Η πρόταση της Επιτροπής θα υποβληθεί στη συνεδρίαση του Εurogroup την Πέμπτη. Την ίδια μέρα ή την Παρασκευή ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ) θα εγκρίνει την τελευταία δόση, καθώς επίσης και τον τρόπο εκταμίευσης της δόσης.
Η δόση
Σύμφωνα με τη δήλωση του Εurogroup που εκδόθηκε μετά τη συνολική απόφαση της 21ης Ιουνίου: «Με την ολοκλήρωση των εθνικών διαδικασιών (επικύρωση από Κοινοβούλια χωρών ευρωζώνης), τα όργανα διοίκησης του EΜΣ αναμένεται να εγκρίνουν την εκταμίευση της πέμπτης και τελευταίας δόσης του προγράμματος ύψους 15 δισ. ευρώ. Από το συνολικό αυτό ποσό, 5,5 δισ. ευρώ θα διατεθούν σε ξεχωριστό λογαριασμό και θα χρησιμοποιηθούν για την εξυπηρέτηση του χρέους, ενώ τα 9,5 δισ. ευρώ θα διατεθούν σε ειδικό λογαριασμό για τη δημιουργία ταμειακού αποθέματος, που θα χρησιμοποιηθεί για την εξυπηρέτηση του χρέους σε περίπτωση ανάγκης».
Τονίζεται επίσης ότι η χρήση των εν λόγω κεφαλαίων θα γίνεται μετά από συμφωνία με τους θεσμούς.
Για πρώτη φορά
Η ενισχυμένη εποπτεία είναι κάτι που αποφασίζεται για πρώτη φορά και φυσικά δεν έχει καμία σχέση με αυτό που αποφασίστηκε για τις άλλες πρώην μνημονιακές χώρες, όταν ολοκληρώθηκαν τα προγράμματά τους. Η Ελλάδα θα υπόκειται σε τριμηνιαίους ελέγχους από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ. Στις άλλες πρώην μνημονιακές χώρες οι έλεγχοι είναι εξαμηνιαίοι.
Η κυβέρνηση έχει αναλάβει σαφείς δεσμεύσεις, που πρέπει να τηρήσει, διαφορετικά οι επιπτώσεις θα είναι σημαντικές και πολύ αρνητικές. Στις άλλες χώρες δεν αναλήφθηκε καμία συγκεκριμένη δέσμευση, απλώς τηρείται η διαδικασία που προβλέπεται, δηλαδή για μια χαλαρή εποπτεία μέχρι την εξόφληση του 75% των δανείων.
Το κύριο βάρος των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η κυβέρνηση αφορούν φυσικά την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ μέχρι και το 2022, καθώς και την υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων οι οποίες έχουν ήδη αποφασιστεί. Πρόκειται για μεταρρυθμίσεις που αφορούν τομείς όπως ο δημοσιονομικός, ο κοινωνικός, ο χρηματοπιστωτικός, η αγορά εργασίας, οι ιδιωτικοποιήσεις και ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης.
Δικλείδα ασφαλείας
Η τήρηση των δεσμεύσεων από την πλευρά της χώρας μας συνδέεται με ορισμένες παραμέτρους της ελάφρυνσης του χρέους. Για παράδειγμα, η επιστροφή των κερδών ύψους 5,8 δισ. ευρώ (σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ) στην Ελλάδα από την ΕΚΤ και κεντρικές τράπεζες χωρών της ευρωζώνης, που έχουν στην κατοχή τους ελληνικά ομόλογα, συνδέεται με την υλοποίηση των μεταμνημονιακών δεσμεύσεων της κυβέρνησης. Επίσης η κατάργηση της προσαύξησης του επιτοκίου δανεισμού της δεύτερης διάσωσης, που θα αποφέρει 200 εκατ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2022, συνδέεται επίσης με τις δεσμεύσεις αυτές.
Πέρα από το οικονομικό σκέλος, όμως, για την Ελλάδα είναι μονόδρομος η τήρηση των μεταμνημονιακών υποχρεώσεων, υπό την έννοια ότι η χώρα μας θα βρίσκεται στο «μικροσκόπιο» των αγορών και η παραμικρή δημόσια αιχμή από την πλευρά των εταίρων και δανειστών θα αυξάνει ανάλογα και το κόστος δανεισμού. Κι αυτό γιατί όσο θα κλονίζεται η εμπιστοσύνη τόσο θα επηρεάζεται αρνητικά το επιτόκιο των ομολόγων.
Τα παραπάνω αποδεικνύουν και το αβάσιμο των ισχυρισμών του Πιέρ Μοσκοβισί περί καθαρής εξόδου. Καθαρή έξοδο είχαν η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, στις οποίες δεν επιβλήθηκε κανένας όρος ούτε ενισχυμένη εποπτεία.
Οι κανονισμοί
Η διαδικασία της ενισχυμένης εποπτείας βασίζεται στη λεγόμενη δέσμη δύο μέτρων του 2013, που περιλαμβάνει δύο κανονισμούς.
Ο πρώτος κανονισμός εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, ενώ προβλέπονται ειδικοί κανόνες για τα κράτη-μέλη που υπάγονται στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.
Ο δεύτερος κανονισμός καθορίζει σαφείς και απλοποιημένους κανόνες για ενισχυμένη εποπτεία για κράτη-μέλη που αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη δημοσιονομική τους σταθερότητα, τα κράτη-μέλη που λαμβάνουν οικονομική συνδρομή και εκείνα που εξέρχονται από ένα πρόγραμμα οικονομικής συνδρομής. Σε αυτόν τον κανονισμό εντάσσεται προφανώς η Ελλάδα.
Η ενισχυμένη εποπτεία δίνει σημαντικές αρμοδιότητες στην Κομισιόν, οι οποίες θα μπορούσαν να φτάσουν μέχρι την υποχρέωση του κράτους-μέλους που αποκλίνει από τους στόχους να λάβει μέτρα. Στην περίπτωση της Ελλάδας οι κυρώσεις θα είναι διαφορετικές, δηλαδή δεν θα μπορέσει να επωφεληθεί του συνόλου των αποφάσεων ελάφρυνσης του χρέους και ειδικότερα της επιστροφής των κερδών του ευρωσυστήματος (κεντρικές τράπεζες) από τα ομόλογα και την κατάργηση της προσαύξησης του επιτοκίου δανεισμού.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]