Τα κόμματα της αντιπολίτευσης προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τις κάλπες ως μέσο για τις μικροπολιτικές τους επιδιώξεις. Δεν αναπτύσσουν ατζέντα για ευρωπαϊκά θέματα, αλλά εμμένουν στη στείρα κριτική ή ακόμα χειρότερα στην ακατάσχετη παροχολογία που θα οδηγούσε τη χώρα ξανά στο δρόμο της χρεοκοπίας.
Και σε επίπεδο μηνύματος οι διαφορές μεταξύ κυβερνώντος κόμματος και αντιπολίτευσης είναι ευδιάκριτες. Ο πρωθυπουργός έχει θέσει ως στόχο να περάσει η Νέα Δημοκρατία το 33%, δηλαδή το ποσοστό των προηγούμενων ευρωεκλογών του 2019, ώστε να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις.
Από την άλλη πλευρά, ο Στ. Κασσελάκης ανεβοκατεβάζει το στόχο του κόμματος επιτείνοντας τη σύγχυση, ενώ ο ίδιος είχε ζητήσει τη διενέργεια εθνικών εκλογών ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές, όταν γνώριζε ότι η διαφορά της Ν.Δ. από τον δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ προσεγγίζει τις 20 μονάδες και ο Ν. Ανδρουλάκης αναλώνεται σε κόντρες με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ για το ποιος θα έχει την πρωτοκαθεδρία σε έναν χώρο ο οποίος όμως δεν είναι ελκυστικός για το εκλογικό σώμα, όπως προκύπτει από όλες τις έρευνες κοινής γνώμης.
Στις εκλογές όποιος έχει σαφές μήνυμα και καθαρή στόχευση έχει προβάδισμα γιατί μπορεί να απευθύνεται ευθέως στους πολίτες χωρίς γρίφους, αλληλοαναιρέσεις και αντιφατικές θέσεις και αυτό θα φανεί στις κάλπες των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου.