Και μάλιστα ούσα Φλωρινιώτισσα και με ειδικό συναισθηματικό λόγο, κάποιες “φωνές” που εκπροσωπούν την αξιωματική αντιπολίτευση έφθασαν στο σημείο να με σύρουν στα Δικαστήρια, εξαιτίας της έντονης αποδοκιμασίας από μέρους μου για ένα κείμενο που κάθε άλλο φαινόταν ότι θα έβαζε σε νέες βάσεις τις ελληνοσκοπιανές σχέσεις. Ωστόσο, τόσο η τότε πολιτική όσο και η τότε πολιτειακή ηγεσία της χώρας ας αποδείξουν πλέον, ότι στάθμισαν όλους τους παράγοντες, ώστε η χώρα μας να μην έρθει σε αδιέξοδο, τώρα που στο κράτος των Σκοπίων επικεφαλής κυβερνητική παράταξη θα είναι το VMRO-DPMNE.
Και μόνο που υπογράφηκε ένα διεθνές και όχι μόνο διακρατικό κείμενο (μια και εκτός των άλλων η Συμφωνία αυτή έδινε το κλειδί στη χώρα των Σκοπίων να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ) χωρίς να υφίστανται τα εχέγγυα ότι σε πιθανή αλλαγή πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας του κρατιδίου το νέο κυβερνητικό σχήμα θα εφάρμοζε πιστά τα συμφωνηθέντα, αποδεικνύει περίτρανα ότι η τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, κάθε άλλο παρά είχε ως στόχο να διασφαλίσει τα εθνικά μας συμφέροντα.
Για να μην αναφερθούμε στο προ διμήνου πολιτικό ατόπημα της κυρίας Ρένας Δούρου που εγκαλούσε τον υπουργό Εξωτερικών, κ.Γεραπετρίτη, επειδή δεν υπογράφει τα πρωτόκολλα της συγκεκριμένη Συμφωνίας. Δηλαδή η Ελλάδα χωρίς εχέγγυα από την άλλη πλευρά, να κατοχυρώσει με τον πλέον ηχηρό τρόπο ένα κείμενο που οι Σκοπιανοί δεν το εφαρμόζουν (!)
Οφείλουμε να υπενθυμίσουμε, αν και οι πλέον έγκριτοι νομικοί Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου έχουν τοποθετηθεί, άπαξ και υπογραφεί μια Διεθνής Συμφωνία, είναι δύσκολο να καταργηθεί και μάλιστα μονομερώς. Από εκεί και ύστερα, η ανάρρηση στην ηγεσία του κρατιδίου, του εθνικιστικού (με ψήγματα βουλγαρισμού) VMRO-DPMNE, είναι σίγουρο πλέον ότι θα θέσει τη Συμφωνία των Πρεσπών σε επανεξέταση από τις δύο πλευρές.
Και μόνο από το γεγονός, ότι όσοι από την τότε ελληνική κυβέρνηση “εργάστηκαν” για τη συνομολόγηση της Διεθνούς Συμφωνίας δεν συμπεριέλαβαν την προστασία της ελληνικής, βλαχόφωνης μειονότητας που υπάρχει στο σκοπιανό κράτος καταδεικνύει δύο τινά, ότι δεν έχουν γνώση του γεω-ιστορικού περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής αφενός, αφετέρου ότι συντάχθηκε ένα κείμενο που κάθε άλλο παρά έγινε με την ανάλογη σοβαρότητα που απαιτείται σε τέτοιες περιπτώσεις. Και δυστυχώς, όπως αποδεικνύεται εδώ και λίγες ώρες, τα επακόλουθα της Συμφωνίας με νομικά κενά για τα ελληνικά συμφέροντα είναι δύσκολο να προσδιοριστούν.
Γιατί είναι δύσκολο να προσδιοριστούν; Διότι πολύ απλά ο αλβανισμός στο συγκεκριμένο πολιτειακό περιβάλλον καλά κρατεί, για να μην πούμε για τους μουσουλμάνους στο θρήσκευμα που είναι το υποπόδιο της Τουρκίας, καταλήγοντας στο βουλγαρισμό, με την πλειοψηφία των πολιτικών αξιωματούχων του να φέρουν διπλή ιθαγένεια, Βούλγαρου και Σκοπιανού.
Και ειδικά ο αλβανισμός που είναι αυτός που ορίζει τις τελευταίες δεκαετίες σε μεγάλο βαθμό τα πολιτικά πράγματα του κρατιδίου, είναι σίγουρο ότι θα έχει φωνή (και) στην κυβέρνηση που θα συγκροτηθεί από το VMRO-DPMNE, διότι πολύ απλά και πλέον με τις σχέσεις της Ελλάδας να βρίσκονται σε σημείο καμπής με την Αλβανία και με μία Βουλγαρία που ποτέ δεν έχει κρύψει τις αλυτρωτικές βλέψεις της για την Ελλάδα, τα Σκόπια ήταν, είναι και θα είναι ο χώρος αυτός που τα δύο αυτά κράτη θα δημιουργούν πάντα ζητήματα στη χώρα μας. Ακόμα και σε “συμμαχικό επίπεδο” είναι ικανοί να δράσουν οι Βούλγαροι με τους Αλβανούς, παρόλο που τα Σκόπια αποτελούσαν για την κάθε πλευρά χώρο ευόδωσης των εθνικών συμφερόντων τους, προκειμένου να βλάψουν την Ελλάδα. Και το γεγονός αυτό δεν θα είναι κάτι νεοφανές, αλλά μία συνθήκη που εδράζεται σε ιστορικό -πολιτικό επίπεδο δεκαετιών.
Και παρά το γεγονός ότι η ελληνική Πολεμική Αεροπορία (μαζί με την ιταλική) στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, είναι επιφορτισμένη για τον έλεγχο του εναέριου χώρου του κράτους των Σκοπίων αυτό δεν αποτελεί κάποιο ουσιαστικό εχέγγυο για τα εθνικά μας συμφέροντα, πολλώ δε μάλλον μετά τη νίκη του σκοπιανού, εθνικιστικού κόμματος. Άλλωστε, παρά το γεγονός ότι ακριβώς την ίδια εποπτεία έχουμε και για τον αλβανικό εναέριο χώρο, εντούτοις ως αποδεικνύεται εμπράκτως η Τουρκία έχει αγκιστρώσει στην “αγκάλη” της, την Αλβανία, με πιο πρόσφατο (στρατιωτικής διάστασης) γεγονός την προέκταση της πολεμικής, ναυτικής βάσης που διαθέτει στο Δυρράχιο.
Και τώρα τι γίνεται; Δυστυχώς, η συγκεκριμένη Συμφωνία μάς έβαλε σε μπελάδες, γιατί πολύ απλά το κράτος -δορυφόρος Τουρκίας, Αλβανίας και Βουλγαρίας εκ των πραγμάτων θα διαπραγματευτεί στη βάση των συμφερόντων των εντολοδοτριών χωρών του, καθώς είναι βέβαιο ότι η μη εφαρμογή της Συνθήκης από μέρους τους (καθώς οι δεσμεύσεις για πραγματοποίηση των άρθρων της είχε χρονικό ορόσημο τη 12η Φεβρουαρίου 2024) θα θέσει από μέρους μας ζήτημα επαναδιαπραγμάτευσής της, καθώς θα έχουμε το νομικό έρεισμα. Όμως, και πάλι μία τέτοια ενέργεια, κάθε άλλο παρά είναι ανέφελη για τα ελληνικά συμφέροντα.
Όπως φαίνεται από τα πρώτα αποτελέσματα στη γειτονική χώρα για τη συμμετοχή των πολιτών της στην εκλογική διαδικασία, δεν είναι αδόκιμη η φράση ειδικά για τα δεδομένα του εν λόγω κρατιδίου, να ειπωθεί, ότι μόνο οι “νεκροί δεν ανασταθήκαν”, προκειμένου να ψηφίσουν. Είχε μία πέρα του δέοντος προσέλευση, απόδειξη μίας στοχευμένης προπαγάνδας από μέρους της αλβανικής και τουρκικής πολιτικής (σε συμπλευση φυσικά με τη βουλγαρική) που ασκήθηκε στο εσωτερικό των Σκοπίων.
Είναι αναμφισβήτητο γεγονός, για εμάς τους Έλληνες που φέρουμε την παράδοση της Μακεδονίας στο εθνολογικό μας αποτύπωμα, οτιδήποτε την αφορά είναι κομμάτι της εθνικής μας ταυτότητας. Αντίθετα, για τους Σκοπιανούς δεν είναι παρά η βιτρίνα που πίσω από αυτήν, ήδη από το 1946, κρύβονται τα συμφέροντα χωρών με αλυτρωτικές βλέψεις στην Ελλάδα.
Στα Βαλκάνια είμαστε το μόνο ανάδελφο Κράτος, όμως με μειονότητες σε όλες τις χώρες του… Αυτό πρέπει να το εκμεταλλευτούμε, ειδικά έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, προκειμένου να δημιουργήσουμε εθνικούς θύλακες σε όλα τα Βαλκάνια.
Αν ανατρέξουμε στην Ιστορία μας, ακόμα κι αυτοί που είναι ομόδοξοι, κάθε άλλο παρά μας συμπεριφέρθηκαν σωστά ειδικά σε ό,τι αφορά το ζήτημα με τα Σκόπια. Και φυσικά, εννοώ τους Σέρβους. Καθώς η Συμφωνία των Πρεσπών είναι κατ’ουσίαν ένα διεθνές κείμενο, οφείλουν Ευρωπαϊκή Ένωση και ΝΑΤΟ να διασφαλίσουν τις συνθήκες αυτές, ώστε τα κράτη που φέρουν ερείσματα στο εσωτερικό των Σκοπίων να μην δημιουργήσουν πολιτικά τετελεσμένα εναντίον της Ελλάδας. Γιατί, είναι γνωστό ότι οι πλέον χαμένοι (για πολλοστή φορά) θα είναι οι ίδιοι οι Δυτικοί Θεσμοί που δεν μπόρεσαν να διασφαλίσουν τα ιστορικά κράτη -μέλη τους από τη “ρωσική λαίλαπα”. Έχει αποδειχθεί εδώ και δεκαετίες άλλωστε, ότι η μετάβαση χωρών των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης στα δυτικά, θεσμικά όργανα με τον τρόπο που έγινε κάθε άλλο παρά επωφελής στάθηκε για την Δύση και τον ενωσιακό Θεσμό, καθώς ως φαίνεται η ρωσική προπαγάνδα καλά κρατεί και μάλιστα μέσω των δορυφόρων της.
Η Αλβανία, μετά τη νίκη του VMRO-DPMNE θα επιδιώξει, να εκβιάσει τα πράγματα προς όφελός της, το ίδιο και η Βουλγαρία που ελέγχεται πολιτικά από μία αναγνωρισμένη από την ίδια τουρκική μειονότητα.
Δυστυχώς, στη μέγγενη αυτή μας έβαλε μία επιπόλαια κίνηση του κόμματος του ελληνικού κοινοβουλίου που ως κυβέρνηση συνομολόγησε τη Συμφωνία των Πρεσπών χωρίς να υπολογίσει μία σειρά παραμέτρων. Όμως, το αδιέξοδο που δημιουργείται με την εκλογή του VMRO-DPMNE θα το εκμεταλλευτούν στο ακέραιο ρωσολάγνοι, εγχώριοι κομματέμποροι, οι οποίοι θα βρούνε την ευκαιρία με την επιδαψίλευση του επιχειρήματος ότι η Δύση μέσω του ΝΑΤΟ μάς ώθησε στη συνομολόγηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, όχι μόνο θα προσπαθήσουν περαιτέρω να εμβαθύνουν τη ρωσική πολιτική στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Μακεδονίας, αλλά θα δώσουν άλλοθι στη ρωσική προπαγάνδα αιώνων στα Βαλκάνια και εν γένει στο ελληνικό κράτος
* Η Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα του ΑΠΘ, διδάσκουσα στην Ανώτερη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ).