Το πρώτο έχει να κάνει με το πώς είναι δυνατόν ο δημοσιογράφος, που έφερε στο προσκήνιο με σχετική αρθρογραφία στο έντυπο που διαθέτει τις υποτιθέμενες παρακολουθήσεις προσώπων της κυβέρνησης και του επικεφαλής των ΕΔ, στρατηγού Κωνσταντίνου Φλώρου, να μην γνωρίζει εάν ο ίδιος παρακολουθείτο, ενώ αντίθετα “γνωρίζει τα πάντα” για τις παρακολουθήσεις όλων των “άλλων”! Και μου δημιουργείται η απορία διότι όπως διαβάσαμε στα δημοσιεύματα, πριν λίγες ημέρες ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος κατέθεσε αίτημα διερεύνησης για παραβίαση του προσωπικού τηλεφωνικού απορρήτου του.
Και το δεύτερο – άξιο απορίας επίσης – έχει να κάνει με το πώς είναι δυνατόν, να γίνεται από έτερο δημοσιογράφο του ίδιου εντύπου επίκληση της παρέμβασης στρατιωτικού οργανισμού, και πιο συγκεκριμένα του ΝΑΤΟ, σε εσωτερικές υποθέσεις συντεταγμένης και δημοκρατικής πολιτείας για να διερευνήσει -ένας Θεός ξέρει τι- για τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, μετά από αποκαλύψεις για δήθεν παρακολούθησή του. Και χρησιμοποιούμε τη λέξη “δήθεν”, διότι αυτήν την στιγμή αφενός εξελίσσεται μία παραφιλολογία μέσω δημοσιευμάτων, αφετέρου δεν έχει αποφανθεί η Δικαιοσύνη, στην οποία η κυβέρνηση παρέπεμψε το ζήτημα των υποκλοπών. Και επίσης, αναφέρω την λέξη “επίκληση” και μάλιστα με σκαιό τρόπο, καθώς το άρθρο που ανέβασε ο αρθρογράφος αναφέρει χαρακτηριστικά: “η παρακολούθηση του Α/ΓΕΕΘΑ διερευνάται από το ΝΑΤΟ και καλά ξεμπερδέματα”…
Αρχικά να αναφέρω ότι με τον τρόπο που διατυπώνεται κάτι τέτοιο, αφενός παραβιάζει τους κανόνες της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και περισσότερο μου κάνει σε κίτρινο τύπο με συμβολισμούς “Δον Κορλεόνε”, αφετέρου αφού ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος έχει “στοιχεία” ότι το ΝΑΤΟ διερευνά την υπόθεση, γιατί δεν τα παρουσιάζει, αλλά προτιμά να ρίχνει λάσπη στον ανεμιστήρα με το “πολλά βαρύ” και συνωμοτικό “καλά ξεμπερδέματα”;
Επίσης, όσοι διακονούν τις επιστήμες των Διεθνών Σπουδών, και πιο συγκεκριμένα των Διεθνών Σχέσεων και του Διεθνούς Δικαίου γνωρίζουν πολύ καλά ότι η παρέμβαση είτε Διεθνούς Οργανισμού, είτε χώρας στα εσωτερικά ζητήματα ενός κράτους, ιδίως όταν δεν διατρέχουν λόγοι προστασίας των Ανθρωπιστικών Αρχών, είναι ενέργεια απολύτως παράνομη και καταχρηστική, η οποία όσον αφορά στα καταστατικά των σχετικών οργανισμών αναφέρεται ευδιάκριτα και με πλήρη σαφήνεια. Όταν δε, προβαίνουν σε τέτοιου είδους παραβιάσεις κράτη, τότε προκύπτουν σοβαρές κυρώσεις στη βάση του Διεθνούς Δικαίου…
Επειδή λοιπόν δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση να συμβεί κάτι τέτοιο, και μόνο η αναφορά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο παραπέμπει σε “κιτρινισμό” κατωτέρας υποστάθμης και σε φαντασιακές και ύποπτες για το κίνητρό τους αναλήθειες, που όταν σχετίζονται με τις Ένοπλες Δυνάμεις, συνιστούν διακινδύνευση και διακύβευση των όσων συνθέτουν αυτό που ονομάζουμε Εθνική Ασφάλεια…
Και να αναφέρουμε και κάτι τελευταίο: το επίσης απολύτως αδόκιμο αλλά και ανήθικο είναι όταν αυτοί οι “δημοσιογράφοι” εκτός από αυτόν τον οποίο θέλουν να πλήξουν με μένος, εν προκειμένω τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ (για τους λόγους που έχω εξηγήσει σε προηγούμενη αρθρογραφία μου και σχετίζονται με γνωστά συμφέροντα), προσπαθούν να πλήξουν και μέλη της οικογένειάς του που έχουν τελείως διαφορετική και αυτόνομη επαγγελματική πορεία, είναι γνωστά στον επαγγελματικό και κοινωνικό χώρο στον οποίο κινούνται, και μάλιστα έχοντας διαγράψει, όπως γνωρίζουν οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, αξιόλογη διαδρομή πολύ προτού ανατεθούν στον στρατηγό Φλώρο τα τρέχοντα υψηλά καθήκοντά του…
Και υποθέτω ότι οι συγκεκριμένοι αρθρογράφοι που τα γράφουν όλα αυτά γνωρίζουν ότι όταν ένα άτομο θίγεται γιατί εμπλέκεται το όνομά του σε υπόθεση που δεν το αφορά, έχει το έννομο δικαίωμα της προσφυγής στη Δικαιοσύνη… Διότι, μπορεί το συγγενικό πρόσωπο που δέχεται την επίθεση να είναι δημόσιο και οι συγκεκριμένοι αρθρογράφοι να θεωρούν ότι ασκούν “κριτική” απολαμβάνοντας την “δημοσιογραφική ασυλία” τους, πλην όμως το άτομο που το όνομά του παράτυπα και παράνομα εμπλέκεται χωρίς να χρωστάει τίποτα, γιατί πολύ απλά κάποιος είχε τη φαεινή ιδέα να κάνει τον “πονηρό”, έχει το δικαίωμα της προσφυγής στη Δικαιοσύνη για συκοφαντική δυσφήμιση και εφόσον αποδειχθεί κάτι τέτοιο, το τι ποινές και αποζημιώσεις θα επιδικαστούν, εξαρτάται από τα αδικήματα και τις συνέπειες για την τιμή, την υπόληψη και την αξιοπρέπεια των αδικουμένων.
Θέλω να πιστεύω ότι οι εν λόγω “δημοσιογράφοι” και “δημοσιογραφούντες” τα γνωρίζουν αυτά, γιατί είναι πραγματικά πολύ σημαντικά. Υπάρχουν πολλοί που τα αγνόησαν στο παρελθόν και κάποιοι από αυτούς “τη γλύτωσαν” είτε τελείως ή “φτηνά”… πάρα πολλοί άλλοι όμως όχι. Και μην μου πει κανείς ότι όλα αυτά ακούγονται εκφοβιστικά, διότι εκφοβιστικές είναι πρωτίστως οι κατηγορίες που φτάνουν στις παρυφές συκοφαντιών… και παρότι υπάρχουν “αφελείς” που αντιλαμβάνονται την κατηγορία, η οποία ωστόσο ξεπερνά τη λοιδορία, ως χόμπι, έχω να τους πω ότι, όταν τελικά αποδεικνύεται συκοφαντική δυσφήμιση, πρόκειται για αδίκημα και μάλιστα πολύ σοβαρό, από όπου και εάν προέρχεται και σε όποιον και εάν απευθύνεται.
*Η Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα του ΑΠΘ, διδάσκουσα στην Ανώτερη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ).