ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΙΚΑ παιχνίδια του Αλ. Τσίπρα όμως δεν ενδιαφέρουν τους πολίτες, οι οποίοι πλέον γνωρίζουν και μπορούν να συγκρίνουν. Επί ΣΥΡΙΖΑ το δημόσιο χρέος αυξήθηκε στο 182% του ΑΕΠ, ενώ με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, παρά το γεγονός ότι κλήθηκε να δώσει τεράστιους πόρους για τη στήριξη της οικονομίας, αναμένεται να μειωθεί στο 160% στο τέλος του έτους.
ΕΠΙΠΛΕΟΝ, επί Μητσοτάκη η ανεργία μειώθηκε κατά έξι ποσοστιαίες μονάδες στο 11,6%, ενώ με βάση τα επίσημα στοιχεία της «Εργάνης», ο αριθμός των χαμηλόμισθων μειώθηκε σημαντικά και αντιστοίχως αυξήθηκαν οι εργαζόμενοι με υψηλότερες αποδοχές. Ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε 10% και αναμένεται να ανέβει ακόμα περισσότερο τον Απρίλιο, ενώ στόχος της κυβέρνησης είναι την επόμενη τετραετία να υπάρξει σημαντική μισθολογική αύξηση για όλους.
OΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ μείωσης των φόρων που ακολουθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη οδήγησαν σε σημαντική αύξηση του ΑΕΠ, σε αντίθεση με τη συνταγή υπερφορολόγησης του Τσίπρα που είχε βυθίσει την οικονομία στη στασιμότητα και την ύφεση. Οι εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών καλύπτουν πλέον το 40% του ΑΕΠ δείχνοντας την εξωστρέφεια της οικονομίας, στοιχεία που αναγνωρίζονται από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, οι οποίοι έχουν αναβαθμίσει τη χώρα 12 φορές την τελευταία τριετία, με συνέπεια να απομένει μόνο ένα βήμα προκειμένου να αποκτήσει η χώρα ξανά την επενδυτική βαθμίδα.
ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΤΡΙΑΜΙΣΙ ΧΡΟΝΙΑ της διακυβέρνησης Μητσοτάκη άλλαξαν πολλά προς όφελος των πολλών. Γι’ αυτό και ο Αλ. Τσίπρας καταφεύγει σε πολιτικά τεχνάσματα στην προσπάθειά του να αποκομίσει κομματικά οφέλη, καθώς ούτε μπορεί να υπερασπιστεί το κυβερνητικό του παρελθόν ούτε να πείσει ότι διαθέτει πρόγραμμα για το μέλλον.
ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΑ ΑΔΙΕΞΟΔΑ του ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία τον οδηγούν σε κινήσεις απόγνωσης, όπως η αποχώρηση των βουλευτών του από τις ψηφοφορίες της Βουλής, η κυβέρνηση μπορεί να παραθέσει τα όσα έπραξε και όσα σχεδιάζει.
ΑΝ, ΜΑΛΙΣΤΑ, σε αυτά συμπεριλάβουμε τη διπλωματική αναβάθμιση και την αμυντική θωράκιση που επιτεύχθηκαν σε χρόνο-ρεκόρ από τη σημερινή κυβέρνηση, αλλά και την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος, την ψηφιοποίηση του κράτους, την αναβάθμιση της Παιδείας, τη μεταρρύθμιση στις συντάξεις κ.λπ., οι διαφορές πολιτικών είναι ευδιάκριτες σε όλους. Οι πολίτες μπορούν, έτσι, να συγκρίνουν και να κρίνουν.