Από την πανώλη του Ιουστινιανού, που σκότωσε εν μια νυκτί πάνω από δέκα χιλιάδες ανθρώπους, μέχρι τον αιώνα μας, ο Christian W. McMillen, καθηγητής Ιστορίας, αναπληρωτής πρύτανης της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών και μέλος του Παγκόσμιου Ινστιτούτου Μολυσματικών Ασθενειών του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια, διατρέχει την Ιστορία και εξηγεί πώς τα ξεχωριστά βιολογικά χαρακτηριστικά κάθε ασθένειας επηρέασαν την εξάπλωση της πανδημίας της.
Συνέπειες
Στο βιβλίο «Πανδημίες» της σειράς «Μια σύντομη εισαγωγή» ο συγγραφέας περιγράφει πώς η Ιστορία επηρεάζεται από τις πανδημίες, αλλά και πώς οι κοινωνικές συμπεριφορές επηρεάζουν την εξέλιξη των πανδημιών. Ομως, η μελέτη των πανδημιών παρέχει και απρόσμενες ανακαλύψεις για τον πολιτισμό και την πολιτική. Τον Δεκέμβριο του 2016, αξιολογώντας τη σχέση ανάμεσα στη φτώχεια, στις ασθένειες και τη γεωγραφία των επιδημιών ο McMillen είχε επισημάνει σχεδόν προφητικά την ανάγκη να μάθουν οι κυβερνήσεις από προηγούμενες εμπειρίες και να συνεργαστούν παγκοσμίως και προληπτικά για την αποτροπή μελλοντικής επιδημίας. Κάτι που δεν έγινε.
Στην εισαγωγή του βιβλίου ο συγγραφέας σημειώνει τα εξής: «Το έργο που ξεκίνησε με τον Λουί Παστέρ στη Γαλλία και ολοκληρώθηκε με τον Ρόμπερτ Κοχ στη Γερμανία σήμαινε ότι ασθένειες που κάποτε εξηγούνταν με μυριάδες τρόπους εξηγούνται έκτοτε με έναν και μοναδικό. Ο,τι και να πει κανείς είναι λίγο για τις συνέπειες αυτής της μεταβολής. Η ανακάλυψη ότι τα βακτήρια προκαλούν ασθένειες όπως η φυματίωση σήμαινε ότι οι εξηγήσεις που για αιώνες δίνονταν ως αιτιολoγία των ασθενειών τώρα πλέον δεν ίσχυαν. Για πρώτη φορά η ιατρική επιστήμη γνώριζε στ’ αλήθεια τι προκαλούσε μια ορισμένη ασθένεια. Οι ασθένειες μπορούσαν πια να θεραπεύονται στ’ αλήθεια. Η ανακάλυψη του βακίλου της φυματίωσης και των βακτηρίων που προκαλούσαν την πανώλη επέτρεψε στην Ιατρική να αναπτύξει αποτελεσματικές θεραπείες και να κατανοήσει πώς μπορεί να προλαμβάνει την εμφάνιση μολύνσεων. Ωστόσο, η εργαστηριακή επανάσταση καλλιέργησε μια υπερβολική εμπιστοσύνη στη δύναμη της Βιοϊατρικής να απαλλάξει τον κόσμο από μολυσματικές ασθένειες, καθώς ευνόησε την πεποίθηση ότι ο τρόπος για να το πετύχει αυτό βασιζόταν πολύ περισσότερο στην καταπολέμηση των μικροβίων, παρά στην καταπολέμηση των κοινωνικών συνθηκών που προκαλούν εξαρχής τη νόσο. Αυτό οδηγεί σε ένα άλλο ζεύγος ζητημάτων: τη σχέση μεταξύ φτώχειας και ασθένειας και της γεωγραφίας των επιδημιών και των πανδημιών».
Ο «Ε.Τ.» της Κυριακής προδημοσιεύει αποσπάσματα από το βιβλίο, που κυκλοφορεί αύριο, Δευτέρα 9 Νοεμβρίου.
Πανώλη: «Το τελευταίο ξέσπασμα στην Ευρώπη σημειώθηκε στη Ρωσία το 1770»
«Οταν το πρώτο κύμα της αποκαλούμενης δεύτερης πανδημίας έλαβε τέλος το 1353, άφησε πίσω του μια ήπειρο αλλαγμένη για πάντα. Από τότε που επανεμφανίστηκε το 1347, η πανώλη επισκεπτόταν τακτικά το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης και του ισλαμικού κόσμου. Το τελευταίο της ξέσπασμα στην Ευρώπη σημειώθηκε στη Ρωσία το 1770. Η δεύτερη πανδημία πανώλης δεν αποτελεί μεμονωμένο γεγονός∙ επρόκειτο για μια σειρά από επιδημίες που διέφεραν μεταξύ τους ως προς τη σφοδρότητα, την κλίμακα και το εύρος. Για δεκαετίες, οι περισσότεροι επιστήμονες πίστευαν πως η πανώλη εισήχθη άπαξ από την Κεντρική Ασία στα μέσα του 14ου αιώνα κι έπειτα συγκρότησε εκεί μια δεξαμενή. Πρόσφατες έρευνες για τον συσχετισμό ανάμεσα στις μεταβολές του κλίματος της Κεντρικής Ασίας και τις επιδημίες πανώλης στην Ευρώπη υποδεικνύουν ότι το παλιό μοντέλο μάλλον χρειάζεται αναθεώρηση. Είναι πιθανό η πανώλη να ερχόταν στην Ευρώπη ξανά και ξανά. Οταν το κλίμα έγινε πιο θερμό, o πληθυσμός των γερβίλων της Κεντρικής Ασίας (των λεγόμενων αρουραίων της ερήμου) έφτασε στα ύψη και έγινε ένας ιδιαίτερα κινητικός και διαδεδομένος ξενιστής για τους ψύλλους. Οι ψύλλοι μεταπηδούσαν στους ανθρώπους και τα οικόσιτα ζώα, που στη συνέχεια τους μετέφεραν στην Ευρώπη σε μια περίοδο ισχυρών εμπορικών δεσμών μεταξύ λιμένων της Ασίας και της Ευρώπης, όπως το Ντουμπρόβνικ. Με την πάροδο των αιώνων οι Ευρωπαίοι προσαρμόσθηκαν στην πανώλη, έφτασαν ακόμη και στο σημείο να την περιμένουν, και ανέπτυξαν τρόπους να την αντιμετωπίζουν».
Εντυπωσιακή πρεμιέρα της κινέζικης κροβατικής παράστασης «Ιπτάμενη Νεράιδα»
ΧΟΛΕΡΑ: «Ηταν ολοφάνερο: κάτι είχε το νερό. Αλλά κανένας δεν γνώριζε ακόμα τι…»
«Η σχέση μεταξύ αστικοποίησης, ρυπαρών συνθηκών διαβίωσης και νόσου ήταν ξεκάθαρη. Ανθρωποι όπως ο Τσάντγουικ πίστευαν ότι το καθαρό νερό θα ξέπλενε το μίασμα και τις αναθυμιάσεις της καθημερινής ζωής που προκαλούσαν δηλητηριώδεις συνθήκες διαβίωσης. Το ότι μπορεί να έφταιγε το ίδιο το νερό δεν του πέρασε από το μυαλό. Πέρασε όμως από το μυαλό του Τζον Σνόου (John Snow), όταν έκανε την πρωτοποριακή επιδημιολογική εργασία του στο Λονδίνο κατά τη διάρκεια της επιδημίας χολέρας του 1854. Ο Σνόου είχε αρχίσει να μελετά το πρόβλημα της χολέρας κατά την επιδημία του 1848, δημοσιεύοντας το 1849 το βιβλίο “On the Mode of Communications of Cholera” (Περί των τρόπων μετάδοσης της χολέρας). Ο Σνόου διερωτήθηκε εάν τα περιττώματα των θυμάτων της χολέρας εισχωρούσαν στο δίκτυο του νερού. Για τον Σνόου, η χολέρα, σε αντίθεση με την ευλογιά, δεν μεταδιδόταν απευθείας από το ένα άτομο στο άλλο μέσω του αέρα, εφόσον ήταν μια ασθένεια των εντέρων και όχι των πνευμόνων. Το ότι η χολέρα μεταφερόταν με το νερό ήταν απλώς μια θεωρία – μια θεωρία που σύντομα θα μπορούσε να ελέγξει. Σε ένα θρυλικό επίτευγμα της επιδημιολογίας, ο Σνόου χαρτογράφησε τις περιοχές των κρουσμάτων χολέρας κατά τη διάρκεια της επιδημίας του 1854 για να προσδιορίσει από πού έπαιρναν νερό όσοι είχαν νοσήσει. Η σύνδεση έγινε ξεκάθαρη: στο Σόχο, αποκάλυψε ο Σνόου, όσοι είχαν χολέρα έπιναν νερό από την ίδια πηγή, την αντλία της Οδού Μπρόουντ. Αφότου ο Σνόου άσκησε πιέσεις για να αφαιρεθεί το χερούλι της αντλίας, τα κρούσματα χολέρας μειώθηκαν κατακόρυφα. Ηταν ολοφάνερο: κάτι είχε το νερό. Αλλά κανένας δεν γνώριζε ακόμα τι».
ΓΡΙΠΗ: «Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου σκότωσε τουλάχιστον 50 εκατ. ανθρώπους»
«Η γρίπη που σάρωσε την υφήλιο σε δύο κύματα το 1918 και ένα τρίτο το 1919 ήταν η χειρότερη πανδημία στην Ιστορία από την εποχή του Μαύρου Θανάτου. Η γρίπη είχε εξελιχθεί σε πανδημία και παλαιότερα – με πιο πρόσφατη, και σφοδρή, εκείνη του 1889-92. Καμία όμως δεν είχε τέτοιον αντίκτυπο όσο η πανδημία την εποχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τότε η γρίπη σκότωσε τουλάχιστον πενήντα εκατομμύρια ανθρώπους. Οι περισσότεροι θάνατοι συνέβησαν μέσα σε δύο φρικτούς μήνες, Οκτώβριο και Νοέμβριο. Ανατρέχοντας στο παρελθόν, διαβάζουμε στην “British Medical Journal” τον Απρίλιο του 1919: Στη Βομβάη η γρίπη “προκάλεσε τέτοιον όλεθρο που μπορεί να παραλληλιστεί… μόνο με εκείνον του Μαύρου Θανάτου”. Η προέλευση του ιού δεν έχει γίνει ακόμα γνωστή. Πολλές φορές αναφέρεται ότι ήταν η Ασία. Στην Ιταλία οι φήμες έλεγαν ότι δεν ήταν καν γρίπη αλλά ένας χημικός πόλεμος που είχαν εξαπολύσει οι Γερμανοί.
Το φυλλάδιο που είχε κυκλοφορήσει ένας Ιταλός γιατρός είχε για τίτλο το ερώτημα: “Εχουν, άραγε, οι τελευταίες σοβαρές επιδημίες εγκληματική προέλευση;”. Το πρώτο γνωστό ξέσπασμα συνέβη στο Καμπ Φάνστον, στο Καν. Από εκεί ταξίδεψε σε άλλα φρούρια και σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Επιβιβάστηκε σε πλοία που απέπλεαν για τη Γαλλία τον Απρίλιο. Εξαπλώθηκε γρήγορα στην Ευρώπη, έφτασε στη Βόρεια Αφρική και την Ινδία, και μέχρι τον Ιούλιο στην Κίνα και την Αυστραλία. Η γρίπη έπληξε τόσο πολλούς φορτοεκφορτωτές στις Φιλιππίνες που σταμάτησαν οι εργασίες στις αποβάθρες. Η πανδημία εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο μέσα σε τέσσερις μήνες. Το δεύτερο, μακράν πιο θανατηφόρο, κύμα άρχισε στη Γαλλία τον Αύγουστο του 1918».
INFO
«ΠΑΝΔΗΜΙΕΣ»
Σειρά: «Μια σύντομη εισαγωγή»
Συγγραφέας: Christian W. McMillen
Σελίδες: 208
Εκδόσεις: «Παπαδόπουλος»
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr