Η εξέλιξη αυτή, εφόσον επιβεβαιωθεί μέσα στους επόμενες λίγους μήνες από το Δικαστήριο, οδηγεί στο τέλος μιας δικαστικής διαμάχης μεταξύ των Βρυξελλών και της Αθήνας, που ξεκίνησε το 2013, ενώ η προηγούμενη κυβέρνηση δεν έκανε απολύτως τίποτα για την επίλυση του προβλήματος. Η σημερινή κυβέρνηση και ειδικότερα ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γεράσιμος Θωμάς βρίσκεται σε συζητήσεις με τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν, προκειμένου να βρεθεί ένας κοινός τόπος, ωστόσο η ολιγωρία των τελευταίων ετών έχει περιορίσει αισθητά τα περιθώρια διαπραγμάτευσης της Αθήνας.
Ιστορικό
Το όλο θέμα ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2013, όταν η Κομισιόν κίνησε σε βάθος έρευνα για ορισμένα μέτρα στήριξης της ΛΑΡΚΟ από το Ελληνικό Δημόσιο την περίοδο 2008-2011, όπως αύξηση κεφαλαίου και μια σειρά κρατικών εγγυήσεων. Τα μέτρα αυτά δεν κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή για προηγούμενη έγκριση, όπως απαιτούσαν οι κανόνες της Ε.Ε. Μετά από λεπτομερή ανάλυση, η Επιτροπή κατέληξε έναν χρόνο αργότερα, τον Μάρτιο του 2014, στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα στήριξης του Ελληνικού Δημοσίου προς τη ΛΑΡΚΟ προσέδωσαν στην επιχείρηση αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της, κατά παράβαση των κανόνων της Ε.Ε. για τις κρατικές ενισχύσεις. Ζητήθηκε από τη ΛΑΡΚΟ να επιστρέψει στο κράτος ποσό συνολικού ύψους 136 εκατ. ευρώ εντόκως, ώστε να αμβλυνθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκλήθηκαν από την ασύμβατη ενίσχυση.
Προσφυγή
Στις 9 Νοεμβρίου 2017 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στο οποίο προσέφυγε η Κομισιόν, διαπίστωσε παράβαση της Ελλάδας για τη μη εκτέλεση της απόφασης της Επιτροπής για την κρατική ενίσχυση. Οπως αναφέρει η Κομισιόν στην προσφυγή, η ΛΑΡΚΟ αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες τουλάχιστον από το 2008 και μια τέτοια προβληματική επιχείρηση μπορεί να λάβει κρατική ενίσχυση στο πλαίσιο είτε σχεδίου αναδιάρθρωσης για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητάς της είτε σχεδίου εξυγίανσης για την εύρυθμη εκκαθάρισή της. Ωστόσο, η Ελλάδα δεν υπέβαλε ποτέ σχέδιο αναδιάρθρωσης ή εξυγίανσης της ΛΑΡΚΟ. Συνεπώς, κατά την Επιτροπή, τα μέτρα ενίσχυσης δεν μπορούν να δικαιολογηθούν βάσει των κανόνων της Ε.Ε.
Σαμαράς για τη διαγραφή του: Κανείς δεν θα μου επιβάλει να θυσιάσω τη συνείδησή μου
Αίτημα ακύρωσης
Στη συνέχεια, η ΛΑΡΚΟ με προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ζήτησε την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 2014, και την επιστροφή οποιουδήποτε χρηματικού ποσού που έχει τυχόν «ανακτηθεί». Η προσφυγή αυτή απορρίφθηκε από το Γενικό Δικαστήριο την 1 Φεβρουαρίου 2018. Η ΛΑΡΚΟ ζήτησε την αναίρεση της ως άνω απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου και να αναπεμφθεί η υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο για την εκ νέου εκδίκαση.
Η εταιρεία υποστηρίζει ότι το μέτρο «εγγύηση 2008» δεν παρείχε πλεονέκτημα προς την ίδια και ότι έχει γίνει εσφαλμένη ερμηνεία του ΓΔΕΕ τόσο ως προς το χρονικό κριτήριο στην έννοια της προβληματικής επιχείρησης όσο και προς το κριτήριο της αμοιβής για την εγγύηση.
Στην εισήγησή του ο γενικός εισαγγελέας επισημαίνει ότι δεν έγινε εσφαλμένη ερμηνεία του χρονικού κριτηρίου στην έννοια της προβληματικής επιχείρησης, καθώς το Γενικό Δικαστήριο ορθώς έκρινε ότι η ΛΑΡΚΟ ήταν προβληματική επιχείρηση κατά τον χρόνο χορήγησης της εγγύησης στα τέλη του 2008, καθώς για την εκτίμηση της οικονομικής κατάστασης της ΛΑΡΚΟ στηρίχθηκε σε πραγματικά περιστατικά του 2008, δηλαδή, στα αρνητικά ίδια κεφάλαια της επιχείρησης, στη σημαντική μείωση του κύκλου εργασιών και στις σημαντικές ζημίες που συσσώρευσε κατά το έτος 2008. Περαιτέρω, για το ίδιο μέτρο του 2008, δεν έγινε εσφαλμένη ερμηνεία ούτε και του κριτηρίου της αμοιβής για την εγγύηση, τονίζοντας ότι σωστά υπολογίστηκε η προσήκουσα προμήθεια για την παρεχόμενη κρατική εγγύηση.
Τον λόγο τώρα έχει η ολομέλεια των δικαστών, η οποία καλείται να αποφασίσει τους επόμενους μήνες, τόσο σε ό,τι αφορά την εισήγηση του εισαγγελέα, όσο και για τα άλλα σημεία της αναίρεσης της ΛΑΡΚΟ. Κατά κανόνα, οι δικαστές ακολουθούν τις εισηγήσεις του γενικού εισαγγελέα.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου