Σύμφωνα με την Κομισιόν, οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, που απασχολούν λιγότερους από 50 εργαζομένους και έχουν κύκλο εργασιών μικρότερο από 10 εκατ. ευρώ, επλήγησαν ιδιαίτερα από την έλλειψη ρευστότητας που προκάλεσε ο οικονομικός αντίκτυπος της τρέχουσας έξαρσης του κορονοϊού, γεγονός που επιδείνωσε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν για πρόσβαση σε χρηματοδότηση σε σύγκριση με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις.
Οι δυσκολίες αυτές, αν δεν αντιμετωπιστούν, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγάλο αριθμό πτωχεύσεων πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων, προκαλώντας σοβαρές διαταραχές σε ολόκληρη την οικονομία της Ε.Ε., τονίζει.
Με τη νέα τροποποίηση επεκτείνεται το προσωρινό πλαίσιο ώστε να επιτρέψει στα κράτη- μέλη να προσφέρουν δημόσια στήριξη δυνάμει του προσωρινού πλαισίου προς όλες τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, ακόμη σε εκείνες που ήταν προβληματικές την 31η Δεκεμβρίου 2019.
Το μέτρο δεν θα ισχύσει αν οι εν λόγω επιχειρήσεις βρίσκονται σε διαδικασία αφερεγγυότητας, έχουν λάβει ενίσχυση διάσωσης που δεν έχει επιστραφεί ή υπάγονται σε σχέδιο αναδιάρθρωσης βάσει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις.
Η τροποποίηση αυξάνει επίσης αποτελεσματικά τις δυνατότητες στήριξης των νεοφυών επιχειρήσεων, οι οποίες στη συντριπτική τους πλειονότητα εμπίπτουν στην κατηγορία των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων, ιδίως των καινοτόμων που ενδέχεται να είναι ζημιογόνες στην ταχέως αναπτυσσόμενη φάση τους και οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική ανάκαμψη της Ενωσης.
Πιο... ξινός ο χυμός πορτοκαλιού το 2025
Η Κομισιόν υπενθυμίζει επίσης ότι όλες οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δεν είχαν συμπληρώσει τριετία από τη σύστασή τους την 31η Δεκεμβρίου 2019 μπορούσαν ήδη να επωφεληθούν από τα μέτρα ενίσχυσης που προβλέπει το προσωρινό πλαίσιο, εκτός αν βρίσκονται σε διαδικασία αφερεγγυότητας, έχουν λάβει ενίσχυση διάσωσης που δεν έχει επιστραφεί ή υπάγονται σε σχέδιο αναδιάρθρωσης βάσει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις.
Η Επιτροπή προσάρμοσε επίσης τους όρους για τα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ιδιώτες επενδυτές συνεισφέρουν από κοινού με το κράτος στην αύξηση του κεφαλαίου των επιχειρήσεων. Οι εν λόγω αλλαγές θα ενθαρρύνουν τις εισφορές κεφαλαίου με σημαντική ιδιωτική συμμετοχή σε επιχειρήσεις, περιορίζοντας έτσι την αναγκαιότητα κρατικών ενισχύσεων και τον κίνδυνο στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.
Ειδικότερα, όταν το κράτος αποφασίζει να χορηγήσει ενίσχυση ανακεφαλαιοποίησης, αλλά οι ιδιώτες επενδυτές συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση του κεφαλαίου (κατ’ αρχάς με τουλάχιστον 30% των νέων εισφορών κεφαλαίου) υπό τους ίδιους όρους με το κράτος, η απαγόρευση εξαγοράς και το ανώτατο όριο αποδοχών για τη διοίκηση περιορίζονται σε τρία έτη.
Τέλος, αίρεται η απαγόρευση διανομής μερισμάτων για τους κατόχους νέων μετοχών καθώς και για τις υφιστάμενες μετοχές, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσοστό των κατόχων των εν λόγω υφιστάμενων μετοχών μειώνεται συνολικά κάτω από το 10% στην επιχείρηση. Με τον τρόπο αυτό θα δοθούν κίνητρα στις επιχειρήσεις να αναζητήσουν συνεισφορά από την αγορά και από το κράτος για τις κεφαλαιακές τους ανάγκες, διασφαλίζοντας παράλληλα τη διατήρηση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά.
Σύμφωνα με την εκτελεστική αντιπρόεδρο για την πολιτική ανταγωνισμού, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, «οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι μικρές επιχειρήσεις και οι νεοφυείς επιχειρήσεις είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική ανάκαμψη της Ενωσης, ενώ πλήττονται από την έλλειψη ρευστότητας και αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες πρόσβασης σε χρηματοδότηση.
Για το λόγο αυτό προχωρήσαμε στη νέα τροποποίηση, ώστε τα κράτη-μέλη να μπορέσουν να προσφέρουν μεγαλύτερη στήριξη στις εν λόγω επιχειρήσεις», ανέφερε, προσθέτοντας ότι με την ίδια απόφαση προσδιορίστηκαν και κίνητρα στους ιδιώτες επενδυτές να συμμετέχουν, μαζί με το κράτος, σε ανακεφαλαιοποιήσεις, μειώνοντας έτσι την ανάγκη κρατικών ενισχύσεων και τον κίνδυνο στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.
Από την έντυπη έκδοση