Οσάκις, όμως, υπήρχαν θέματα μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων και της Τουρκίας και διευθετούντο, τότε η Ελλάδα εκαλείτο να υπαναχωρήσει. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο Ελ. Βενιζέλος έπρεπε να είναι έτοιμος να επωφεληθεί της διακοπής, να επαναφέρει το θέμα της επανάληψης των εχθροπραξιών ή να επαγρυπνεί για την προστασία των ελληνικών συμφερόντων, οσάκις κυρίως ησκείτο πίεση για υπαναχώρηση. Βέβαια, όλες αυτές οι εναλλαγές που εσημειώνοντο στη Διάσκεψη φαίνονται από τα αντιφατικά τηλεγραφήματα που έστελνε στην ελληνική κυβέρνηση και στην Επαναστατική Επιτροπή ο Ελ. Βενιζέλος.
Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι η Διάσκεψη μετά το θέμα της Θράκης άρχισε τη συζήτηση των νησιών του Αιγαίου πελάγους. Εκείνη δε την περίοδο συνετελέσθη η εκτέλεση των έξι, η οποία δημιούργησε ένα δυσάρεστο κλίμα για την ελληνική αντιπροσωπεία και έφερε τον λόρδο Κώρζον σε μεγάλη ψυχρότητα με τον Ελ. Βενιζέλο. Εκείνη λοιπόν την περίοδο, και για να εκτονώσει την ατμόσφαιρα από τα γεγονότα των Αθηνών, ο λόρδος Κώρζον έφερε προς συζήτηση το θέμα της ανταλλαγής των πληθυσμών. Βέβαια, ο λόγος εδόθη εις τον δρα Fridtjof Nansen, ο οποίος ήτο Νορβηγός την καταγωγή και είχε ασχοληθεί με τα προσφυγικά θέματα (Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης 1922) και ο οποίος, με μεγάλη ηρεμία αλλά και θετικότητα, ανέπτυξε το προσφυγικό πρόβλημα. Μάλιστα, ο ίδιος έκρινε ότι εκ των 1.600.000 Ελλήνων της Μικράς Ασίας είχαν παραμείνει εκεί λιγότεροι από το 1/3.
Επίσης, είχαν μετακινηθεί οι Ελληνες της Θράκης. Βέβαια, μετά την εισήγηση του δόκτορος Nansen επακολούθησαν πολλές συζητήσεις, και έτσι την 17η/30ή Ιανουαρίου 1923 υπεγράφη στη Λωζάννη η σύμβαση περί ανταλλαγής των ελληνοτουρκικών πληθυσμών, καθώς και η σύμβαση για την ανταλλαγή αιχμαλώτων και πολιτικών ομήρων. Πρέπει εδώ να τονίσουμε πως η δεύτερη σύμβαση ήταν επωφελής για την Ελλάδα, διότι μετά την αποχώρηση από τη Μικρά Ασία έμειναν εκεί πάρα πολλοί Ελληνες αιχμάλωτοι και όμηροι. Τη σύμβαση περί ανταλλαγής των πληθυσμών αναγκάσθηκε να δεχθεί η ελληνική αντιπροσωπεία διότι οι Τούρκοι ηρνούντο να δεχθούν τον επαναπατρισμό των Ελλήνων που είχαν αναχωρήσει από την Τουρκία.
Πρέπει εδώ να τονίσουμε ιδιαίτερα πως με την υπογραφείσα συμφωνία προβλεπόταν ότι θα ανταλλάσσονταν οι Ελληνες το γένος Τούρκοι υπήκοοι και οι μουσουλμάνοι -πλην Αλβανών- Ελληνες υπήκοοι. Ετσι, εξαιρούντο της ανταλλαγής οι Ελληνες το γένος, οι εγκατεστημένοι στην Κωνσταντινούπολη προ του τέλους 1918 και οι μουσουλμάνοι της Δ. Θράκης. Στην πραγματικότητα, διά της συμβάσεως αυτής συνεφωνήθη η ανταλλαγή περίπου 150.000 Ελλήνων που είχαν μείνει στη Μικρά Ασία μετά την αποχώρηση των Ελλήνων, με 388.000 Τούρκους που ευρίσκοντο στην Ελλάδα.
Είναι ανάγκη εδώ να επισημάνουμε πως το προσφυγικό πρόβλημα υπήρχε από την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων. Τότε είχαν εισέλθει στην Ελλάδα περίπου 150.000 από τα βαλκανικά κράτη, την Τουρκία και τη Ρωσία. Επίσης, την ίδια περίοδο με τη Συνθήκη Νεϊγύ (1919) είχαν απομακρυνθεί από την Ελλάδα πολλοί Τούρκοι αλλά και Βούλγαροι που κατοικούσαν στην Ελλάδα.
Το ερώτημα, όμως, που είχε τεθεί εδώ και πολλά χρόνια ήταν το εξής: Πόσοι πρόσφυγες ήλθαν στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή; Πόσοι πρόσφυγες ήλθαν την περίοδο εκείνη από τη Θράκη; Πόσοι πρόσφυγες ήλθαν από Ρωσία, Βουλγαρία, Σερβία και άλλες χώρες; Βέβαια, ακριβή στατιστικά στοιχεία δεν υπήρχαν. Ομως, από την απογραφή του 1928 φαίνεται ότι ο αριθμός των προσφύγων που ζούσαν εκείνη την περίοδο στην Ελλάδα ανήρχετο σε 1.221.849. Εξ αυτών, από τη Μικρά Ασία προήρχοντο 626.954. Από τη Θράκη 256.635. Από τον Πόντο 182.169. Από την Κωνσταντινούπολη 38.458. Από τη Βουλγαρία 49.027. Από τη Ρωσία 58.027, και από τη Σερβία, Αλβανία, Δωδεκάνησα 10.080.
Εναντι, όμως, αυτών που ήλθαν στην Ελλάδα υπήρχαν και άλλοι που έφυγαν από την Ελλάδα βάσει της συμφωνίας της ανταλλαγής πληθυσμών. Αυτοί που έφυγαν από την Ελλάδα υπολογίζονται σε 518.146 Τούρκους και 92.000 Βούλγαρους.
Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι το 1ον άρθρον της συμφωνίας, που αφορούσε τους Τούρκους και τους Ελληνες, γράφει τα εξής: «Από την 1η Μαΐου 1923 θέλει ενεργηθή η υποχρεωτική ανταλλαγή των Ελλήνων της Τουρκίας και των Τούρκων της Ελλάδος. Τα πρόσωπα ταύτα δεν δύνανται του λοιπού να έλθουν ινά εγκατασταθώσιν εν Τουρκία ή αντιστοίχως εν Ελλάδι άνευ αδείας της τουρκικής ή αντιστοίχως της ελληνικής κυβερνήσεως».
Ενα άλλο μεγάλο ερώτημα για την περίοδο εκείνη ήταν το εξής: Σε ποιες περιοχές της Ελλάδας εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες που ήλθαν εκείνη την περίοδο στην Ελλάδα; Από στοιχεία της περιόδου εκείνης προκύπτουν τα εξής: Στη Μακεδονία εγκατεστήθη ο μεγαλύτερος αριθμός των προσφύγων, που έφθανε τις 638.259. Εις τη Δυτική Θράκη ο αριθμός των προσφύγων έφθανε τις 107.607. Μικρότερος αριθμός προσφύγων εγκαταστάθηκε σε άλλες περιοχές. Ετσι, στα νησιά του Αιγαίου πελάγους εγκαταστάθηκαν περίπου 56.610, ενώ στην Παλαιά Ελλάδα περίπου 377.297. Λιγότεροι εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη, περίπου 33.900, ενώ ελάχιστοι, 8.179, εγκαταστάθηκαν στην Ηπειρο.
Είναι ανάγκη εδώ να επισημάνουμε ότι, όταν οι πρόσφυγες ήλθαν στην Ελλάδα, η χώρα ήταν εξαντλημένη οικονομικά από τους μακροχρόνιους πολέμους. Ετσι, η χώρα δεν διέθετε καθόλου χρήματα εκείνη την περίοδο. Μάλιστα, ο τότε πρωθυπουργός της χώρας Στ. Γονατάς αναφέρει πως, όταν η επανάσταση ανέλαβε την εξουσία, δεν υπήρχαν στο δημόσιο ταμείο παρά μόνον 250.000.000 δραχμές υπολοίπου του αναγκαστικού δανείου των 1.600.000.000, που πραγματοποιήθηκε με τη διχοτόμηση του εθνικού νομίσματος με πρωτοβουλία του τότε υπουργού των Οικονομικών Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη. Ετσι, η χώρα μας, για να αντιμετωπίσει την όλη οικονομική κατάσταση, αναγκάστηκε να ζητήσει ξένη βοήθεια με τη μεσολάβηση της Κοινωνίας των Εθνών (ΚτΕ). Και, πράγματι, τότε η Ελλάδα έλαβε το προσφυγικό δάνειο ονομαστικού κεφαλαίου 12 εκατ. λιρών, με τόκο 8,6%. Είναι ανάγκη, ακόμη, να προσθέσουμε ότι προτού συναφθεί το δάνειο έπρεπε όλοι αυτοί οι άνθρωποι κάπου να στεγαστούν και να καλύψουν άμεσες ανάγκες τους. Ετσι, αρχικώς εγκατεστάθησαν σε δημόσια κτίρια, στρατώνες, σχολεία, αποθήκες, μοναστήρια, εκκλησίες, ακόμη και σε ιδιωτικούς χώρους που προσφέροντο από ιδιώτες.
Πρέπει εδώ να πούμε ότι πρόσφυγες εγκατεστάθησαν και στα Παλαιά Ανάκτορα των Αθηνών, στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, στο Φρούριο Κέρκυρας και σε πολλούς αρχαιολογικούς χώρους. Βέβαια, με το δάνειο των 12 εκατ. λιρών εκαλύφθησαν πολλές ανάγκες.
Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι η χώρα είχε να δανεισθεί από το 1914, διότι οι ξένες τράπεζες δεν χορηγούσαν στη χώρα μας δάνεια. Ετσι, μετά το ανωτέρω δάνειο συνήφθησαν και άλλα πολλά, και έτσι εξυπηρετήθηκε άμεσα ο προσφυγικός πληθυσμός. Πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι την περίοδο εκείνη, και συγκεκριμένα την 28 Σεπτεμβρίου 1923, ιδρύθηκε αυτοτελής οργανισμός, ο οποίος ονομάσθηκε ΕΑΠ (Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων), ο οποίος διέθετε τη διαχείριση όλων των πόρων για τους πρόσφυγες. Ακόμα, πρέπει να σημειώσουμε ότι οι πόροι του ΕΑΠ προήρχοντο εκτός από τα δάνεια, τις χορηγίες του Δημοσίου και την αξία των περιουσιών που εγκατέλειψαν φεύγοντας οι Τούρκοι από την Ελλάδα. Βέβαια, την περίοδο εκείνη η επανάσταση έδειξε μια ιδιαίτερη δραστηριότητα για την καλύτερη διαχείριση των χρημάτων, τα οποία προήρχοντο από την αρωγή Ελλήνων και ξένων κυρίως φιλανθρωπικών οργανώσεων.
Ετσι, την περίοδο 1923-1924 πραγματοποιήθηκε σημαντικό έργο στον τομέα της αποκατάστασης των προσφύγων, καίτοι την εποχή εκείνη η χώρα αντιμετώπιζε σωρεία προβλημάτων.
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr