Η ανθεκτικότητα της οικονομίας, δηλαδή η δυνατότητα να συνεχίζεται η ανάπτυξη εν μέσω διεθνών οικονομικών κρίσεων από το 2020 και μετά, με στήριξη των οικονομικά αδύναμων, δεν είναι τυχαίο αποτέλεσμα.
1 Εξωστρέφεια
Η εξωστρέφεια και η στροφή στις επενδύσεις ήταν βασική αλλαγή που βοήθησε σημαντικά σε αυτήν την κατεύθυνση. Με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού, η Ελλάδα κατάφερε να εξασφαλίσει το 2020 κοινοτικούς πόρους ύψους 70 δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ 2021-2027 και τις αγροτικές επιδοτήσεις. Οι πόροι αυτοί στηρίζουν έκτοτε τόσο τις δημόσιες επενδύσεις όσο και μια σειρά κρίσιμων μεταρρυθμίσεων (ψηφιοποίηση του Δημοσίου, πράσινη μετάβαση), φέρνοντας, εκτός από μεγαλύτερο ΑΕΠ, και τον μετασχηματισμό της οικονομίας. Παράλληλα, με τις δημόσιες επενδύσεις η Ελλάδα βελτίωσε μια σειρά από λάθη του παρελθόντος, ανοίγοντας τη χώρα σε άμεσες ξένες επενδύσεις, οι οποίες έχουν δημιουργήσει ένα «κεφάλαιο» ύψους 17 δισ. ευρώ, το οποίο περνάει σταδιακά στην οικονομία. Το πιο θετικό είναι ότι το ενδιαφέρον για την Ελλάδα συνεχίζεται για πολλούς κλάδους της οικονομίας και μαζί η ροή άμεσων ξένων επενδύσεων προς τη χώρα.
2 Μειώσεις φόρων
Στο πυλώνα των φόρων, μετά την υπερφορολόγηση των πάντων κατά τη διάρκεια των Μνημονίων, με το τελευταίο κύμα άγριας φορολόγησης να εξαπολύεται το 2016, τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο. Από το 2019 και μετά είχαμε συνολικά 60 μειώσεις φόρων, με τελευταίο το ειδικό τέλος επιτηδεύματος, το οποίο πλέον ισχύει μόνο για τα νομικά πρόσωπα. Η μείωση των φόρων, σε συνδυασμό και με τη θεσμοθέτηση του εξωδικαστικού μηχανισμού διευθέτησης οφειλών, είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης και τη μείωση των -εισπράξιμων- ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία κατά 7 δισ. ευρώ. Παράλληλα, οι ασφαλιστικές εισφορές μειώθηκαν τα προηγούμενα χρόνια κατά 4,4% και θα μειωθούν επιπλέον 1% μέσα στο 2025, διευκολύνοντας τις επιχειρήσεις να προχωρήσουν σε προσλήψεις. Μαζί με άλλες παρεμβάσεις που έγιναν, η μείωση των εισφορών είχε ως αποτέλεσμα, μέσα στην πενταετία 2019-2023, παρά τις διαδοχικές κρίσεις, να βρουν δουλειά 500.000 άτομα.
3 Μεταρρυθμίσεις
Μεταξύ άλλων, οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν από το 2019 και μετά έχουν αυτοματοποιήσει τις συναλλαγές των πολιτών με το Δημόσιο και έχουν βελτιώσει γενικά τη λειτουργία των υπουργείων και των δημόσιων οργανισμών. Πιο πρόσφατη μεταρρύθμιση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η ψηφιοποίηση της διαχείρισης των ελέγχων της ΑΑΔΕ, η οποία οδήγησε σε υψηλότερα φορολογικά έσοδα, ενώ οι συντελεστές μειώνονταν.
Το «συμμάζεμα» που έγινε στα φορολογικά έσοδα την τελευταία πενταετία είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχουν τα περιθώρια για να δοθούν μέτρα στήριξης που άγγιξαν τα 65 δισ. ευρώ από το 2020 μέχρι και το 2023. Κατακτώντας την πρωτιά σε μέτρα στήριξης εντός της Ε.Ε., η Ελλάδα κατάφερε να ξεπεράσει χωρίς συνέπειες για πολίτες και επιχειρήσεις την κρίση που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού και στη συνέχεια η ενεργειακή κρίση, η οποία ξέσπασε κυρίως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
4 Μείωση του χρέους
Ολα αυτά όμως δεν θα είχαν επιτευχθεί αν δεν υπήρχαν σαφείς στόχοι και στη δημοσιονομική πολιτική. Αποφεύγοντας την παγίδα να μειώσει τους συντελεστές ΦΠΑ σε μια εποχή που το Ελληνικό Δημόσιο έχανε περίπου το ένα στα τέσσερα ευρώ που θα έπρεπε να εισπράττει, έδωσε βάρος στη μείωση του χρέους. Εχοντας ως βάση τη συμφωνία για τη διευθέτηση του 2018, το χρέος με τους κατάλληλους χειρισμούς μειώθηκε κατά 45% του ΑΕΠ, στο 163,9%, στο τέλος του 2023, από 209% του ΑΕΠ που έφτασε, λόγω της πανδημίας, το 2020. Η μείωση από το 2020 θα φτάσει το 67% του ΑΕΠ στο τέλος του 2026 με βάση τις τελευταίες προβλέψεις της Commission. Τέλος, η Ελλάδα ανέκτησε πλήρως την εμπιστοσύνη των αγορών, των οίκων αξιολόγησης και των δανειστών, κατακτώντας πέρσι και την επενδυτική βαθμίδα. Είχε προηγηθεί η αποπληρωμή των τελευταίων 8,5 δισ. ευρώ των δανείου προς το ΔΝΤ και 10,6 δισ. -μέχρι στιγμής- από το διμερές δάνειο ύψους 52,3 δισ. της Ελλάδας με την ευρωζώνη. Επίσης, πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα το 2022, τρία χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορονοϊού, το οποίο αναμένεται να φτάσει το 2,9% του ΑΕΠ φέτος και το 2025 και να αυξηθεί περαιτέρω στο 3,2% του ΑΕΠ το 2026.