Πρόκειται για τις εταιρίες Lariplast και Πλαστικά Θράκης, οι οποίες ξεκίνησαν την παραγωγή 400.000 μασκών ημερησίως με στόχο να δημιουργήσουν ένα «στοκ» από μάσκες στην αγορά, οι οποίες θα αποτελούν το αναγκαστικό εξάρτημα της υγειονομικής «πανοπλίας» του πληθυσμού από την ερχόμενη Δευτέρα 4 Μαΐου.
Σύμφωνα με τις συστάσεις της επιτροπής των λοιμωξιολόγων, η χρήση της μάσκας θα είναι πλέον υποχρεωτική στα μέσα μαζικής μεταφοράς, αλλά και σε πολυσύχναστους, κλειστούς χώρους, όπως νοσοκομεία, παντοπωλεία, διαγνωστικά εργαστήρια, ιατρεία, κομμωτήρια, κουρεία, κέντρα αισθητικής. Η υποχρεωτικότητα αφορά τόσο στους πελάτες που εισέρχονται στους συγκεκριμένους επαγγελματικούς χώρους όσο και στους εργαζομένους που είναι σε άμεση επαφή με το κοινό.
Στο πλαίσιο αυτό, ταχύτατα αντανακλαστικά επέδειξε η λαρισινή βιομηχανία Lariplast, η οποία δραστηριοποιείτο στην παραγωγή πλαστικών μιας χρήσης για τρόφιμα. Σε χρόνο ρεκόρ, περίπου ενός μήνα, κι εν μέσω παγκόσμιου lockdown, κατάφερε να αλλάξει… κατεύθυνση προχωρώντας στην παραγωγή χειρουργικών μασκών, οι οποίες θα διατεθούν αρχικά για την κάλυψη των αναγκών του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού της χώρας και στη συνέχεια θα διοχετευτούν στην αγορά για τους πολίτες.
Η Lariplast έχει ήδη βάλει μπροστά τις… μηχανές για την παραγωγή 300.000 μασκών την ημέρα, ήτοι 9 εκατ. τεμαχίων το μήνα, ενώ, σύμφωνα με τον πρόεδρο της εταιρίας, Γιάννη Τσερέπα, τον Ιούνιο η παραγωγή θα διπλασιαστεί φτάνοντας τα 600.000 τεμάχια ημερησίως και 18 εκατ. ανά μήνα, καθώς, όπως επισήμανε, οι 300.000 μάσκες δεν επαρκούν για να καλυφθούν οι υγειονομικές ανάγκες της χώρας αυτή την περίοδο. Μάλιστα, ο ίδιος σε πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη δήλωσε ότι εξετάζεται ακόμα και ο εξαπλασιασμός της παραγωγής με 1,5 εκατ. μάσκες το εικοσιτετράωρο.
Πέρα από την προσπάθεια που κάνει η εταιρία για την αντιμετώπιση του κορονοϊού, η «στροφή» της στην παραγωγή μασκών αποτελεί και ευκαιρία για την ανάπτυξή της, καθώς, σύμφωνα με τον κ. Τσερέπα, «από τις 30 Μαρτίου έχουν παγώσει οι όποιες παραγγελίες, ενώ από τις 15 Απριλίου το εργοστάσιο είχε αναστείλει τις εργασίες του» προσθέτοντας ότι «η ηγετική μας ομάδα κατάφερε το αδιανόητο: να στήσει ένα νέο εργοστάσιο χωρίς έστω ένα στοιχειώδες business plan». Μάλιστα, πολλές χώρες έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για πιθανή συνεργασία, όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Αμερική και το Ισραήλ.
Σύμμαχο σε αυτή την προσπάθεια η Lariplast είχε το κράτος, καθώς, όπως τόνισε ο επικεφαλής της βιομηχανίας, έτρεξε με ταχείς ρυθμούς τις διαδικασίες για την έκδοση των σχετικών αδειών και των υπόλοιπων γραφειοκρατικών θεμάτων.
Μάλιστα, η εταιρία σύναψε συμφωνία με την Πλαστικά Θράκης για την αγορά πρώτων υλών που απαιτούνται για την παραγωγή μασκών. Αλλωστε, όπως τόνισε ο πρόσφατα ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Αδωνις Γεωργιάδης, «προσπαθούμε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να κάνουν και ένα δεύτερο εργοστάσιο να φτιάχνει την πρώτη ύλη για τις μάσκες, διότι η πρώτη ύλη είναι εισαγόμενη».
Πλαστικά Θράκης
Μαρκόπουλο: Βίντεο ντοκουμέντο από τις κινήσεις των δραστών λίγο πριν τη δολοφονία του 5χρονου
Ταυτόχρονα και η «Πλαστικά Θράκης» έχει ανάψει τις μηχανές για την παραγωγή μασκών ώστε η Ελλάδα να είναι παραγωγικά αυτάρκης σε ιατρικό εξοπλισμό. Οπως ανάφερε η εταιρία σε σχετική ανακοίνωση, «η γραμμή παραγωγής μασκών στην Ξάνθη εξελίσσεται με ικανοποιητικό ρυθμό».
Η βορειοελλαδίτικη βιομηχανία από την Παρασκευή αύξησε την ημερήσια παραγωγή της στις 100.000 μάσκες από 60.000 και αναμένεται να συνεχίσει με αυξητικό ρυθμό.
«Εχουμε κάθε λόγο να είμαστε αισιόδοξοι ότι θα πετύχουμε, μιας και το πολυπροπυλένιο, το οποίο αποτελεί τη βασική πρώτη ύλη για τα προϊόντα αυτά, καθώς και για όλα τα προϊόντα του ομίλου -από τις συσκευασίες τροφίμων μέχρι τα αγροτικά υφάσματα, τα υφάσματα οδοποιίας και τα ποτήρια μιας χρήσης-, παράγεται στη Θεσσαλονίκη», τονίζει στην ανακοίνωσή της η βιομηχανία.
«ΠΑΠΟΥΤΣΑΝΗΣ»: Αύξηση πωλήσεων 40% λόγω πανδημίας
«Εκρηξη» πωλήσεων και εξαγωγών κατέγραψε η εταιρία Παπουτσάνης το πρώτο τρίμηνο του έτους ως αποτέλεσμα της αυξημένης ζήτησης σαπουνιών λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. Αναλυτικά, ο τζίρος της αυξήθηκε κατά 40% φτάνοντας τα 8,1 εκατ. ευρώ έναντι 5,8 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, οι εξαγωγές της σχεδόν διπλασιάστηκαν (+90%) στα 5,4 εκατ. ευρώ έναντι 2,8 εκατ. ευρώ ένα χρόνο πριν αντιπροσωπεύοντας πλέον το 67% του συνολικού κύκλου εργασιών της (έναντι 49% πέρυσι), ενώ παρουσίασε και κέρδη μετά φόρων της τάξεως των 0,5 εκατ. ευρώ έναντι μηδενικών κερδών το α’ τρίμηνο του 2019.
Αν και, όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, η εταιρία το πρώτο τρίμηνο είχε απώλειες από την κατηγορία των ξενοδοχειακών προϊόντων, αυτές υπεραντισταθμίστηκαν από την αύξηση των πωλήσεων σαπουνιών και σαπωνόμαζας (η πρώτη ύλη για την παρασκευή σαπουνιών).
Η κατηγορία των επώνυμων προϊόντων αναπτύχθηκε το πρώτο τρίμηνο του 2020 κατά 10%, με τις πωλήσεις να επηρεάζονται θετικά και από την αυξημένη ζήτηση που παρατηρείται στα σαπούνια και στα κρεμοσάπουνα λόγω COVID-19. Η τάση αυτή θα συνεχισθεί, αλλά όχι με την ίδια ένταση, με τη διοίκηση της «Παπουτσάνης» να αναμένει ενίσχυση της κατηγορίας από τις πωλήσεις αντισηπτικών σε ατομικές συσκευασίες.
Το ίδιο διάστημα, η συνεργασία με πολυεθνική, αλλά και οι αυξημένες παραγγελίες σούπερ μάρκετ, αύξησε τις πωλήσεις των προϊόντων που παρασκευάζει η Παπουτσάνης για λογαριασμό τρίτων κατά 128%.
Τέλος, σημειώνεται ότι ακόμα οικονομικά της μεγέθη θα είναι ακόμα καλύτερα το επόμενο διάστημα, δεδομένου ότι από τον Απρίλιο ξεκίνησε και την παραγωγή αντισηπτικών σκευασμάτων.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου