Για να ολοκληρωθεί η διαδικασία αυτή έως τώρα απαιτούνταν ακόμη και μήνες με αποτέλεσμα να καθυστερεί η ολοκλήρωση των φορολογικών ελέγχων. Στο υπουργείο Οικονομικών εκτιμούν ότι με το νέο αυτοματοποιημένο σύστημα θα επιταχυνθούν οι έλεγχοι οι οποίοι σε πρώτη φάση αναμένεται να επικεντρωθούν στους 1.2070.047 φορολογούμενους που περιλαμβάνονται στην ενιαία λίστα που έχει συσταθεί από όλες τις λίστες φοροδιαφυγής.
Ο συγκεκριμένος κατάλογος με τα 1.207.047 ΑΦΜ περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
– το αρχείο καταθετών από όλα τα ημεδαπά πιστωτικά ιδρύματα με ύψος συναλλαγών ή εμβασμάτων στο εξωτερικό, τουλάχιστον σε μια χρήση, άνω των 300.000 ή 100.000 ευρώ για χρονικό διάστημα από 2000 έως 2012
– τη λίστα από Έλληνες φορολογούμενους στην Ελλάδα, που διατηρούν τραπεζικούς λογαριασμούς στο Λουξεμβούργο
– τη λίστα που αφορά 2.062 φυσικά και νομικά πρόσωπα που διατηρούν ή διατηρούσαν λογαριασμούς στην Τράπεζα HSBC στη Γενεύη
– τη λίστα που αφορά διοικητές και υποδιοικητές που υπηρέτησαν στο Ε.Σ.Υ. κ.α.
Πως λειτουργεί το λογισμικό
Παπαθανάσης: 187 επενδυτικά σχέδια για τη δημιουργία 989 νέων θέσεων εργασίας
Το λογισμικό αυτό -το οποίο «στηνόταν» πυρετωδώς εδώ και μήνες από στελέχη της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων- σύμφωνα με τις πληροφορίες του iefimerida.gr , έχει κατορθώσει αυτό που φαινόταν ως τώρα απίθανο: να προσφέρει στο… πιάτο των ελεγκτών όλες τις πρωτογενείς εγγραφές που σχετίζονται με χρηματοπιστωτικά προϊόντα, ήτοι από απλές καταθέσεις έως ομολόγα και μετοχές, καλύπτοντας κατ’ αρχάς την περίοδο 2000- 2012, δηλαδή την περίοδο που έχουν βάλει στο μάτι οι ελεγκτικές υπηρεσίες και οι οικονομικοί εισαγγελείς.
Πώς λειτουργεί το λογισμικό; Από την πληκτρολόγηση του ΑΦΜ του ελεγχόμενου, μέσα σε 10 λεπτά μπορεί να «κατεβάσει» όλη τη δραστηριότητά του, που σχετίζεται με χρηματοπιστωτικά προϊόντα και να την αντιπαραβάλει με τα δηλωθέντα εισοδήματα αυτών των ετών, «χτυπώντας» κόκκινο όπου υπάρχει αναντιστοιχία.
Ακόμα και έμπειροι ελεγκτές, με «βαριά» γαλόνια, δυσπιστούσαν για την αποτελεσματικότητα του νέου συστήματος, έχοντας την πικρή εμπειρία του περιβόητου Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών, που αποδείχθηκε δυσλειτουργικό και εν τέλει πρακτικά άχρηστο. Ωστόσο, σε ειδική παρουσίαση που έγινε την περασμένη Πέμπτη, διαπίστωσαν ότι ο έλεγχος στα 1.270.047 ΑΦΜ που εμπλέκονται στις αποκαλούμενες λίστες της μεγάλης φοροδιαφυγής (Λαγκάρντ, μεγαλοκαταθέτες κ.λπ.) μπορεί να γίνει, πλέον, με πολύ ταχύτερους ρυθμούς και πιο σίγουρα αποτελέσματα.
Ως τώρα ο έλεγχος μέσω του Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών χρειαζόταν ατσάλινα νεύρα, αφού οι ελεγχόμενοι συνήθως είχαν δεκάδες λογαριασμούς σε ξεχωριστές τράπεζες και για να προχωρήσει η διαδικασία έπρεπε ο ελεγκτής να υποβάλει ξεχωριστό αίτημα κίνησης για κάθε λογαριασμό. Οι απαντήσεις αργούσαν, ενώ τα… σεντόνια που έστελναν οι τράπεζες δεν μπορούσαν να αξιοποιηθούν, καθώς δεν περιελάμβαναν μόνο πρωτογενείς εγγραφές.
«Ακόμα κι αν τα 10 λεπτά γίνουν στην πράξη 1 ώρα, το νέο σύστημα κινείται έτη φωτός μπροστά» αναφέρει έμπειρο στέλεχος που παρακολούθησε την επίδειξη, συμπληρώνοντας ότι σε ετήσια βάση θα μπορεί, πλέον, να ελεγχθεί ο διπλάσιος αριθμός φορολογούμενων που βρίσκονται στις λίστες. Για να μη δημιουργείται, πάντως, η εντύπωση ότι η «βαριά» φοροδιαφυγή θα… σβήσει μέσα σε μερικούς μήνες, στελέχη της φορολογικής διοίκησης τονίζουν ότι για να «κλείσει» ένας φάκελος (υποβολή στοιχείων από τον ελεγχόμενο, εκθέσεις ελέγχου) απαιτείται περίπου ένα δίμηνο.
Αυτό που έχει… εξιτάρει περισσότερο τους ελεγκτές είναι ότι το νέο λογισμικό -όπως τουλάχιστον ενημερώθηκαν αρμοδίως- θα έχει τη δυνατότητα ανανέωσης (update) των δεδομένων του μέσα σε μερικά 24ωρα από τη στιγμή που θα δοθεί τέτοια εντολή. Κι αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι μετά από τις λίστες, που καλύπτουν κυρίως την περίοδο 2009- 2012, έπεται συνέχεια.
Την ίδια ώρα, πληροφορίες αναφέρουν ότι οι ξένοι τεχνοκράτες, που ζήτησαν αναλυτική ενημέρωση για την κατάσταση και τις επιδόσεις των ελεγκτικών υπηρεσιών, δεν έκρυψαν την ενόχλησή τους για το ότι έχει καθυστερήσει η μεταφορά των χιλιάδων υποθέσεων από το ΣΔΟΕ στη ΓΓΔΕ κι αυτό γιατί θεωρούν ότι τέτοιου είδους εκκρεμότητες, εκτός του ότι εγκυμονούν τον κίνδυνο να χαθούν δημόσια έσοδα, εμποδίζουν την εύρυθμη λειτουργία της νέας Αρχής.