Παρά τα «γλυκαντικά» με τα οποία συνόδευσαν την πρότασή τους οι θεσμοί, δηλαδή τη δυνατότητα η Ελλάδα να προχωρήσει σε φοροαπαλλαγές αν πετύχει ή ξεπεράσει το στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, το ρίσκο είναι μεγάλο και αναλαμβάνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Τούτο με δεδομένο ότι ο μεσοπρόθεσμος στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα δεν θα υπολείπεται σε διάρκεια τα 5 χρόνια. Συνεπώς τα προληπτικά μέτρα θα είναι μαζί μας από το 2018 μέχρι και τουλάχιστον το 2024 καλύπτοντας δύο κοινοβουλευτικές θητείες. Η ρύθμιση αυτή έχει νόημα για τους δανειστές, οι οποίοι, αφού δεν μπορούν να πείσουν για την ανάληψη της ιδιοκτησίας του προγράμματος, προσπαθούν να την επιβάλουν, δεσμεύοντας με μέτρα για τουλάχιστον μια πενταετία, αφού θα ισχύουν τουλάχιστον για το διάστημα κατά το οποίο η Ελλάδα θα πρέπει να επιτυγχάνει σε σταθερή βάση πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ.
Η δεύτερη ωρολογιακή βόμβα της λύσης είναι ότι η πρόταση για μέτρα 2% του ΑΕΠ υπολογίζεται ως «καθαρή δημοσιονομική απόδοση». Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση που θα αναγκαστεί να τα εφαρμόσει θα κάνει περικοπές περίπου 4,5 δισ. ευρώ για να καλύψει τις παράπλευρες απώλειες σε εισφορές και κατανάλωση.
Ενα δεύτερο σημαντικό σημείο είναι ότι η θυσία αυτή θα γίνει χωρίς καθαρή λύση για το χρέος, το οποίο δεν θέλησε να αγγίξει ούτε ο ίδιος ο κ. Ντάισελμπλουμ, ο οποίος πήρε στο παρά πέντε την πρωτοβουλία για τη σύγκλιση Ελλάδας-δανειστών. Η έμφαση δόθηκε κυρίως στα μέτρα που θα πρέπει να εφαρμόσει η Ελλάδα, αλλά κανείς δεν έκανε μια αναφορά στα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, παρότι την Παρασκευή ήταν παρόντες στη συνάντηση και ο σκληρός κ. Πολ Τόμσεν αλλά και η κ. Βελκουλέσκου, που ζητούσαν στην έκθεση για την αξιολόγηση του άρθρου IV γενναία απομείωση του χρέους.
Αιφνιδιαστικός έλεγχος της Επιτροπής Ανταγωνισμού στις αγορές καφέ, σοκολάτας και βρεφικής διατροφής
Αφορολόγητο και συντάξεις
Στα μέτρα, η πρώτη θυσία θα είναι η μείωση του αφορολογήτου για μισθωτούς και συνταξιούχους από τα 8.636 στα 7.300, προκειμένου να μπορέσει να αποτυπωθεί η εξοικονόμηση 1,8 δισ. ευρώ. Η έκπτωση φόρου από τα 1.900 ευρώ που είναι σήμερα για μισθωτούς και συνταξιούχους θα μειωθεί στα 1.600 ευρώ. Με τη μείωση αυτή θα πληρώσουν για πρώτη φορά φόρο οι μισθωτοί Δημοσίου και οι συνταξιούχοι με αποδοχές πάνω από τα 600 ευρώ και οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα με μισθό από 521 ευρώ, δηλαδή χαμηλότερα από το βασικό μισθό για άτομα άνω των 24.
Πρακτικά όμως θα πληρώσουν φόρο άτομα με χαμηλότερα έως και πολύ χαμηλότερα εισοδήματα, λόγω του παράλογου καθεστώτος των τεκμηρίων διαβίωσης, αφού με τη μείωση του αφορολογήτου μπορεί να πληρώσει φόρο και ένας άνεργος με ένα σπίτι και ένα αυτοκίνητο έστω και 20ετίας.
Tάσος Δασόπουλος
Διαβάστε περισσότερα στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής