Σύμφωνα με τους τρεις δικαστές, αυτοί που ευθύνονται, με τα λάθη και τις παραλείψεις τους, για τους ανθρώπους που χάθηκαν είναι πέντε από τα τότε υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, καθώς και ο ηλικιωμένος άνδρας που έβαλε τη φωτιά για να κάψει ξερόχορτα στον κήπο του.
Συγκεκριμένα, από πλευράς Πυροσβεστικού Σώματος, καταδικάστηκαν για ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή και σωματικές βλάβες από αμέλεια κατά συρροή ο τότε αρχηγός, Σωτήρης Τερζούδης, ο υπαρχηγός, Βασίλης Ματθαιόπουλος, ο επικεφαλής του Ενιαίου Συντονιστικού Κέντρου Επιχειρήσεων, Ιωάννης Φωστιέρης, ο διοικητής της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Αθηνών, Νίκος Παναγιωτόπουλος, και ο διοικητής της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Ανατολικής Αττικής, Χαράλαμπος Χιώνης.
Οι Σ. Τερζούδης, Ι. Φωστιέρης, Ν. Παναγιωτόπουλος και Χ. Χιώνης καταδικάστηκαν για παραλείψεις που συνδέονται με το θάνατο 102 ανθρώπων, με το δικαστήριο να αναγνωρίζει, ωστόσο, και στους τέσσερις το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου. Ετσι, το δικαστήριο αποφάσισε να επιβάλει ποινή 111 ετών σε αυτούς τους τέσσερις κατηγορουμένους, εκτιτέα, ωστόσο, έκρινε πως είναι τα πέντε έτη.
Οσον αφορά τον Β. Ματθαιόπουλο, οι δικαστές έκριναν πως η αμέλειά του συνδέεται με το θάνατο εννέα ατόμων, ωστόσο ήταν ο μόνος από τα στελέχη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας στον οποίον δεν αναγνωρίστηκε ελαφρυντικό, πιθανότατα λόγω των παρεμβάσεων που έχει καταγγείλει ο πραγματογνώμονας Δημήτρης Λιότσιος που δέχτηκε για να «θάψει» στοιχεία τα οποία αποτελούν αντικείμενο άλλης δικογραφίας. Ετσι, επεβλήθη ποινή 15 ετών, όπου και πάλι εκτιτέα είναι τα πέντε έτη.
Τέλος, ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, ο οποίος καταδικάστηκε πως έβαλε τη μοιραία φωτιά που ξέφυγε, καταδικάστηκε για εμπρησμό από αμέλεια σε ποινή 3 ετών, επίσης χωρίς ελαφρυντικό.
Ολες οι ποινές είναι εξαγοράσιμες για 10 ευρώ την ημέρα, κάτι που σημαίνει πως οι καταδικασθέντες θα πρέπει να καταβάλουν ποσό περίπου 40.000 ευρώ συνολικά για να μείνουν ελεύθεροι.
Οι 5 της Πυροσβεστικής
Σε μία τεράστια δικογραφία, στην οποία αποδίδονταν στους 21 κατηγορουμένους κολοσσιαίες παραλείψεις για μία σειρά ζητημάτων που ερευνήθηκαν κατά τη διαδικασία, το δικαστήριο τελικά, συντασσόμενο εν πολλοίς με την εισαγγελική πρόταση, καταδίκασε τα έξι άτομα που κρίθηκαν ένοχα για συγκεκριμένα μόνο λάθη, τα οποία συντέλεσαν στο τραγικό αποτέλεσμα.
– Ο τότε αρχηγός της Πυροσβεστικής, Σωτήρης Τερζούδης, καταδικάστηκε για ένα και μοναδικό γεγονός: για την εκτροπή του μοναδικού ελικοπτέρου που κατευθυνόταν στο Μάτι προς τα διυλιστήρια, χωρίς να ελέγξει από τις επίγειες δυνάμεις εάν όντως υπήρχε ανάγκη γι’ αυτή την εκτροπή.
– Ο Βασίλης Ματθαιόπουλος καταδικάστηκε γιατί δεν έδωσε έγκαιρη εντολή στα πλοιάρια του Πυροσβεστικού Σώματος να περισυλλέξουν τους εγκαυματίες, καθώς και για το ότι δεν έδωσε εντολή στις σωστικές λέμβους της ΕΜΑΚ να μεταβούν έγκαιρα στο σημείο.
– Ο Ιωάννης Φωστιέρης καταδικάστηκε επίσης για την εκτροπή του ελικοπτέρου προς τα διυλιστήρια, καθώς και για τη μη ορθή αξιοποίηση δύο ελικοπτέρων Σινούκ, τα οποία θα μπορούσαν να βοηθήσουν.
– Οσον αφορά τους Νίκο Παναγιωτόπουλο και Χαράλαμπο Χιώνη, που είναι οι δύο επίγειοι επικεφαλής του Πυροσβεστικού Σώματος που διαχειρίστηκαν τις στιγμές της καταστροφής, αμφότεροι καταδικάστηκαν για το ότι δεν εισηγήθηκαν την προληπτική απομάκρυνση των κατοίκων, δεν ενημέρωσαν την κοινή γνώμη και δεν προέβησαν σε έγκαιρο συντονισμό της δράσης των αστυνομικών οργάνων.
Καμία ποινική ευθύνη σε στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Κατά τα λοιπά, το δικαστήριο έκρινε πως δεν υπάρχει ποινική ευθύνη που να βαρύνει κάποιο από τα στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Κήρυξε αθώα την τότε περιφερειάρχη Αττικής, Ρένα Δούρου, καθώς και τους τότε δημάρχους των τριών συναρμόδιων περιοχών, Ηλία Ψινάκη, δήμαρχο Μαραθώνα, Δημήτρη Στεργίου-Καψάλη, δήμαρχο Πεντέλης, και Ευάγγελο Μπουρνούς, δήμαρχο Ραφήνας.
Για τον τελευταίο, η εισήγηση του εισαγγελέα ήταν καταδικαστική, με το σκεπτικό ότι ενημέρωσε με λανθασμένο τρόπο τους πολίτες στα μέσα ενημέρωσης για την κατεύθυνση του πύρινου μετώπου, όμως το δικαστήριο αποφάσισε να τον απαλλάξει.
Απάλλαξε επίσης και τους τότε αντιδημάρχους Μαραθώνα, Βάιο Θανασιά, και Ραφήνας, Αντώνιο Παλπατζή, για τους οποίους ο εισαγγελέας είχε προτείνει να καταδικαστούν για τον πλημμελή καθαρισμό οικοπέδων.
Αθώα κηρύχθηκαν επίσης επτά τότε στελέχη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας: οι Γιώργος Πορτοζούδης, Στέφανος Κολοκούρης, Χρήστος Γκολφίνος, Φίλιππος Παντελεάκος, Δαμιανός Παπαδόπουλος, Χρήστος Λάμπρης και Χρήστος Δροσόπουλος, καθώς και ο Χαράλαμπος Συρογιάννης από την ΕΛ.ΑΣ.
ΕΙΧΕ ΖΗΤΗΣΕΙ ΔΙΩΞΕΙΣ ΓΙΑ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑ
Η πρόταση του ανακριτή που δεν έγινε δεκτή
Πέραν της δυσαρέσκειάς τους για την απόφαση, οι συγγενείς των θυμάτων έχουν να αντιμετωπίσουν και τη μεγάλη καθυστέρηση στην έκδοσή της: σχεδόν έξι χρόνια έχουν συμπληρωθεί από την αποφράδα ημέρα της 23ης Ιουλίου 2018 και μόλις χθες εκδόθηκε η πρωτόδικη απόφαση, ενώ ακολουθεί και η δίκη σε δεύτερο βαθμό στο Εφετείο.
Η δίκη διήρκεσε περίπου ενάμιση χρόνο, διάστημα που είναι εύλογο για μια τόσο γιγαντιαία δικογραφία. Η καθυστέρηση οφείλεται κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι η ανάκριση διήρκεσε δύο χρόνια, εν μέσω της διαφωνίας του ανακριτή που χειρίστηκε την υπόθεση (ο οποίος είχε τη γνώμη ότι ορισμένοι κατηγορούμενοι έπρεπε να διωχθούν σε βαθμό κακουργήματος), με την Εισαγγελία Αθηνών (η οποία θεωρούσε ότι κατηγορίες στοιχειοθετούνται μόνο σε βαθμό πλημμελήματος).
Τρεις φορές η δικογραφία διαβιβάστηκε στην Εισαγγελία για να επιστραφεί χωρίς το αίτημα του ανακριτή να γίνει δεκτό, ενώ και το Δικαστικό Συμβούλιο εξέφρασε παρόμοια άποψη περί κακουργήματος, με την Εισαγγελία Εφετών να κρίνει και αυτή πως οι κατηγορούμενοι δεν είχαν δόλο παρά μόνο αμέλεια. Για τα γεγονότα αυτά είχε ενημερώσει με σειρά αποκλειστικών του δημοσιευμάτων ο «Ελεύθερος Τύπος» ήδη από τον Νοέμβριο του 2019.
ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ Ο ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΛΗΜΜΕΛΗΜΑΤΑ
Τη στιγμή που μπαίνει ο επίλογος αυτής της δίκης και με την οργή των θυμάτων και των συγγενών να είναι απόλυτα κατανοητή και δικαιολογημένη, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι πολύ δύσκολα το δικαστήριο μπορούσε να επιβάλει μεγαλύτερες ποινές σε όσους καταδικάστηκαν.
Η ανώτερη προβλεπόμενη ποινή για τα πλημμελήματα είναι αυτή των πέντε ετών: μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις ορίζεται πως μπορεί να επιβληθεί ποινή έως οκτώ ετών – αυτό είναι και το ανώτατο όριο στο οποίο θα μπορούσαν να κινηθούν οι δικαστές, εάν εξαντλούσαν την αυστηρότητά τους και εφόσον δεν είχαν αναγνωρίσει ελαφρυντικά.
Είναι γεγονός ότι κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου, κακουργηματικές ποινές επιβάλλονται μόνο εφόσον αποδειχθεί δόλος του κατηγορουμένου, κάτι που σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών δεν αναγνωρίζεται μέχρι σήμερα από τα δικαστήρια.
Σε δεύτερο βαθμό υπό την απειλή παραγραφής
Πλέον, οι δικαστικές αρχές πρέπει να κάνουν αγώνα δρόμου για να προλάβουν τη δίκη στο Εφετείο πριν τα αδικήματα παραγραφούν – αυτό θα συμβεί μετά την πάροδο οκτώ ετών, διάστημα στο οποίο πρέπει και να έχουν κριθεί τυχόν προσφυγές καταδικασθέντων στον Αρειο Πάγο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα – Χριστοδουλέα, έχει ήδη ζητήσει την επίσπευση της καθαρογραφής της πρωτόδικης απόφασης για το Μάτι.
Αναμένεται, μάλιστα, να ζητηθεί η πρόεδρος του δικαστηρίου να απαλλαγεί από κάθε άλλη υποχρέωση τον Μάιο, ώστε να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη σύνταξη του σκεπτικού της απόφασης, με στόχο των δικαστικών αρχών να προσδιοριστεί η έναρξη της δευτεροβάθμιας δίκης πριν το τέλος του 2024.
Στον δεύτερο βαθμό θα καθίσουν στο εδώλιο οι έξι καταδικασθέντες, ενώ η πλευρά των θυμάτων έχει το δικαίωμα να καταθέσει αίτημα στην Εισαγγελία Εφετών, ώστε να προστεθούν σε αυτούς και άλλοι κατηγορούμενοι, από αυτούς που αθωώθηκαν.