Αν γυρίσει κανείς 10 με 15 χρόνια πίσω, θα δει πως τότε έρχονταν στη χώρα μας γύρω στα 15 με 18 εκατομμύρια τουρίστες. Η αύξηση είναι μεγάλη και η προσφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ εξαιρετικά σημαντική.
Η ΑΥΞΗΣΗ οφείλεται στην εκτίναξη του τουριστικού brand της χώρας και έχει ως αποτέλεσμα εξαιρετικά αυξημένες πληρότητες σε δημοφιλείς περιοχές κατά τη θερινή περίοδο, αλλά και το ότι η Αθήνα πλέον αποτελεί τουριστικό προορισμό 12 μηνών.
ΤΩΡΑ, όμως, η χώρα και η τουριστική βιομηχανία βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής. Στόχος είναι να υπάρξει ένα βιώσιμο τουριστικό μοντέλο, το οποίο, από τη μια, θα συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, θα δημιουργεί καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, αλλά, από την άλλη, δεν θα καταστρέφει το φυσικό τοπίο και, το κυριότερο, θα έχει μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
ΜΠΟΡΕΙ να ακούγεται απλό, αλλά πρόκειται για ένα πολύπλοκο και δύσκολο εγχείρημα. Γιατί έχουν ήδη αρχίσει να ηχούν καμπανάκια… Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τον Ιούλιο μειώθηκαν τα έσοδα κατά 7,8% στη Μύκονο και κατά 6,7% στη Σαντορίνη σε σχέση με πέρσι. Αυτό έρχεται να προστεθεί στα ήδη μειωμένα περσινά αποτελέσματα, αλλά και στη συνολική εικόνα της φετινής σεζόν για τους δύο κορυφαίους ελληνικούς προορισμούς.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ είναι πως λόγω της τουριστικής έκρηξης των προηγούμενων ετών οι επιχειρηματίες του τουρισμού και της εστίασης εκτόξευσαν τις τιμές. Πλέον, για να κάνει κανείς διακοπές λίγων ημερών στη Μύκονο και τη Σαντορίνη πρέπει να δαπανήσει υπέρογκα ποσά. Για τη μέση ελληνική οικογένεια αυτό είναι σχεδόν απαγορευτικό, αλλά ακόμα και οι ξένοι, που έχουν πιο γεμάτα πορτοφόλια, δεν πετάνε τα χρήματά τους. Γι’ αυτό και παρατηρείται ήδη μείωση της κατά κεφαλήν δαπάνης των τουριστών.
ΠΡΕΠΕΙ να υπάρξει εξορθολογισμός στις τιμές διαμονής και εστίασης σε όλους τους τουριστικούς προορισμούς, αλλιώς κινδυνεύουν από το «σύνδρομο Μυκόνου – Σαντορίνης». Μπορεί κάποιοι επιχειρηματίες να είδαν ευκαιρία, για να βγάλουν γρήγορο και εύκολο χρήμα. Αυτό, όμως, είναι κοντόφθαλμο, γιατί όσο εύκολα μπορεί μια χώρα να προσελκύσει ξένους τουρίστες τόσο εύκολα μπορεί και να τους απωθήσει. Το value for money είναι η πιο βαρύνουσα παράμετρος για τον τουρισμό. Πρέπει οι τιμές να συνοδεύονται από αντίστοιχο επίπεδο υπηρεσιών και, βέβαια, να είναι άκρως ανταγωνιστικές με το προσφερόμενο προϊόν των υπόλοιπων χωρών της Μεσογείου.
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, σε συνεργασία με τους επιχειρηματίες του τουριστικού κλάδου, οφείλει να μελετήσει και να σχεδιάσει ένα βιώσιμο μοντέλο, πριν να είναι αργά. Ο τουρισμός είναι η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας και αποτελεί βαρόμετρο για την οικονομική ανάπτυξη.