«Η κατάσταση έχει ξεφύγει», λένε χαρακτηριστικά μητροπολίτες που τελευταία είναι «πυρ και μανία» και για τον πρόεδρο της Ελληνικής Λύσης, Κυριάκο Βελόπουλο, ο οποίος στο παρελθόν, μέσω εκπομπής τηλεπωλήσεων, προωθούσε ιδιόχειρες επιστολές του Ιησού.
«Εχει επιστολές του Ιησού του ιδίου. Γράφει ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός. Επιστολή δική του. Θα είστε οι μοναδικοί στον κόσμο που θα έχετε επιστολές του Ιησού Χριστού, του Θεού μας! Το καταλαβαίνετε; Δεν το πιστεύετε; Ορίστε!».
Αυτά και άλλα έλεγε πριν από λίγο καιρό ο Βελόπουλος προσπαθώντας να πείσει το ακροατήριό του για τις περιβόητες επιστολές του Χριστού και, όπως ήταν αναμενόμενο, η Εκκλησία αντέδρασε.
Μάλιστα, το «μύθο» του πολιτικού και τηλεπλασιέ καταρρίπτουν σήμερα και πανεπιστημιακοί καθηγητές Θεολογίας, οι οποίοι μιλώντας στον «Ε.Τ.» της Κυριακής εξηγούν ότι «ο Ιησούς δεν έγραψε καμία επιστολή, απλώς δίδαξε».
Ο αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, Χαράλαμπος Ατματζίδης, αναφέρει ότι εκτός από τα τέσσερα Ευαγγέλια και τα 27 βιβλία της Καινής Διαθήκης, στην Εκκλησία κυκλοφορούν διάφορα άλλα κείμενα, τα οποία αποδίδονται είτε στον Ιησού είτε στον Απόστολο Παύλο είτε σε άλλους συγγραφείς της Καινής Διαθήκης.
«Αυτά είναι τα λεγόμενα ψευδεπίγραφα κείμενα ή αλλιώς απόκρυφα. Πολλοί χριστιανοί συγγραφείς, για λόγους ευσέβειας, έγραφαν ένα κείμενο και για να του προσδώσουν ιδιαίτερη αξία το αποδίδανε σε μια συγκεκριμένη μεγάλη προσωπικότητα».
Το χειρόγραφο του Χριστού που πλάσαρε στο κοινό του ο Βελόπουλος -κάποια στιγμή αρνήθηκε ότι το πωλούσε, μετά όμως το παραδέχθηκε και επέμεινε ότι ήταν γνήσιο- βρίσκεται στη Μονή Αγίου Διονυσίου στο Αγιο Ορος και χρονολογείται στο 15ο αιώνα.
«Ανήκει στα λεγόμενα ψευδεπίγραφα κείμενα. Κάποιος, δηλαδή, σύνταξε ένα κείμενο και στη συνέχεια έβαλε πάνω τη φράση ότι αυτά τα έγραψε ο Ιησούς. Αν υπήρχε, τότε οι επιστήμονες της Καινής Διαθήκης που ασχολούνται δεκαετίες με αυτά τα θέματα να είστε βέβαιοι ότι θα το είχαν αναλύσει και περιγράψει», σημειώνει ο κ. Ατματζίδης.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την περίφημη επιστολή του Χριστού προς τον Αύγαρο. Σύμφωνα με τον καθηγητή που είχε την ευκαιρία να την αναλύσει, «ο Ιησούς, από όσο γνωρίζουμε και έχει κατοχυρωθεί στην επιστήμη, είναι δεδομένο ότι δεν έγραψε κάτι, απλώς δίδαξε. Το μοναδικό στοιχείο που λέμε ότι ενδεχομένως και να έγραψε είναι ένα απόσπασμα στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο. Οταν τον ρώτησαν κάτι, τότε σκύβει με το συγγραφέα να χρησιμοποιεί τη λέξη “γράφει”. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τελικά έγραψε. Κοντολογίς, ο Χριστός δεν έχει γράψει ποτέ του τίποτε και αν έγραφε θα το έκανε στην αραμαϊκή γλώσσα που μιλούσαν εκείνη την εποχή, η οποία ήταν μια παραλλαγή της εβραϊκής. Δεν μιλούσε ούτε έγραφε ελληνικά».
Η επίσημη Εκκλησία τα εν λόγω κείμενα τα έχει αποκλείσει από τον 4ο αιώνα. «Θεώρησε ότι δεν ήταν γνήσια, δεν καθρεπτίζουν τον Χριστό, τους Αποστόλους κ.λπ. Και όχι μόνο τα απέκλεισε, αλλά πολλές φορές παρενέβαινε και δραστικά για να μην διαδίδονται τέτοιου είδους φήμες».
Την ίδια άποψη έχει και ο κ. Δημήτρης Μόσχος, επίκουρος καθηγητής Θεολογίας στο ΕΚΠΑ. «Είναι σαφέστατα ψευδεπίγραφα, απόκρυφα κείμενα, τα οποία έχουν αντιγραφεί από εδώ και από εκεί. Με τις πηγές που έχουμε τέτοιο πράγμα δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρχει».
Ο κ. Μόσχος υποστηρίζει ότι «το κέντρο της χριστιανικής θρησκείας ιστορικά, που είναι ο Ιησούς της Ναζαρέτ και η ομάδα γύρω από αυτόν, είναι άνθρωποι που έζησαν σε έναν συγκεκριμένο ιστορικό χρόνο, δεν είναι στα βάθη του μύθου».
Αρα, προσθέτει, «υπάρχουν συνεχείς και σαφείς ιστορικές μαρτυρίες για ένα σύνολο από κείμενα που συσχετίζονται με την πρώτη χριστιανική κοινότητα. Είναι αποδεκτά από όλους τα κείμενα που λέμε, του κανόνα της Καινής Διαθήκης. Και ό,τι έχει να κάνει με τον Ιησού είναι μέσα από εκεί. Σε όλη αυτή την περίοδο του 1ου, του 2ου, του 3ου κ.λπ. αιώνα δεν υπάρχει πουθενά καμία μνεία, ούτε υπαινιγμός και αναφορά ότι υπήρξαν κείμενα ή φράσεις που έγραψε κάπου ο Ιησούς».
«Γεννήματα του Μεσαίωνος»
Ο μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος (φωτό 1) ήταν από τους πρώτους που κατήγγειλαν για «Χριστεμπορία» τον Βελόπουλο. Χωρίς να τον κατονομάσει, αλλά φωτογραφίζοντάς τον δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι «απογοήτευση είναι ότι έβαλαν ακόμα και το πρόσωπο του Χριστού σε μία διαδικασία προεκλογική, μετατρέποντας όλη αυτή τη διαδικασία σε μια «Χριστεμπορία».
Ο Μεσσηνίας ανέφερε πως «όλα αυτά είναι γεννήματα του Μεσαίωνος. Ολα αυτά τα οποία αναφέρονται κατά καιρούς είναι ανιστόρητα, ανυπόστατα, δεν έχουν καμία αξία θεολογική, ούτε πνευματική για κανέναν άνθρωπο».
Εντονη υπήρξε και η αντίδραση του μητροπολίτη Νέας Ιωνίας, Γαβριήλ (φωτό 2). «Οσοι πωλούν μεταφορικά και κυριολεκτικά τον Χριστό και φέρνουν στο φως ακόμη και χειρόγραφες επιστολές του δεν χωρά καμία αμφιβολία ότι ξεπερνούν τα όρια του γραφικού. Δεν μπορεί αυτοί οι άνθρωποι να εκπροσωπούν στο Κοινοβούλιο τους Ελληνες πολίτες».
Ενώ σημαντική ήταν και η παρέμβαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου μέσω του επισκόπου Αμορίου, Νικηφόρου, ηγούμενου της Πατριαρχικής Μονής Βλατάδων. «Οποιος εμπορεύεται ή καπηλεύεται ιερά κειμήλια και μυθώδεις διηγήσεις του Χριστού, των οποίων η πλαστότητα είναι προφανής, δεν ανήκει στο πλήρωμα της Εκκλησίας».
Από την έντυπη έκδοση