Γράφει ο οικονομόλογος Γιώργος Κουρής
Το χειρότερο απ’ όλα όμως είναι ότι ακόμα και αν ο πόλεμος σταματήσει τις επόμενες εβδομάδες, το κύμα του πληθωρισμού θα συνεχίσει να φαλκιδεύει τα εισοδήματα όλων των Ελλήνων και ταυτόχρονα τα έσοδα του Δημοσίου και την κερδοφορία των ελληνικών επιχειρήσεων. Μετά και την εκπνοή του τρίτου Μνημονίου το καλοκαίρι του 2018 είναι αλήθεια ότι η ελληνική οικονομία δεν είχε τον χρόνο και τους βαθμούς ελευθερίας για να ανακάμψει. Τα εμπόδια ήταν συνεχή και οι αναποδιές απρόσμενες. Το 2021 βέβαια η άνοδος της οικονομίας ήταν εντυπωσιακή, αλλά μόνο γιατί το προηγούμενο έτος η πτώση της ήταν επίσης θεαματική. Κατά το τρέχον έτος που υπήρχε η ευκαιρία να συνεχιστεί ο θετικός βηματισμός και να καταγραφεί μια ισχυρή ανάκαμψη, ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι κυρώσεις προς τη Ρωσία και η αβεβαιότητα που πλανάται, κάθε άλλο παρά συνθέτουν μια αισιόδοξη εικόνα για την περίοδο μέχρι τις εκλογές του 2023.
Δικαιολογημένα αναρωτιέται κανείς, όταν η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη και η δυσφορία των πολιτών για τη συνεχή μείωση του εισοδήματος μεγάλη, ποιες είναι οι άμυνες της χώρας απέναντι στο τσουνάμι πληθωρισμού που ανατρέπει τις προσπάθειες ανόρθωσης της οικονομίας; Ηδη από τους διεθνείς οίκους αλλά και την Τράπεζα της Ελλάδος μαθαίνουμε ότι οι θετικές προβλέψεις για εφέτος αναθεωρούνται προς τα κάτω. Η κυβέρνηση ετοιμάζεται παράλληλα να καταθέσει στη Βουλή συμπληρωματικό προϋπολογισμό λόγω της επιβάρυνσης των δαπανών για επιδόματα που έχει δημιουργήσει η ακρίβεια. Το μεγάλο ζητούμενο επομένως είναι ποιοι μπορεί να είναι οι κλάδοι που θα λειτουργήσουν ως ανάχωμα στην πιθανή κατρακύλα της οικονομίας…
Οικοδομή
Ενας κλάδος της οικονομίας που δεν φαίνεται να «καταλαβαίνει» τίποτα από απαισιοδοξία και πιθανή ύφεση είναι η οικοδομική δραστηριότητα. Από το 2016 και μετά καταγράφει συνεχή αύξηση η οποία δεν είχε πρόβλημα ακόμα και στο χειρότερο σημείο της πανδημίας και πτώσης της οικονομίας που ήταν το 2020 (πίνακας ). Η άνοδος των τελευταίων χρόνων είναι ένας συνειδητός σχεδιασμός των εταιριών κατασκευών οι οποίες έχουν σωστά αξιολογήσει την ανοδική τάση των τιμών των ακινήτων μετά τα πολλά έτη που η προσφορά στέγης έχει μείνει πίσω σε σχέση με την ανερχόμενη ζήτηση από Ελληνες και ξένους.
Τη δυνατότητα ανόδου της οικοδομικής δραστηριότητας που καταγράφεται την τελευταία πενταετία θα πρέπει να τη δει κανείς σε σχέση με τον όγκο ανοικοδόμησης που υπήρχε από το 2007 και μετά. Την οκταετία 2007 έως 2015 η οικονομική ύφεση αρχικά και η πτώχευση της χώρας που κορυφώθηκε με τα Μνημόνια είχαν οδηγήσει τον κλάδο στο σημείο μηδέν από την πλευρά της προσφοράς στέγασης. Τα τελευταία χρόνια λοιπόν η ανάκαμψη είναι το αποτέλεσμα της προσφοράς που προσπαθεί να πλησιάσει τις ανάγκες ζήτησης. Ο συγκεκριμένος κλάδος, παρά την άνοδο των τιμών των υλικών, έχει όλες τις προϋποθέσεις να συνεχίσει να ακολουθεί ανοδική πορεία τουλάχιστον για εφέτος και του χρόνου. Επομένως μπορεί να λειτουργήσει ως σημαντικός πυλώνας στην τόνωση της οικονομίας και να αντισταθμίσει σε ένα βαθμό τις αρνητικές τάσεις που δημιουργεί η ακρίβεια.
Τουρισμός
Μια ακόμα σημαντική άμυνα στα δύσκολα μαντάτα για την οικονομία εφέτος είναι τα έσοδα από την τουριστική κίνηση που εδώ και πολλά χρόνια στηρίζουν σε μεγάλο βαθμό τα εισοδήματα και την απασχόληση πολλών χιλιάδων Ελλήνων. Το καλύτερο έτος τουρισμού από πλευράς αφίξεων και εσόδων ήταν το 2019. Τότε αυτά που ξόδεψαν στην Ελλάδα οι 31 εκατομμύρια τουρίστες αντιστοιχούσαν στο 10% του ΑΕΠ και ως ποσό ήταν 18,2 δισ. ευρώ (πίνακας ). Η σημαντικότατη αυτή όμως «ένεση» στην οικονομία είναι το άμεσο αποτέλεσμα. Μια πλειάδα από άλλα επαγγέλματα και δραστηριότητες ακολουθούν και συμπληρώνουν το τουριστικό μας προϊόν και πολλαπλασιάζουν το όφελος για την οικονομία κατά 2-3 φορές. Με άλλα λόγια, η προστιθέμενη αξία από τον τουρισμό είναι υπερδιπλάσια και το συνολικό όφελος για την οικονομία έφτασε το 25% το 2019. Η τουριστική κίνηση του 2022, προτού ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και το κύμα του πληθωρισμού χτυπήσει την τσέπη κάθε Ευρωπαίου, προβλεπόταν να ξεπεράσει το έτος-ρεκόρ 2019. Τώρα οι προβλέψεις τελούν υπό αναθεώρηση.
Χάνονται οι τουρίστες που παραδοσιακά έρχονταν από τη Ρωσία και ασφαλώς όσοι έρχονταν από την Ουκρανία. Στην Ευρώπη ο πληθωρισμός μειώνει όλα τα εισοδήματα γεγονός που αναμένεται να επιδρά αρνητικά στα εισοδήματα μέχρι το τέλος του έτους. Εξ αυτού του λόγου θα πρέπει να αναμένουν πλέον λιγότερους τουρίστες και λιγότερη δαπάνη ανά κεφαλήν εφέτος από ό,τι προβλεπόταν για τους Ευρωπαίους τουρίστες. Το πού θα κάτσει η μπίλια είναι αυτή τη στιγμή άδηλο εφόσον ο πόλεμος και η άνοδος των τιμών των καυσίμων που υποθάλπουν τον πληθωρισμό δεν έχει τέλος.
Ενα όμως μπορεί να προβλέψει κανείς με σιγουριά. Οτι το όφελος για την οικονομία από τον τουρισμό θα είναι αρκετά μεγαλύτερο εφέτος σε σχέση με τα 10,8 δισ. που εισπράχθηκαν το 2021. Επομένως μπορεί να προβλέψουμε ότι το τελικό άμεσο αποτέλεσμα του τουρισμού για το 2022 θα είναι αρκετά μεγαλύτερο από πέρυσι αλλά και ότι θα είναι δύσκολο να επαναληφθεί η επιτυχία του 2019.
Καταθέσεις
Ενας άλλος σημαντικός παράγοντας σταθερότητας της οικονομίας σε περιόδους απαισιόδοξων προοπτικών είναι η εμπιστοσύνη του ιδιωτικού τομέα προς την κυβέρνηση και τη συνολική οικονομική κατάσταση. Υπάρχει πληθώρα δεικτών οικονομικής συγκυρίας και προσδοκιών που δείχνει τον βαθμό εμπιστοσύνης στην τρέχουσα κατάσταση και πώς οι πολίτες βλέπουν το μέλλον. Ενας από τους πλέον χειροπιαστούς δείκτες όμως είναι οι καταθέσεις που τοποθετούν οι Ελληνες και ξένοι πολίτες στις ελληνικές τράπεζες. Το απόλυτο ύψος και ο ρυθμός μεταβολής των καταθέσεων λέει πάρα πολλά για την ψυχολογία και τις διαθέσεις όλων των παραγόντων που επηρεάζουν την οικονομική κατάσταση σε κάθε περίοδο. Στον πίνακα παραθέτουμε σε διάγραμμα τη διαχρονική πορεία των καταθέσεων στην Ελλάδα από το 2003 έως και τον Δεκέμβριο του 2021.
Από το 2003 μέχρι το 2008-09 η άνοδος των καταθέσεων στη χώρα μας ήταν αλματώδης με αποτέλεσμα μέσα σε μια πενταετία αλμάτων οι καταθέσεις από 140 δισ. ευρώ να διπλασιαστούν και να φτάσουν τα 280 δισ. Στη συνέχεια η διεθνής ύφεση και τα Μνημόνια κατέστρεψαν τα εισοδήματα και την εμπιστοσύνη προς την κρατούσα κατάσταση. Ετσι οι καταθέσεις έπεφταν συνεχώς επί 6 χρόνια έως το 2015 και το επίπεδο των καταθέσεων μειώθηκε σε 140 δισ. Μια πλήρης στροφή 180 μοιρών δηλαδή από το σημείο εκκίνησης των αλμάτων το 2003. Μέρος ασφαλώς της πτώσης οφείλετο και στη φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό.
Από το 2015 και μετά όμως έχουμε μια σταδιακή ανάκαμψη των καταθέσεων η οποία συνεχίστηκε ακόμα και κατά τη μεγάλη ύφεση του 2020. Ετσι το ύψος των καταθέσεων τον Δεκέμβριο του 2021 έχει φτάσει αισίως στα 201 δισ. ευρώ, ένα ποσό που είναι ακόμα πολύ μακριά από το 2008-09, αλλά με προοπτική να συνεχιστεί. Το σημαντικό επομένως είναι ότι η ανοδική πορεία των καταθέσεων δείχνει την εμπιστοσύνη στην πορεία της οικονομίας μετά από μια μακράς διάρκειας ύφεση. Αποτελεί δε ψήφο εμπιστοσύνης Ελλήνων και ξένων και απόδειξη των κεφαλαίων που εισέρχονται για επενδυτικούς σκοπούς.
Η μέγγενη του πληθωρισμού
Ασφαλώς και οι παραπάνω κλάδοι δεν είναι οι μόνοι που στηρίζουν την ανάκαμψη της οικονομίας. Οι εξαγωγές επίσης βοηθούν μαζί με μια σειρά καινοτόμων εταιριών που δημιουργούν εισοδήματα και υπεραξίες στο εσωτερικό και υποκαθιστούν εισαγόμενα προϊόντα. Αυτή την εποχή όμως ο μεγάλος εχθρός που απειλεί ως τσουνάμι να μειώσει εισοδήματα, ενεργό ζήτηση και επενδυτικές προσπάθειες, είναι ο πληθωρισμός (πίνακας ). Η Ελλάδα μπορεί να έχει μικρότερο ρυθμό πληθωρισμού από ότι οι βαλτικές χώρες, η Ολλανδία και άλλες, παραμένει όμως πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης με επιταχυνόμενο πληθωρισμό. Αυτό δείχνει η τάση της ακρίβειας, που ενώ μέχρι τον Μάιο του 2021 είχε πτωτική τάση, στη συνέχεια ανεβαίνει με άλματα κάτω από τη συνεχή πίεση των τιμών των καυσίμων αλλά και δειγμάτων αισχροκέρδειας. Η χιονοστιβάδα του πληθωρισμού μεγεθύνεται επίσης γιατί οι προσδοκίες για αύξηση του κόστους των προϊόντων ενσωματώνονται στα εμπορικά σχέδια πώλησης των τιμών προς τον τελικό καταναλωτή. Στην Ελλάδα μπορεί σε μερικούς μήνες να δούμε τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) να φτάνει σε διψήφιο νούμερο πληθωρισμού, γεγονός που θα εκτροχιάσει πολλά επενδυτικά προγράμματα καθώς τα επιτόκια δανεισμού θα ακολουθήσουν το πληθωριστικό κύμα. Την άνοδο των επιτοκίων δανεισμού στο εσωτερικό ήδη προαναγγέλλει η άνοδος στα δεκαετή ομόλογα του Δημοσίου όπου η απόδοση από 0,8% που ήταν προ έτους έχει ξεπεράσει το 2,6% σήμερα.
Τελικά βλέπουμε ότι στη διάρκεια του έτους θα ενεργούν αντίρροπες δυνάμεις στην οικονομία υπό τη μορφής διελκυστίνδας όπου ο πληθωρισμός θα ανακόπτει την αυξητική τάση του ΑΕΠ που έχει αποκτηθεί κατά τη διάρκεια του 2021, ενώ από την άλλη μεριά τα αναχώματα του κλάδου της ανοικοδόμησης, του τουρισμού και του κλίματος εμπιστοσύνης θα περιορίζουν την πτώση. Καλό θα είναι επομένως να κρατάμε μικρό καλάθι για το πώς θα εξελιχθεί η οικονομική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια του 2022. Οι κυβερνητικές υπηρεσίες θα πρέπει παράλληλα να εκμεταλλευτούν τα κοινοτικά κονδύλια στο έπακρο γιατί αυτό ίσως είναι το πιο σίγουρο σωσίβιο που θα βοηθήσει την οικονομία να παρουσιάσει θετικό πρόσημο εφέτος.
Ειδήσεις σήμερα
20 με 21 Απριλίου το επίδομα των 200 ευρώ στους ευάλωτους – Ποιοι το δικαιούνται
Συντάξεις-Αναδρομικά: Ποιες κατηγορίες πάνε Tαμείο μετά το Πάσχα [πίνακες]
Πάτρα: «Τα σκότωνες και μετά μου ζητούσες να τους φτιάξω τα πορτρέτα» – Σοκάρει ζωγράφος
Γαλλικές εκλογές: «Κλειδί» για τον δεύτερο γύρο οι ψηφοφόροι του Μελανσόν