«Έχουμε στην κορωνίδα της δικής μας εξωτερικής πολιτικής το Κυπριακό» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Γεραπετρίτης υπογραμμίζοντας πως «προσπαθούμε με όλες μας τις δυνάμεις έτσι ώστε να επανεκκινήσουν οι συζητήσεις».
«Θα εξαντλήσουμε κάθε δυνατή προσπάθεια έτσι ώστε να έχουμε την επανεκκίνηση της συζήτησης»
«Θέλω να σας διαβεβαιώσω», τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών, «ότι θα εξαντλήσουμε κάθε δυνατή προσπάθεια έτσι ώστε να έχουμε την επανεκκίνηση της συζήτησης για το Κυπριακό, του διαλόγου μεταξύ του Προέδρου Χριστοδουλίδη και του Τουρκοκύπριου ηγέτη. Αυτή είναι η προσπάθεια την οποία καταβάλλουμε».
Η προσπάθεια αυτή, όπως είπε, οφείλει να γίνει μέσα στο πλαίσιο των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ενώ και «η Τουρκία οφείλει να έχει έναν πιο παραγωγικό ρόλο σε αυτό το ζήτημα έτσι ώστε να υπάρξει συζήτηση».
«Είναι νόμος της λογικής: χωρίς διάλογο, λύση δεν μπορεί να υπάρξει -και αυτόν τον διάλογο οφείλουμε να εξαντλήσουμε. Η Κυπριακή Δημοκρατία, πάντοτε στοχευμένη προς την κατεύθυνση της ειρήνης, της αρμονικής συμβίωσης στην Κύπρο, στη λύση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, νομίζω πως έχει θέσει το πλαίσιο κι εμείς με τη σειρά μας -η Ελληνική Κυβέρνηση κι εγώ προσωπικά- καταβάλλουμε άοκνες προσπάθειες προς όλες τις πλευρές έτσι ώστε να υπάρχει το αναγκαίο πλαίσιο» σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών.
Ο κ. Γεραπετρίτης χαρακτήρισε ιδιαίτερα κρίσιμο και σημαντικό το επόμενο διάστημα, είπε πως διατηρεί «μια βιώσιμη αισιοδοξία ότι το επόμενο διάστημα θα μπορέσουμε να εκκινήσουμε τον διάλογο» και κληθείς να διευκρινίσει από πού αντλεί αυτή την αισιοδοξία, απάντησε: «Αυτή τη στιγμή, εκείνο το οποίο καταγράφω -και το καταγράφω με ιδιαίτερη ικανοποίηση- είναι ότι ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών είναι εξαιρετικά αφοσιωμένος και ταγμένος στην εξέλιξη αυτή, έχει θέσει ως προτεραιότητά του το ζήτημα της επανεκκίνησης του διαλόγου και είναι πολύ σημαντικό, στο υψηλότερο επίπεδο του διεθνούς οργανισμού που καταλαμβάνει το σύνολο σχεδόν των χωρών του κόσμου, να έχουμε αυτή τη στιγμή το Κυπριακό ως προτεραιότητα. Από την άλλη πλευρά και εγώ, συζητώντας με τον Τούρκο ομόλογό μου, μεταφέρω την ανάγκη να υπάρξει επανεκκίνηση στις συζητήσεις. Θεωρώ ότι θα είναι προς όφελος των δύο πλευρών».
Στην ερώτηση αν είναι εφικτό να υπάρξει εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων με άλυτο το Κυπριακό, ο κ. Γεραπετρίτης είπε πως «η προσπάθεια η οποία γίνεται για να βαδίσουμε σε πιο ήσυχα νερά με την Τουρκία, είναι μία προσπάθεια, η οποία έχει ως στόχο την ειρήνη και την ευημερία στην ευρύτερη περιοχή μας» και εξέφρασε την πεποίθηση ότι «η εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων θα έχει μία θετική συμβολή και στο Κυπριακό». Εκτίμησε, επίσης, πως «είναι σημαντικό σε αυτή την περίοδο που αν μη τι άλλο υπάρχει ένας δίαυλος επικοινωνίας με την Τουρκία, να αξιοποιήσουμε αυτό το περιβάλλον και να μπορέσουμε να έχουμε μία ωφέλιμη εξέλιξη για το Κυπριακό».
Ο κ. Γεραπετρίτης τόνισε, παράλληλα, πως «δεν είμαστε αιθεροβάμονες, γνωρίζουμε ότι οι βασικές θέσεις της Τουρκίας δεν πρόκειται να αλλάξουν στον χρόνο» και εξήγησε πως «εκείνο το οποίο επιδιώκουμε είναι αφενός να περιορίσουμε την εχθροπάθεια -και πράγματι έχουν περιοριστεί οι υπερπτήσεις οι οποίες γίνονται πάνω από το Αιγαίο- και από την άλλη πλευρά να οικοδομήσουμε πάνω σε μια θετική ατζέντα με μέτρα τα οποία θα είναι αμοιβαίως συμφέροντα».
Κληθείς να σχολιάσει τις χθεσινές δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, ο κ. Γεραπετρίτης τις χαρακτήρισε «άστοχες και καταδικαστέες», επισημαίνοντας πως «δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την αλήθεια, ούτε συμβάλλουν στο κλίμα αμοιβαίας κατανόησης».
«Είναι σαφές ότι οι δηλώσεις δεν ήταν παραγωγικές, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και δεν ωφελούν καμιά πλευρά. Είναι σαφές ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έχει έναν πάρα πολύ ουσιαστικό ρόλο να επιτελέσει: είναι η εγγύτερη στη Μέση Ανατολή χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει επιτελέσει ένα υψηλού επιπέδου ανθρωπιστικό έργο στην περιοχή, έχει αναβαθμίσει σημαντικά τον γεωπολιτικό της ρόλο. Η πραγματικότητα είναι ότι δεν έχει καμία εμπλοκή, όπως άλλωστε έχει διακηρυχθεί με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες διεξάγονται».
Επανέλαβε ακόμη με έμφαση ότι «στεκόμαστε αλληλέγγυοι απέναντι σε οποιαδήποτε απειλή κατά της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Θα σταθούμε μαζί της».
Ο κ. Γεραπετρίτης ξεκαθάρισε ακόμη πως «η εξωτερική πολιτική τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου, είναι εξωτερική πολιτική αρχών. Δεν δεχόμαστε ούτε υποδείξεις, ούτε συμβουλές» και πρόσθεσε: «Θα συνεχίσουμε αυτό τον δρόμο, τον οποίο έχουμε χαράξει, έτσι ώστε να μπορούμε να συνομιλούμε με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, να έχουμε μία παραγωγική συνεισφορά, όχι μόνο στη διαδικασία ειρήνευσης της περιοχής, αλλά και στην ανθρωπιστική βοήθεια που πρέπει να παρασχεθεί, ρόλος ο οποίος νομίζω αναγνωρίζεται από όλες τις πλευρές».
Ερωτηθείς αν ο χρόνος που επέλεξε ο κ. Φιντάν να κάνει τις δηλώσεις παραπέμπουν αλλού κι αν θέλει ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών να «θολώσει τα νερά» σε άλλα ζητήματα, ο κ. Γεραπετρίτης σχολίασε ότι «βρισκόμαστε σε μία εξαιρετικά κρίσιμη καμπή στη Μέση Ανατολή, μετά την πρόταση Μπάιντεν για την ειρηνευτική διαδικασία» και πρόσθεσε πως τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος προσπαθούν να έχουν μία στάση όσο το δυνατόν πιο παραγωγική ώστε να μπορέσουν τα μέρη να κατανοήσουν τις βασικές θέσεις, να συναιρέσουν τις διαφορές τους και να υπάρξει ειρήνευση στην περιοχή.
«Αυτού του τύπου η παραγωγική στάση εκ μέρους Ελλάδας και Κύπρου δεν ακολουθείται πάντοτε από όλα τα μέρη, τα οποία προσπαθούν να τοποθετηθούν με διάφορους τρόπους. Νομίζω το πιο κρίσιμο αυτή τη στιγμή […] είναι ότι θα πρέπει να έχουμε άμεση κατάπαυση του πυρός, προπάντων δε, θα πρέπει να μηδενίσουμε την οποιαδήποτε πιθανότητα να έχουμε διάχυση των εχθροπραξιών, η οποία θα έχει έτι περαιτέρω καταστροφικά αποτελέσματα».
Σε ό,τι αφορά την επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κύπρο, για πρώτη φορά την ημέρα της μαύρης επετείου, ο κ. Γεραπετρίτης υπογράμμισε πως πρόκειται για μία επίσκεψη «υψηλού συμβολισμού» που «θέλει να αναδείξει την κοινή εθνική πολιτική, την οποία έχουμε, να αναδείξει το ζήτημα του Κυπριακού για μία ακόμη φορά».
Σχολιάζοντας το γεγονός ότι στα Κατεχόμενα θα βρίσκεται ταυτόχρονα τουρκική αντιπροσωπεία, σημείωσε: «Γνωρίζουμε ότι από την άλλη πλευρά θα υπάρχει τουρκική αντιπροσωπεία υπό τον πρόεδρο Ερντογάν, με εκείνα τα οποία δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και την ιστορία. Εμείς θα μείνουμε πιστοί στην ιστορία, θα μείνουμε πιστοί στην ειρήνη, θα μείνουμε πιστοί στην προσδοκία ότι θα πρέπει το νησί ενωμένο να βαδίσει».
Ο υπουργός Εξωτερικών ανέφερε ακόμη ότι «για εμάς, στην Ελλάδα, είναι εξαιρετικά σημαντικό να μπορέσουμε να δείξουμε στον κυπριακό λαό τη διάθεσή μας να προχωρήσουμε αδελφωμένοι και αυτό θα πράξουμε και την ημέρα της μαύρης επετείου».
«Αναμένουμε από την αλβανική κυβέρνηση το αυτονόητο, να δοθεί η δυνατότητα στον Μπελέρη να ορκιστεί στις 16 Ιουλίου»
Χαρακτήρισε ως «το αυτονόητο και το ελάχιστο το οποίο οφείλει να πράξει η αλβανική πλευρά» το να δοθεί η δυνατότητα στον εκλεγμένο ευρωβουλευτή Φρέντη Μπελέρη να ορκιστεί στις 16 Ιουλίου (ημέρα ορκωμοσίας των νέων μελών του Ευρωκοινοβουλίου) και να συμμετάσχει σε όλες τις διαδικασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
«Ο Φρέντη Μπελέρη δεν είναι απλά ένας κρατούμενος εκλεγμένος δήμαρχος αλλά είναι και ένα μέλος του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου. Στις 16 Ιουλίου ορκίζονται τα νέα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αναμένουμε από την αλβανική κυβέρνηση το αυτονόητο: την τήρηση του ευρωπαϊκού κεκτημένου, την τήρηση του κράτους δικαίου, να υπάρξει δυνατότητα στον Φρέντη Μπελέρη να ορκιστεί και να συμμετάσχει σε όλες τις διαδικασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αυτό είναι το αυτονόητο και το ελάχιστο το οποίο οφείλει να πράξει η αλβανική πλευρά», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σχολιάζοντας δε την απόφαση του Εφετείου Τιράνων να επικυρώσει την πρωτόδικη ποινή φυλάκισης δύο ετών στον εκλεγμένο δήμαρχο Τιράνων και εκλεγμένο ευρωβουλευτή της ΝΔ, ο υπουργός Εξωτερικών είπε ότι «ήταν μία εξέλιξη, η οποία δεν ξέφυγε από εκείνο το οποίο αναμέναμε» και σημείωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση «είχε πολύ έγκαιρα αναδείξει τις βασικές ανησυχίες, τις οποίες είχε σε σχέση με την εφαρμογή βασικών θεμελιωδών αρχών του κράτους δικαίου, όπως είναι το τεκμήριο αθωότητας, η δυσαναλογία της ποινής, η παράνομη προσωρινή κράτηση επί μακρόν και η αδυναμία του Φρέντη Μπελέρη να ορκιστεί δήμαρχος στη Χειμάρρα επί μακρόν, με αποτέλεσμα εν τέλει μη νομιμοποιημένη εξουσία να διοικεί τον Δήμο».
Υπογράμμισε δε πως «όλες αυτές οι επιφυλάξεις μας σήμερα απλώς πολλαπλασιάζονται».
ΑΠΕ-ΜΠΕ