Στο πλαίσιο αυτό, υλοποιήσαμε για δεύτερη φορά σε συνεργασία με την εταιρία Deloitte την έρευνα επιχειρηματικότητας, η οποία διενεργείται σε τριμηνιαία βάση, με στόχο την αποτίμηση της αναπτυξιακής δυναμικής των επιχειρήσεων-μελών μας και τη συγκέντρωση της οπτικής τους σε επιμέρους θεματικές ενότητες υψηλού ενδιαφέροντος για το ελληνικό επιχειρείν.
Στη δεύτερη περίοδο αναφοράς της έρευνας, συμμετείχαν περίπου 300 μικρομεσαίες επιχειρήσεις όλων των κλάδων της οικονομίας και ποικίλων νομικών μορφών, οι οποίες κλήθηκαν να παραθέσουν τις απόψεις τους γύρω από θέματα, που άπτονται της εξαγωγικής τους δραστηριότητας, της ψηφιακής και πράσινης μετάβασής τους και της πρόσβασης σε χρηματοδοτικά εργαλεία. Ερωτήθηκαν, επίσης, για το πώς εκλαμβάνουν γενικότερα το μακροοικονομικό περιβάλλον, προκειμένου να επιτευχθεί μία συνολική επισκόπηση του επιχειρηματικού τοπίου στην Ελλάδα.
Οπως δείχνουν τα συμπεράσματα της έρευνας, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις εμφανίζονται πιο αισιόδοξες για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με τις μικρότερες, ενώ παραμένει το ίδιο υψηλό σε σχέση το προηγούμενο τρίμηνο το ποσοστό των επιχειρήσεων που έχουν ή σκοπεύουν να αποκτήσουν εξαγωγική δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, 1 στις 2 επιχειρήσεις εξακολουθεί να έχει ή σκοπεύει να αποκτήσει εξαγωγική δραστηριότητα, με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις να εμφανίζονται πιο εξωστρεφείς από τις μικρότερες. Θετικό είναι και το γεγονός ότι οι μισές επιχειρήσεις του δείγματος δηλώνουν ότι διαθέτουν ή πρόκειται να αναπτύξουν επενδυτικό πλάνο και από αυτές 1 στις 2 κάνει ή πρόκειται να κάνει επενδύσεις σημαντικού συνολικού ύψους.
Οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να δηλώνουν ότι δεν έχουν ενστερνιστεί τα δυνητικά οφέλη από την πράσινη μετάβαση, στον ίδιο βαθμό που τα αναγνωρίζουν για την ψηφιακή μετάβαση. Ωστόσο, παρατηρείται μια πρόοδος, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, ως προς τη διάθεση της απαραίτητης τεχνογνωσίας, ειδικότερα σε θέματα πράσινης μετάβασης.
Οσον αφορά το επιχειρηματικό περιβάλλον, η μείωση της γραφειοκρατίας, η σταθεροποίηση του φορολογικού πλαισίου, καθώς και η μείωση των εργοδοτικών εισφορών και του κόστους χρηματοδότησης αναφέρθηκαν από τους συμμετέχοντες ως βασικά ζητούμενα για την ενίσχυση της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Τα ευρήματα της έρευνας επιβεβαιώνουν την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Αποτυπώνουν ένα κλίμα ρεαλιστικών προσδοκιών, που μεταφράζεται σε αυξημένη διάθεση για επενδύσεις και νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες. Παραμένει, ωστόσο, η ανάγκη στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ώστε να μπορέσουν να αξιοποιήσουν τις διαθέσιμες ευκαιρίες και να αντιμετωπίσουν κρίσιμες για την ανταγωνιστικότητα και την ανθεκτικότητά τους προκλήσεις, όπως είναι η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, η εξωστρέφεια, η πρόσβαση σε προσωπικό με κατάλληλες δεξιότητες. Το ΕΒΕΑ θα συνεχίσει να συμβάλλει σε αυτή την προσπάθεια, παρέχοντας ποιοτικές υπηρεσίες και ασκώντας εποικοδομητικά το ρόλο του θεσμικού συμβούλου της Πολιτείας σε θέματα επιχειρηματικότητας και ανάπτυξης.