραφία αποδεικνύει ότι πολλές φορές η πραγματικότητα ξεπερνά τη φαντασία ακόμα και του πιο ευρηματικού συγγραφέα.
-Έχει γίνει ο κόσμος πιο νουάρ λόγω παγκόσμιων καταστάσεων; Έχει έρθει ο θάνατος περισσότερο στο προσκήνιο;
-Δυστυχώς, τόσο οι πόλεμοι που ξεσπούν σε διάφορα σημεία του πλανήτη όσο και οι θάνατοι είτε από φυσικές καταστροφές είτε από εγκληματικές πράξεις αποτελούν ειδήσεις που καθημερινά διαβάζουμε. Αυτό που με τρομάζει είναι πως πλέον η απώλεια της ανθρώπινης ζωής έχει μετατραπεί σε αριθμό, που απλώς τον ακούμε χωρίς πάντα να συνειδητοποιούμε σε τι μεταφράζεται, πως η βία έχει υποκαταστήσει τον διάλογο, τον σεβασμό και τη λογική. Δεν ξέρω, λοιπόν, αν ο κόσμος μας έχει γίνει πιο νουάρ, πιστεύω όμως ότι έχει γίνει πιο κυνικός και απάνθρωπος.
-Οι πόλεμοι, η φτώχεια, ο ρατσισμός, η βία, η αδικία αποτελούν πηγή έμπνευσης στο χέρι κάθε συγγραφέα;
-Θεωρώ ότι ένας συγγραφέας δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστος από αυτά που συμβαίνουν γύρω του, αποτελεί «παιδί» της εποχής του. Απεικονίζει -συνειδητά ή ασυνείδητα- στο έργο του την κοινωνική πραγματικότητα μέσα στην οποία ζει, θίγει τα προβλήματα που απασχολούν τους γύρω του αλλά και τον ίδιο.