Σε ειδική μελέτη στην Εκθεση Νομισματικής Πολιτικής που δημοσίευσε χθες, η ΤτΕ τονίζει ότι υπό συνθήκες ατελούς ανταγωνισμού (π.χ. μονοπωλιακές ή ολιγοπωλιακές συνθήκες), οι παραγωγοί αναπτύσσουν στρατηγικές τιμολόγησης που οδηγούν σε ατελή μετακύλιση των όποιων φορολογικών ελαφρύνσεων και λοιπών μειώσεων του κόστους στις τελικές τιμές.
Σενάρια
Ενδεικτικά αναφέρεται σε ένα υποθετικό σενάριο μείωσης του βασικού συντελεστή ΦΠΑ από το 24% στο 23% το β’ τρίμηνο του 2024 και στη συνέχεια σε δύο επιμέρους σενάρια. Ενα το οποίο προβλέπει την επαναφορά του συντελεστή στο 24% μετά από 8 τρίμηνα και ένα δεύτερο, στο οποίο ο συντελεστής παραμένει στο 23% στο διηνεκές. Το αποτέλεσμα και στα δύο υπο-σενάρια είναι το ίδιο. Η μείωση του ΦΠΑ οδηγεί σε μείωση της τιμής, η οποία είναι στατιστικά ασήμαντη. Αυτό σημαίνει ότι, τελικά, ο καταναλωτής δεν έβλεπε για το εξεταζόμενο διάστημα καμία αλλαγή στις τιμές με τις οποίες πλήρωνε αγαθά και υπηρεσίες με τον χαμηλότερο κατά 1% συντελεστή ΦΠΑ.
Αισιοδοξία
Κατά τα λοιπά, η έκθεση της ΤτΕ εμφανίζεται πιο αισιόδοξη για την ανάπτυξη από ό,τι το ΥΠΕΘΟ μέχρι και το 2027, αλλά δεν κρύβει και τον προβληματισμό της για τον πληθωρισμό, ο οποίος θα παραμείνει υψηλότερα από αυτόν της Ε.Ε.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις τρέχουσες προβλέψεις της Τραπέζης της Ελλάδος, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ το 2024 αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,3%, να επιταχυνθεί το 2025 στο 2,5% και να υποχωρήσει ελαφρά στο 2,3% το 2026 και στο 2,0% το 2027. Η βασικότερη συνιστώσα της μεγέθυνσης εκτιμάται ότι θα είναι η ιδιωτική κατανάλωση, ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να συμβάλλουν θετικά.
Ο πληθωρισμός, βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), το 2024 αναμένεται να διαμορφωθεί σε 3,0%, από 4,2% το 2023, αντανακλώντας τη μεγάλη επιβράδυνση του πληθωρισμού των ειδών διατροφής. Μέχρι το 2026 ο πληθωρισμός θα συγκλίνει προς τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2%), αλλά θα παραμείνει ελαφρά πάνω από αυτόν, στο 3,5% το 2024 και στο 3,1% το 2025, αντικατοπτρίζοντας την αποκλιμάκωση κυρίως του πληθωρισμού των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών.
Εκτιμήσεις
Το ποσοστό ανεργίας εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 10,6% το 2024, ενώ θα συνεχίσει να αποκλιμακώνεται με γρήγορο ρυθμό και θα φθάσει στο 8,5% το 2027, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας τα επόμενα έτη. Οσον αφορά στο κόστος εργασίας για το σύνολο της οικονομίας, οι ονομαστικές αμοιβές ανά απασχολούμενο θα αυξάνονται με υψηλούς ρυθμούς, γύρω στο 4,5% κατά μέσο όρο, τα επόμενα έτη, κυρίως ως αποτέλεσμα της εντεινόμενης στενότητας στην αγορά εργασίας, αλλά και με βάση τις πρόσφατες συλλογικές συμβάσεις εργασίας σε διάφορους κλάδους του ιδιωτικού τομέα. H παραγωγικότητα της εργασίας για την οικονομία συνολικά εκτιμάται ότι θα αυξάνεται με μικρότερους ρυθμούς σε σχέση με τις πραγματικές αμοιβές ανά μισθωτό, εξέλιξη που επιδρά αρνητικά στη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Οι προκλήσεις
Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις μακροοικονομικές προβλέψεις της Τραπέζης της Ελλάδος για την ανάπτυξη είναι κυρίως καθοδικοί και συνδέονται με:
1 Τυχόν επιδείνωση της γεωπολιτικής κρίσης στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή και των επιπτώσεών της στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον.
2 Ενίσχυση του εμπορικού προστατευτισμού διεθνώς.
3 Χαμηλότερο του αναμενομένου ρυθμό απορρόφησης και αξιοποίησης των κονδυλίων του RRF.
4 Εντεινόμενη στενότητα στην αγορά εργασίας και ενδεχόμενες μισθολογικές πιέσεις.
5 Βραδύτερη του αναμενομένου υλοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων.
6 Ενδεχόμενες φυσικές καταστροφές λόγω της κλιματικής κρίσης.