Βλέποντας ότι παλαιότερες δηλώσεις του το 2011, το 2012, το 2013 και αργότερα με τις οποίες ο ίδιος νομιμοποιούσε τη βία προκειμένου να ενισχύσει το τότε αντιμνημονιακό/αντικυβερνητικό κλίμα έπαιρναν μεγάλες διαστάσεις στη δημόσια συζήτηση, ο κ. Τσίπρας, μιλώντας στο Υπουργικό Συμβούλιο, επιχείρησε να ενοχοποιήσει τη Νέα Δημοκρατία για την επίθεση εναντίον του κ. Μπουτάρη.
«Ποιοι, όμως, χειροκρότησαν την επίθεση κατά του Γιάννη Μπουτάρη; Ποιοι την προετοίμασαν με βίαιες λεκτικές επιθέσεις εναντίον του; Ποιοι εξαπολύουν διαρκώς, κάθε μέρα, ακραίες κατηγορίες για προδότες και μειωμένης εθνικής συνειδήσεως Ελληνες; Ποιοι έχουν ανακηρύξει τον εαυτό τους εργολάβο του έθνους και επικηρύσσουν εκείνους που σκέφτονται και πράττουν διαφορετικά; Ποιοι, με δυο λόγια, με τον πιο επίσημο τρόπο, ανοίγουν το δρόμο στη βία; Ξέρουμε όλοι ποιοι», απάντησε και υποστήριξε ότι «δεν πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις, κάποιος δήμαρχος ή πρώην περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας της Ν.Δ. Εδώ πρόκειται για ένα συμπαγές, σκοτεινό και ακραίο τμήμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με έκφραση στα κορυφαία όργανά της. Δεν θέλω να πω τίποτε παραπάνω. Ας είναι βέβαιοι, όμως, όσοι στηρίζουν την ακραία μισαλλοδοξία και στρώνουν το χαλί στην άκρα Δεξιά και συναλλάσσονται με τη Χρυσή Αυγή και προκρίνουν τη βία ως μέσο επιβολής ότι η Δημοκρατία θα προστατέψει τον εαυτό της και τους πολίτες. Η εποχή των Γκοτζαμάνηδων έχει παρέλθει οριστικά», ήταν το λογύδριο του κ. Τσίπρα στο Υπουργικό Συμβούλιο.
«Η βάρβαρη επίθεση στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης από ακροδεξιούς τραμπούκους παραπέμπει σε παλιότερες εποχές δόξας της αιματηρής εθνικοφροσύνης και του παρακράτους. Θα αντιμετωπιστούν με την πιο μεγάλη αυστηρότητα, κινητοποιώντας όλους τους μηχανισμούς της Δημοκρατίας», δήλωσε αργότερα σχετικά με την επίθεση εναντίον του Γ. Μπουτάρη.
Η επιλογή του κ. Τσίπρα εντάσσεται στο σχεδιασμό για επικράτηση ακραίας πόλωσης και μίσους στη δημόσια ζωή και η επίθεση εναντίον του κ. Μπουτάρη ήταν μόνο η αφορμή. Στριμωγμένος στα δημοσκοπικά σκοινιά, με την απογοήτευση να κυριαρχεί στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ από τις αλλεπάλληλες και αποτυχημένες προσπάθειες να αλλάξει τους παγιωμένους συσχετισμούς στο πολιτικό σκηνικό, ο κ. Τσίπρας καταφεύγει στην ακρότητα. Ελπίζοντας ότι η ελληνική κοινή γνώμη δεν βλέπει δίπλα του τον συνοδοιπόρο και συγκυβερνήτη του Πάνο Καμμένο να σιωπά ψαρεύοντας στα θολά νερά της Ακροδεξιάς και δεν άκουσε τον ίδιο το 2011 να λέει ότι «είναι δικαιολογημένη η βία ενάντια στη βία του Μνημονίου» ούτε, ένα χρόνο αργότερα, να ειρωνεύεται σε τηλεοπτική εκπομπή λέγοντας «ένα γιαούρτωμα ήταν, σιγά τη μεγάλη βία», ο κ. Τσίπρας ακολουθεί τη ρητορική του εθνικού διχασμού, την ίδια ώρα που ζητά συναίνεση στα εθνικά θέματα.
Μητσοτάκης στο υπουργικό: Δεν έχουμε την πολυτέλεια του εφησυχασμού
Δεν πρόκειται περί τρικυμίας εν κρανίω. Πρόκειται για επανάληψη της πολιτικής να μιλά ταυτόχρονα σε πολλά ακροατήρια και να λέει στο καθένα ό,τι θέλει να ακούσει, η οποία έπιασε τον Ιανουάριο του 2015, ξανάπιασε τον Σεπτέμβριο του 2015, προκαλεί όμως τουλάχιστον αδιαφορία σήμερα.
Σκληρή απάντηση από την ΝΔ
Στα ύψη ανεβαίνει το πολιτικό θερμόμετρο καθώς, στον απόηχο της φασιστικής επίθεσης που δέχτηκε ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, πυροδοτείται μια σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση που κορυφώθηκε μετά τις χθεσινές αναφορές του πρωθυπουργού στο Υπουργικό Συμβούλιο σε βάρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία απάντησε σε πολύ υψηλούς τόνους υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, πως «αν ο κ. Τσίπρας είχε ίχνος τσίπας θα έπρεπε να ντρέπεται για τη θρασύτατη αναφορά του στη Ν.Δ.».
«Αλλά τόσος είναι…», σχολίασε χαρακτηριστικά η αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία καταγγέλλει ότι «η πολιτική και ηθική νομιμοποίηση της βίας στην Ελλάδα φέρει την υπογραφή του Αλέξη Τσίπρα». Σε ανακοίνωσή της μάλιστα καταλόγισε στον πρωθυπουργό ότι «αυτός και το κόμμα του πρωτοστάτησαν και υπέθαλψαν τη βία τον Δεκέμβριο του 2008», «προανήγγειλαν κρεμάλες στο Σύνταγμα και μιλούσαν για γερμανοτσολιάδες» και «επέχαιραν για τις βίαιες επιθέσεις σε στελέχη άλλων κομμάτων και δημοσιογράφων, μιλώντας για “δικαιολογημένη αγανάκτηση”».
«Ο ίδιος και το κόμμα του έχτισαν καριέρες και τελικά κατέλαβαν την εξουσία επενδύοντας στη βία, τη συκοφαντία, την πόλωση και την τοξικότητα» και «προσπαθούν ακόμη και σήμερα να πείσουν τους πολίτες ότι υπάρχει καλή και κακή βία», πρόσθεσε η Πειραιώς.
Η Ν.Δ. καταλογίζει στο κυβερνών κόμμα «επιλεκτική καταδίκη της βίας» αντιπαραβάλλοντας τη στάση της ίδιας της Ν.Δ., για την οποία «η βία είναι βία απ’ όπου κι αν προέρχεται και η αντιμετώπισή της είναι πρώτη προτεραιότητα της επόμενης κυβέρνησης».
«Εμείς καταδικάζουμε τη βία απερίφραστα απ’ όπου και αν αυτή προέρχεται, είτε από την άκρα Αριστερά είτε από την άκρα Δεξιά. Και θα ήθελα να μην υπάρχει επιλεκτική ευαισθησία για την καταδίκη της ούτε από την άλλη πλευρά. Δεν υπάρχει καλή και κακή βία στη Δημοκρατία», τόνισε χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την Κέρκυρα, ενώ η εκπρόσωπος Τύπου, Μαρία Σπυράκη, εξέφρασε την αποφασιστικότητα της Ν.Δ. «να μιλήσει για την ανάγκη να σταματήσει η ρητορική του μίσους, γιατί», όπως είπε, «είναι αυτή που τροφοδοτεί τη βία».
«Είτε η βία ασκείται από αγανακτισμένους είτε ασκείται από τον Ρουβίκωνα, που πλέον είναι της μόδας και κανένας δεν μπορεί να τον σταματήσει, η αντιμετώπισή μας είναι η ίδια. Καλλιεργήθηκε ένας διχασμός στην πατρίδα μας, ένας διχασμός ανάμεσα στους πολίτες, χρόνια τώρα. Εδώ ήμασταν όταν γινόταν η συζήτηση για τις κρεμάλες. Δεν έγινε καμία καταδίκη απέναντι σε αυτή τη ρητορική», πρόσθεσε η κ. Σπυράκη, ενώ την ίδια ώρα πολλά άλλα γαλάζια στελέχη ασκούν κριτική στην αντιπολιτευτική ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ. Χαρακτηριστική η δήλωση του Γιώργου Κουμουτσάκου στον ΣΚΑΪ: «Η βία του λόγου είναι προθάλαμος της βίας των πράξεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ευθύνη, διότι ως αντιπολίτευση θώπευσε πολιτικά τη βία του λόγου».
Γιάννης Καμπουράκης
Απόστολος Χονδρόπουλος
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]