Γράφει ο Χρήστος Κήτας*
Το ενδυματολογικό αυτό αξεσουάρ πρωτοεμφανίστηκε στην αρχαία Ρώμη όπου οι δημόσιοι ομιλητές κάλυπταν το λαιμό τους με ένα κομμάτι ύφασμα για προστασία. Την ίδια εποχή οι στρατιώτες φορούσαν διάφορα υφάσματα με τον ίδιο τρόπο.
Αργότερα, το 17ο αιώνα Κροάτες μισθοφόροι που συμμετείχαν στον τριακονταετή πόλεμο (1618-1648) φορούσαν φουλάρια γύρω από το λαιμό τους όταν παρουσιάστηκαν στον Λουδοβίκο της Γαλλίας το 1635 για να αποσπάσουν επαίνους και τιμές. Τα φουλάρια έκαναν εντύπωση στο Γάλλο και αυτό, τον ώθησε να εισάγει το «κροατικό στυλ» και να ιδρύσει το σύνταγμα “Royal Cravattes” δηλαδή «Βασιλικές Γραβάτες». Αυτό ήταν η αρχή για να γίνει τα επόμενα χρόνια μόδα στο Παρίσι αλλά και σε όλη την υφήλιο.
Μετά από αυτό το γεγονός, όλοι οι αξιωματικοί φορούσαν γραβάτες από μετάξι, ενώ οι στρατιώτες, από κατώτερης ποιότητας ύφασμα. Έπειτα, το ταξίδι της γραβάτας διαδόθηκε με τον καιρό από τη Γαλλία στο Βέλγιο και την Ολλανδία καθώς και τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου.
Η γραβάτα ήταν ένα θέμα τόσο ανδρικό και προσωπικό ώστε ακόμα κι αν άγγιζες την γραβάτα του άλλου ήταν πολύ σοβαρό, καθώς και λόγος για αψιμαχία. Λένε ότι ο Ναπολέων φορούσε πάντα μαύρα μεταξωτά μαντήλια γύρω απ τον λαιμό του για να κερδίζει, όμως στην μάχη του Βατερλό φορούσε λευκό αέρινο φουλάρι.
Από τότε έως και σήμερα, η γραβάτα συνδέεται άμεσα με την εξουσία και την επισημότητα και ανεβάζει το κύρος του ντυσίματος. Πολλοί, δυσκολεύονται να ενσωματώσουν στο ντύσιμο τους ένα καλαίσθητο αξεσουάρ που τονίζει το στέρνο και τον κορμό του άνδρα.
Όταν ένας άνδρας λοιπόν δένει βιαστικά την γραβάτα του μπροστά στον καθρέπτη, είναι σίγουρο πως γνωρίζει ελάχιστα για την ιστορία που κρύβεται πίσω από αυτό, ξέρει όμως πως μπορεί αυτό το αξεσουάρ να τον κάνει να ξεχωρίσει.
*Ο Χρήστος Κήτας είναι υπεύθυνος του καταστήματος Andrew’s Ties Athens