Η άτακτη οπισθοχώρηση αναδεικνύει όλες τις αδυναμίες του εγχειρήματος της εκστρατείας στα βάθη της Ανατολίας, την έλλειψη εναλλακτικού σχεδίου σε περίπτωση ήττας, ενώ παρασύρει μαζί της μεγάλα τμήματα ελληνικών πληθυσμών της περιοχής, που ενώνονται με την ελληνική Στρατιά πιστεύοντας ότι έτσι θα αποφύγουν τα τουρκικά αντίποινα.
Πίσω στη Σμύρνη, ο ελληνικός πληθυσμός, ανενημέρωτος για την εξέλιξη των μαχών, βλέποντας τους Τούρκους έξω από την πόλη θεωρεί ότι πρόκειται για τμήματα του ελληνικού Στρατού που επιστρέφει… Ο τελευταίος όμως έχει αποχωρήσει βιαστικά -μαζί με την ελληνική διοίκηση- από τα παράλια της Ιωνίας, αφήνοντας τους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιοχής στο έλεος των νικητών.
Πρώτοι μπαίνουν στην άοπλη πόλη στις 13 Σεπτεμβρίου (με το Νέο Ημερολόγιο, με το Παλιό Ημερολόγιο 31 Αυγούστου) οι Τσέτες ανοίγοντας τις πύλες της Κολάσεως… Ξεκινούν άμεσα όργιο σφαγών, βιασμών, λεηλασιών και ολοκληρωτικής εξαφάνισης, με οποιονδήποτε τρόπο, του χριστιανικού πληθυσμού της πόλης, με πρώτα θύματα τους Αρμενίους και αμέσως μετά τους Ελληνες. Οταν κοπάζουν οι λεηλασίες περιουσιών, περιμένουν να αλλάξει η κατεύθυνση του αέρα και εν συνεχεία μπαίνουν οι πρώτες φωτιές στην αρμένικη συνοικία, που επεκτείνονται γρήγορα στην ελληνική και όλα πλέον θυμίζουν εικόνες Αποκάλυψης… Οι Τούρκοι μέχρι σήμερα υποστηρίζουν ότι ο εμπρησμός γίνεται από Ελληνες που φεύγουν, κάτι που θεωρείται ως μαύρο αστείο, αφού σε αυτήν την περίπτωση η φωτιά θα έμπαινε στην τουρκική συνοικία, που μένει άθικτη, ενώ ουδείς βάζει φωτιά στο σπίτι του…
Σε αντίθεση με όλες τις ελληνικές διοικητικές υπηρεσίες της Σμύρνης που φεύγουν βιαστικά να σωθούν, ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, παρά τις αντίθετες παραινέσεις Ελλήνων και ξένων πολιτικών και θρησκευτικών παραγόντων, παραμένει μαζί με το ποίμνιό του στη φλεγόμενη πόλη και βρίσκει φρικτό θάνατο παραδιδόμενος στα χέρια του πλήθους. «Τον έσυραν από το Διοικητήριον έως την τουρκικήν αγοράν και στις συνοικίες των δύο Τσεσμέδων κι από εκεί τον έφεραν αιμόφυρτο στην πλατεία Τρικιρλίκ. Τα ράσα του σχισμένα, τα γένια ξεριζωμένα, τα μάτια βγαλμένα. Η δεσποτική ράβδος του λάφυρο του όχλου. Ο,τι απέμεινε από το σώμα του το κρέμασαν στην πλατεία».
Στην προκυμαία της Σμύρνης δεκάδες συμμαχικά πολεμικά πλοία παρακολουθούν απαθή τη σφαγή των αμάχων, ενώ πολλά από αυτά παρεμποδίζουν τους κυνηγημένους που προσπαθούν να ανέβουν στο κατάστρωμά τους. Αποτελεί τραγική ειρωνεία, αλλά οι «σύμμαχοι» είναι συνεπείς ως προς τη στάση τους από την αρχή μέχρι το τέλος. Αφού υποδαυλίζουν, για δικά τους συμφέροντα, τις ελληνικές διεκδικήσεις στη Μικρά Ασία, όταν αλλάζουν οι συνθήκες δεν διστάζουν να περάσουν από την ουδετερότητα στη συμμαχία με τον Κεμάλ και να καταλήξουν στην παγερή αδιαφορία ακόμα και για τις κατά των γυναικόπαιδων φρικαλεότητες. Η περίφημη μία κανονιά που θα σταματήσει το δράμα των χριστιανών δεν ρίχνεται ποτέ…
Στην Αθήνα η συνεχής εναλλαγή κυβερνήσεων και πρωθυπουργών δεν επηρεάζει στο ελάχιστο τις τραγικές για τον Ελληνισμό εξελίξεις. Στην πραγματικότητα η φιλοβασιλική κυβέρνηση δεν μπορεί να σώσει ούτε τον εαυτό της και λίγους μήνες μετά κάποιοι εκ των πρωταγωνιστών της περιόδου εκτελούνται βιαστικά στο απόσπασμα για να κατευναστεί «το περί δικαίου αίσθημα». Σε λίγο πρόκειται να χαθεί και η Ανατολική Θράκη, το τελευταίο απομεινάρι της Συμφωνίας των Σεβρών. Ο λαός είναι σε απόγνωση και η αλληλογραφία ενός στρατιώτη της εποχής αποδίδει το κλίμα των ημερών: «Μου γράφεις φρικιαστικάς λεπτομερείας της τραγικής εικόνος των μαρτύρων της δυστυχούς Σμύρνης μας που μου έσχισαν την καρδιά. Είμαι πολύ δυστυχής, φίλη μου, αναλογιζόμενος το κατάντημα της Μεγάλης Πατρίδος μας. Πάγω να τρελαθώ αν χάσουμε την Θράκην. Φρίκη! Φρίκη! Δεν μπορούμε ύστερα πουθενά να σταθούμε. Καταστρεφόμαστε εντελώς. Θεέ μου, σώσε την Ελλάδα μας!».
Πού και πού εμφανίζονται κάποια θλιβερά απομεινάρια του ελληνικού Στρατού που δεν έχουν προλάβει να φύγουν: «Είδα αξιωματικούς στον δρόμο που ξήλωναν και πετούσαν τα γαλόνια τους και τα παράσημά τους κι εγώ ζητούσα ο ανόητος από τους γονείς μου να μου βρούνε τέτοια γαλόνια κι εκείνοι αγανακτισμένοι με ξυλοφόρτωναν».
Το καλύτερο ρέκβιεμ για τη μεγαλύτερη τραγωδία του νεότερου ελληνικού κράτους, που συγκρίνεται μόνο με την Αλωση της Κωνσταντινούπολης, δίνεται από τις σημειώσεις που κρατά Ελληνας πιλότος αποχαιρετώντας τη Μικρά Ασία: «Με δάκρυα εις τους οφθαλμούς με τον μεγάλο ψυχικό πόνο αφήνω το ύστατο χαίρε. Υστερα από ένα τέταρτο επάνω από το αεροπλάνο θα εγκαταλείψω την Ιωνίαν μας. Χαίρε, ιερά πατρίς του Ομήρου».
«Η Σμύρνη απέραντον πυροτέχνημα», «Η Κόλασις», «Η θάλασσα πλήρης πτωμάτων» είναι κάποιοι από τους μεσότιτλους αθηναϊκής εφημερίδας, μετά τους οποίους καταγράφεται η ενδιαφέρουσα πλαηροφορία: Η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να απευθύνει έντονη διαμαρτυρία, το κείμενο της οποίας, όμως, μέρες μετά την καταστροφή, δεν έχει ακόμα καταρτιστεί…
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr