Αιτία οι τροποποιήσεις επί τω δυσμενέστερω, που επέφερε φέτος η κυβέρνηση στον ισχύοντα Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) αλλά και η πρόσφατη συμφωνία της με τους δανειστές για τη διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και από το Δημόσιο για την ταχύτερη είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις εφορίες.
Με εμπορικές αξίες
Συγκεκριμένα, με διάταξη που ψήφισε τον περασμένο Μάιο στη Βουλή η κυβέρνηση (άρθρο 78 του ν. 4472/2017), προβλέπεται ότι οι πλειστηριασμοί ακινήτων για απλήρωτες οφειλές προς τις ΔΟΥ επιτρέπεται πλέον να διενεργούνται με τιμές εκκίνησης (τιμές πρώτης προσφοράς) όχι τις αντικειμενικές αξίες αλλά τις πολύ πιο χαμηλές αγοραίες αξίες της κτηματαγοράς.
Η διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με δύο ακόμη ισχύουσες διατάξεις του ΚΕΔΕ, σύμφωνα με τις οποίες οι κατασχέσεις και οι πλειστηριασμοί ακινήτων επιτρέπεται να επιβάλλονται για ποσά ληξιπρόθεσμων οφειλών άνω των 500 ευρώ και ότι από τις κατασχέσεις για χρέη προς το Δημόσιο δεν προστατεύεται η πρώτη κατοικία, άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου για χιλιάδες οφειλέτες του Δημοσίου, οι οποίοι κινδυνεύουν πλέον να χάσουν ακόμη και τα σπίτια στα οποία διαμένουν και για οφειλές χαμηλότερες των 5.000 ή και των 10.000 ευρώ!
Δεδομένου ότι η αγορά ακινήτων έχει καταρρεύσει τα τελευταία χρόνια και οι εμπορικές αξίες υπολείπονται κατά πολύ των αντικειμενικών τιμών, οι πλειστηριασμοί ακινήτων για απλήρωτα χρέη προς το Δημόσιο δεν θα κηρύσσονται πλέον άγονοι, αφού δυνητικά θα υπάρχουν πλειοδότες που θα διαθέτουν λιγότερα χρήματα και τα ακίνητα των οφειλετών θα εκποιούνται έναντι εξευτελιστικών τιμημάτων.
Δεδομένου δε ότι ο ΚΕΔΕ δεν εξαιρεί την πρώτη κατοικία του οφειλέτη από την κατάσχεση και τον πλειστηριασμό, ο κίνδυνος απώλειας της οικογενειακής στέγης για χιλιάδες οφειλέτες έναντι πενιχρού αντιτίμου είναι πλέον υπαρκτός.
Ηλεκτρονικά
Eπιπλέον, η κυβέρνηση συμφώνησε με τους εκπροσώπους των δανειστών, στο πλαίσιο των συζητήσεων για την τρίτη αξιολόγηση του Μνημονίου ΙΙΙ, την επέκταση του μέτρου των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και σε υποθέσεις οφειλετών του Δημοσίου.
Σύμφωνα με το νέο επικαιροποιημένο Μνημόνιο που υπέγραψε πρόσφατα η κυβέρνηση, από το 2018 οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί θα μπορούν να διενεργούνται και για την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων φορολογουμένων με ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο!
Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η πρώτη κατοικία δεν προστατεύεται από τους πλειστηριασμούς για χρέη προς το Δημόσιο και ότι οι τιμές εκκίνησης θα καθορίζονται και στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς με βάση τις τρέχουσες πολύ χαμηλές αξίες της αγοράς, αναμένεται να συμβάλει στην επιτάχυνση των διαδικασιών εκποίησης των κύριων κατοικιών και της λοιπής ακίνητης περιουσίας χιλιάδων οφειλετών του Δημοσίου, έναντι εξωφρενικά χαμηλών τιμημάτων.
Ουσιαστικά, από το 2018 περισσότεροι οφειλέτες του Δημοσίου θα χάνουν μέσα από τις διαδικασίες-εξπρές των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών τα σπίτια στα οποία διαμένουν, καθώς και άλλα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία τους.
Εναλλακτικοί τρόποι που μπλοκάρουν τις κατασχέσεις
Πάντως, οι ισχύουσες διατάξεις για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων προβλέπουν ότι οι κατασχέσεις και οι πλειστηριασμοί που επιβάλλουν οι φορολογικές αρχές μπορούν να αντιμετωπιστούν προληπτικά με 3 εναλλακτικούς τρόπους, που είναι οι εξής:
1. Η υπαγωγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις φορολογικές αρχές μπορούν να ρυθμιστούν έως και 12 μηνιαίες δόσεις ή εάν προέρχονται από έκτακτη φορολογία έως και σε 24 μηνιαίες δόσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4152/2013 περί «πάγιας ρύθμισης». Η υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή προϋποθέτει την υποβολή μιας αίτησης-υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 με στοιχεία για την εισοδηματική και περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη από τα οποία θα πρέπει να προκύπτει αφενός η αδυναμία του να εξοφλήσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του αφετέρου η δυνατότητά του να διαθέτει από το μηνιαίο εισόδημά του ένα ποσό για την αποπληρωμή της κάθε μηνιαίας δόσης της ρύθμισης. Η υποβολή της αίτησης-υπεύθυνης δήλωσης γίνεται ηλεκτρονικά, μέσω ΤΑΧΙSnet.
2. Η τμηματική αποπληρωμή του ληξιπρόθεσμου χρέους ανά μη τακτά διαστήματα με την καταβολή ποσών «έναντι», ιδίως αν το ποσό του χρέους υπερβαίνει κατά πολύ τα 500 ευρώ. Η λύση αυτή πρέπει να επιλέγεται μόνο εφόσον είναι αδύνατη η υπαγωγή του χρέους σε «πάγια ρύθμιση» και με πρωταρχικό στόχο το συνολικό ποσό της οφειλής να περιοριστεί κάτω από τα 500 ευρώ, που είναι το όριο πάνω από το οποίο επιτρέπεται η επιβολή του μέτρου της κατάσχεσης ακινήτων ή κινητών περιουσιακών στοιχείων. Κάθε οφειλέτης που έχει ένα μη ρυθμισμένο ληξιπρόθεσμο χρέος μπορεί, όποτε θέλει και έχει τη σχετική ρευστότητα, να πληρώνει οποιουδήποτε ύψους ποσό «έναντι» του συνολικού αυτού χρέους. Με τον τρόπο αυτό μια οφειλή της τάξεως των 1.000 ή των 2.000 ή των 5.000 ευρώ μπορεί να μειωθεί σταδιακά κάτω από τα 500 ευρώ και ο οφειλέτης να πάψει τουλάχιστον να είναι εκτεθειμένος στον κίνδυνο κατάσχεσης ακινήτων ή κινητών περιουσιακών στοιχείων που κατέχει.
3. Η πώληση ακίνητου περιουσιακού στοιχείου επιλεγμένου από τον ίδιο τον οφειλέτη και η απόδοση μέρους ή ολοκλήρου του εισπραττόμενου τιμήματος για την αποπληρωμή της οφειλής. Σε περίπτωση ύπαρξης μεγάλου ληξιπρόθεσμου χρέους, ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να πουλήσει ακίνητο περιουσιακό στοιχείο το οποίο κατέχει με την προϋπόθεση της παρακράτησης μέρους ή ολοκλήρου του τιμήματος που θα εισπραχθεί προκειμένου να αποδοθεί στο Δημόσιο για την ολοσχερή ή μερική αποπληρωμή του χρέους. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης επιλέγει ο ίδιος ποιο ακίνητο περιουσιακό στοιχείο του θα πουλήσει. Δηλαδή, με την απόφασή του αυτή δεν επιτρέπει να φθάσει η υπόθεσή του στην κατάσχεση, όπου οι φορολογικές αρχές επιλέγουν εκείνες για κατάσχεση και πλειστηριασμό συνήθως το καλύτερο ακίνητο, το οποίο μπορεί να είναι ακόμη και η πρώτη κατοικία του χρεοφειλέτη και να εκποιηθεί πλέον έναντι πινακίου φακής!
Γιώργος Παλαιτσάκης
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου