Η ανάγκη συνέχισης του μέτρου είναι προφανής από τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει το υπ. Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Με βάση τα στοιχεία των τραπεζών από το σύνολο των 124 δισ. ευρώ, που είναι οι καταθέσεις των νοικοκυριών στις τράπεζες, το 85% είναι στην κλίμακα από 1.000 έως και 5.000 ευρώ. Οι τέσσερις μεγάλες εμπορικές τράπεζες στις επαφές που είχαν το προηγούμενο διάστημα με το υπ. Εθνικής Οικονομίας έχουν ξεκαθαρίσει τη θέση τους. Σκοπεύουν μεν να βελτιώσουν τα επιτόκια κάποιων προθεσμιακών καταθέσεων που διαθέτουν σε νόμισμα ευρώ για να μειωθεί το επιτοκιακό περιθώριο μεταξύ δανείων και καταθέσεων, το οποίο έφτασε τον Αύγουστο στο 5,94%. Τούτο, δε, πριν από την τελευταία αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον Σεπτέμβριο κατά 0,25%.
Ωστόσο, σε πιο ρεαλιστική βάση οι τράπεζες έχουν ξεκαθαρίσει ότι πλέον η ρευστότητά τους είναι σήμερα αρκετά υψηλή, δίνοντας εμμέσως το μήνυμα στην κυβέρνηση ότι δεν προτίθενται να μπουν σε ανταγωνισμό επιτοκίων στις καταθέσεις τουλάχιστον για το επόμενο διάστημα. Μάλιστα, μετά και τη σταδιακή αποκρατικοποίησή τους με την πώληση των μεριδίων του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας σε ιδιώτες θα δώσουν περισσότερο βάρος σε πιο ανταγωνιστικά δάνεια που θα ενισχύσουν τα έσοδά τους και πολύ λιγότερο στη βελτίωση του παθητικού τους, δηλαδή των καταθέσεων.
Σε σχέση με τα έντοκα γραμμάτια που διατέθηκαν για πρώτη φορά ύστερα από χρόνια στους μικροκαταθέτες, οι καταθέσεις έχουν και ένα ακόμη μειονέκτημα. Οτι ισχύει ακόμη η φορολόγηση του 15% στους τόκους των καταθέσεων. Συνεπώς, το 3,3% ή το 2,5% που διαφημίζονται για κάποιες προθεσμιακές καταθέσεις μικρότερων τραπεζών μετά και τη φορολόγηση των τόκων είναι στην πράξη 2,85% έως 3%. Αντίθετα, οι αποδόσεις από τα έντοκα γραμμάτια που διατέθηκαν και πρόκειται να διατεθούν στο ευρύ κοινό το επόμενο διάστημα είναι αφορολόγητες, είτε διακρατηθούν μέχρι τη λήξη τους είτε πουληθούν πριν από τη λήξη τους. Οι όροι θα είναι ίδιοι με αυτούς που ίσχυσαν και φέτος, δηλαδή τοποθετήσεις μέχρι και 15.000 ανά ΑΦΜ, ενώ οι εκδόσεις μέχρι και το τέλος του χρόνου αναμένεται να φτάσουν τα 4 δισ. ευρώ, αφού η διάθεση θα ξεκινήσει από τους πρώτους μήνες του χρόνου. Το όριο των τοποθετήσεων δεν κρίνεται απαραίτητο να αυξηθεί, καθώς στις πρώτες εκδόσεις η ζήτηση καλύφθηκε απολύτως από την προσφορά.
«Εσωτερικός» δανεισμός
Σύμφωνα με πληροφορίες, η επιλογή του οικονομικού επιτελείου για το 2024 είναι να συνεχιστεί ο «εσωτερικός» δανεισμός με έντοκα γραμμάτια υψηλής απόδοσης. Τούτο, με δεδομένο ότι ευνοεί και τις μικρές αποταμιεύσεις, αφού από τη φύση τους τα έντοκα μπορούν να δώσουν υψηλές πραγματικές αποδόσεις με σχεδόν μηδενικό κίνδυνο, ενώ οι αποταμιευτές θα έχουν διαθέσιμα τα χρήματά τους ανά πάσα ώρα και στιγμή.
Το 2024, ο πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει στο 2,6% από το 3,9% φέτος, με προοπτική να μειωθεί περαιτέρω στο 2,1% το 2025. Την ίδια ώρα τα επιτόκια των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου θα μείνουν σε υψηλά επίπεδα και τον επόμενο χρόνο, λόγω της διατήρησης των επιτοκίων της ΕΚΤ στα σημερινά επίπεδα και του υψηλού ακόμη ποσοστού χρέους. Συνεπώς, σε κάθε περίπτωση η τοποθέτηση σε έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου καλύπτει το τρίπτυχο του χαμηλού κινδύνου της άμεσης διαθεσιμότητας των χρημάτων και των υψηλών αποδόσεων.
Ενδεικτικά, μπορούμε να αναφέρουμε ότι στην τελευταία έκδοση εντόκων γραμματίων του Δημοσίου της 25ης Οκτωβρίου, που διατέθηκε στο ευρύ κοινό, η απόδοση έφτασε το 3,92% έναντι απόδοσης 2,9% που είχε η αμέσως προηγούμενη έκδοση της 27ης Σεπτεμβρίου. Η δημοπρασία εντόκων 13 εβδομάδων που έγινε στις 4 Οκτωβρίου είχε απόδοση 3,9% και η δημοπρασία εντόκων 52 εβδομάδων της 6ης Σεπτεμβρίου είχε απόδοση 3,82%.
Αντιστοίχως, οι περιορισμένες εκδόσεις ομολόγων που έκανε ο ΟΔΔΗΧ από τα μέσα του χρόνου και μετά είναι αποδόσεις από 3,30% έως και 4,1%. Συνεπώς, η απόκτηση εντόκων ομολόγων του Δημοσίου έχει οριακά χαμηλότερη απόδοση, αλλά έχει καλύτερη απόδοση στην τιμή τους αν κάποιος θέλει να έχει μια βραχυπρόθεσμη τοποθέτηση.
Τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου, με βάση τις σημερινές συνθήκες, δηλαδή της υψηλής απόδοσης για ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, εξασφαλίζουν στον καταθέτη όρους που θυμίζουν περισσότερο όρους συμφωνιών επαναγοράς (repo) παρά καταθέσεων. Σε πιο απλά ελληνικά, όποιος αποφασίσει να τοποθετήσει τα χρήματά του σε τρίμηνα έντοκα γραμμάτια θα πάρει απόδοση 3,9% και το σύνολο του κεφαλαίου του. Στη συνέχεια έχει τη δυνατότητα να αγοράσει έναν νέο τίτλο με ίδια ή μεγαλύτερη ή μικρότερη διάρκεια αποκομίζοντας στη λήξη του απόδοση ίση με το επιτόκιο της ίδιας έκδοσης, εξασφαλίζοντας μια ετησιοποιημένη απόδοση έως 3,9% στα χρήματά του.
Η αγορά τους μπορεί να γίνει και από τις τράπεζες
Αν κάποιος επιμένει να επενδύσει σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, έχει ήδη τη δυνατότητα μέσω της λεγόμενης δευτερογενούς αγοράς. Αντί, δηλαδή, να αγοράσει ομόλογα απευθείας από το κράτος μέσω κάποιας δημοπρασίας θα μπορεί να πάει στην τράπεζα που συνεργάζεται και να ζητήσει να αγοράσει κάποιο συγκεκριμένο ομόλογο ή γενικά ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Από εκεί και πέρα εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα της τράπεζας αν θα πουλήσει ή όχι. Σε αυτήν την περίπτωση ο καταθέτης-υποψήφιος επενδυτής θα πρέπει να υπολογίσει στην απόδοση του πρώτου χρόνου και την προμήθεια πώλησης που θα τον χρεώσει η τράπεζα από την οποία θα αγοράσει τους τίτλους.
Το ίδιο θα μπορεί να κάνει κάθε μικροκαταθέτης, αν θέλει να επενδύσει σε έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου πάνω από τις 15.000 ευρώ, που είναι το όριο της απευθείας αγοράς από το Δημόσιο. Θα πρέπει όμως και σε αυτήν την περίπτωση να συνυπολογίσει και την προμήθεια, που είναι διαφορετική από τράπεζα σε τράπεζα, η οποία θα επηρεάσει την απόδοση της τοποθέτησής του, αφού τα έντοκα έχουν ανώτερη διάρκεια τον 1 χρόνο.
Εντοκα γραμμάτια με τη μεγαλύτερη δυνατή απόδοση για 5 λόγους
Κοντά στο τέλος του χρόνου αναπτύχθηκε και ο διάλογος σχετικά με το αν -εκτός από τα έντοκα- θα πρέπει να διατεθούν σε μικροκαταθέτες μακροπρόθεσμοι τίτλοι, δηλαδή ομόλογα του Δημοσίου. Οι τεχνοκράτες προτείνουν την ενδιάμεση λύση των εντόκων με τη μεγαλύτερη δυνατή απόδοση για πέντε λόγους.
1 Η αγορά των ομολόγων στην Ελλάδα είναι ακόμη ρηχή με πολύ χαμηλή ρευστότητα λόγω της πολυετούς κρίσης. Μετά την αναβάθμιση της οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα η Ελλάδα θα πρέπει να εξυπηρετήσει μια ζήτηση 8,10 δισ. ευρώ για νέους -υψηλότερης ποιότητας- επενδυτές, οι οποίοι θα θελήσουν να αυξήσουν τις θέσεις τους σε ελληνικά ομόλογα. Την ίδια ώρα, το πρόγραμμα δανεισμού για την επόμενη χρονιά υπολογίζεται κοντά στα 7 δισ. ευρώ. Συνεπώς, δεν υπάρχουν περιθώρια για εκδόσεις στο ευρύ κοινό.
2 Ο εσωτερικός δανεισμός με ομόλογα, στον οποίο έχει προχωρήσει, κυρίως, η Ιταλία με 14 δισ. ευρώ έως τώρα, αλλά και το Βέλγιο και η Γαλλία, έγιναν σε πιο ώριμες αγορές, όπου το ύψος του συνολικού δανεισμού ήταν περίπου 50 φορές μεγαλύτερο. Στην Ελλάδα εσωτερικός δανεισμός με δανειακό πρόγραμμα 9 δισ. ευρώ, που αναμένεται να φτάσει φέτος, δεν είναι εφικτό να γίνει, αφού θα πρέπει να εξυπηρετηθούν κατά προτεραιότητα οι θεσμικοί επενδυτές που έχουν ήδη ελληνικά ομόλογα ή θα θελήσουν να αποκτήσουν σύντομα λόγω της πρόσφατης και των επόμενων αναβαθμίσεων της οικονομίας.
3 Η ιδέα του εσωτερικού δανεισμού σε ομόλογα μπορεί να δημιουργήσει την εσφαλμένη αντίληψη ότι υπάρχει κάποιο κρυφό πρόβλημα που αντιμετωπίζεται εσωτερικά.
4 Η διάθεση εντόκων μετριάζει τους φόβους που ενδεχομένως υπάρχουν ακόμη για την απόκτηση τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου μετά το κούρεμα των ομολόγων που υπέστησαν οι ιδιώτες ομολογιούχοι το 2012 μέσω του PSI. Tα έντοκα γραμμάτια με διάρκεια έως 52 εβδομάδων δίνουν στον άπειρο μικροκαταθέτη τη δυνατότητα να έχει τα χρήματά του διαθέσιμα όποτε τα χρειαστεί.
5 Οι αποδόσεις των εντόκων γραμματίων, λόγω της συγκυρίας των υψηλών επιτοκίων και του υψηλού ακόμη χρέους ως προς το ΑΕΠ θα δώσουν ακόμη και το 2025 αποδόσεις που δεν θα μπορέσει να ανταγωνιστεί καμία προθεσμιακή κατάθεση σε καμία εμπορική τράπεζα.
Ολοι αυτοί οι λόγοι φαίνεται ότι πείθουν την ηγεσία του ΥΠΕΘΟ να συνεχίσει να παρέχει την εναλλακτική μορφή καταθέσεων για τους Ελληνες μικροκαταθέτες, αλλά μόνο μέσω των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου.