Κινεζικά τανκς κατέβηκαν στην πλατεία πριν από τα ξημερώματα της 4ης Ιουνίου 1989, για να τερματίσουν τις διαδηλώσεις εβδομάδων υπέρ της δημοκρατίας από φοιτητές και εργάτες. Οι τηλεοπτικές ειδήσεις με τις εικόνες ενός μοναχικού Κινέζου με λευκό πουκάμισο που στέκεται μπροστά από μια στήλη από τανκς εξαπλώθηκαν σε όλο τον κόσμο και έγιναν η εμβληματική εικόνα των διαδηλώσεων.
Δεκαετίες μετά τη στρατιωτική καταστολή, οι ακτιβιστές για τα δικαιώματα λένε ότι οι αρχικοί στόχοι των διαδηλωτών, συμπεριλαμβανομένου του ελεύθερου τύπου και της ελευθερίας του λόγου, παραμένουν μακρινοί, και η 4η Ιουνίου εξακολουθεί να είναι ένα θέμα ταμπού στην Κίνα.
Το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα δεν δημοσίευσε ποτέ τον αριθμό των νεκρών, αν και οργανώσεις για τα δικαιώματα και μάρτυρες λένε ότι ο αριθμός μπορεί να φτάσει τους χιλιάδες.
Ο πρόεδρος της Ταϊβάν Λάι Τσινγκ-τε είπε σε δήλωση την Τρίτη ότι «η μνήμη της 4ης Ιουνίου δεν θα εξαφανιστεί στον χείμαρρο της ιστορίας».
Ο Λάι, πρόσθεσε ότι η Ταϊβάν «θα απαντήσει στον αυταρχισμό με ελευθερία».
Η Ταϊβάν είναι το μόνο μέρος του κινεζόφωνου κόσμου όπου η 4η Ιουνίου μπορεί να θυμηθεί ανοιχτά, με μια εκδήλωση μνήμης που έχει προγραμματιστεί στην Ταϊπέι, την πρωτεύουσα. Άλλα προγραμματίζονται σε χώρες όπως η Βρετανία, ο Καναδάς και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Στο Πεκίνο, ένας επίσημος ιστότοπος για τον Πύργο Τιεν Αν Μεν με θέα την πλατεία, δημοσίευσε μια ειδοποίηση νωρίτερα λέγοντας ότι θα είναι κλειστός για όλη την ημέρα στις 4 Ιουνίου.
Η Σφαγή της Πλατείας Τιενανμέν και η φωτογραφία σύμβολο
Όλα ξεκίνησαν στις 15 Απριλίου του 1976 στη μεγαλύτερη πλατεία του κόσμου και σύμβολο του Μαοϊκού καθεστώτος. Περίπου 200.000 άνθρωποι οι περισσότεροι φοιτητές, γιόρτασαν την «Ημέρα των νεκρών» με μια μεγάλη συγκέντρωση στην πλατεία της «Ουράνιας Γαλήνης» (Τιενανμέν ), προς τιμήν του πρωθυπουργού Τσου Εν Λάι, που είχε πεθάνει τον Γενάρη.
Η παράδοση θέλει τους ζωντανούς να αφήνουν μηνύματα και ποιήματα στους τάφους των αγαπημένων τους, όμως η κομμουνιστική εκδοχή του αρχαίου κινέζικου εθίμου της «Ημέρας των νεκρών», έφερε τους ερυθροφρουρούς και τα μέλη της κομμουνιστικής νεολαίας όχι στα νεκροταφεία, αλλά στη μεγαλύτερη πλατεία του κόσμου, όπου άφησαν επαναστατικά τετράστιχα.
Η συγκέντρωση εξελίχθηκε γρήγορα σε διαδήλωση διαμαρτυρίας, όταν φοιτητές του Πανεπιστημίου Ξένων Γλωσσών του Πεκίνου άρχισαν να φωνάζουν συνθήματα και να αφήνουν ποιήματα με «αντεπαναστατικό» περιεχόμενο και έντονη κριτική κατά της συζύγου του προέδρου Μάο. Επενέβη η αστυνομία, το πλήθος διαλύθηκε, χιλιάδες μηνύματα καταστράφηκαν, όμως πολλά διασώθηκαν και εκδόθηκαν σε μπροσούρες που κυκλοφόρησαν παράνομα από χέρι σε χέρι.
Έμειναν στην ιστορία ως τα «Ποιήματα της Τιενανμέν ». Η αστυνομία έκανε έρευνες και συνέλαβε εκατοντάδες από τους ποιητές. Μεταξύ αυτών και τον μαθητή Ουάνγκ Γιουν-τάο, που έγραψε το πιο δημοφιλές από τα ποιήματα. Το περιστατικό αυτό ήταν η «μήτρα» που γέννησε 13 χρόνια αργότερα τη δεύτερη μεγάλη εξέγερση στην ίδια πλατεία.
Το μονοκομματικό κράτος παρέμενε άθικτο στην Κίνα, υφίστατο όμως πιέσεις. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘80, προβλήθηκαν αιτήματα για έναν «πέμπτο εκσυγχρονισμό», που θα συνόδευε τους άλλους τέσσερις (γεωργία, βιομηχανία, άμυνα, επιστήμη – τεχνολογία). Έπειτα από μία χαλάρωση του πολιτικοϊδεολογικού ελέγχου και την κριτική που άσκησε ο αστροφυσικός Φανγκ Λιζί στο Κόμμα, το 1986 έγιναν διαδηλώσεις με δημοκρατικά αιτήματα σε 15 κινεζικές πόλεις.
Ο Ντεγκ Σιαοπίνγκ, που ήταν ο αναμφισβήτητος ηγέτης της χώρας χωρίς να έχει κάποιο σημαντικό θεσμικό αξίωμα, απάντησε με σκληρά κατασταλτικά μέτρα, με σπουδαιότερο θύμα τον γενικό γραμματέα του Κόμματος Χου Γιαομπάνγκ, που αποπέμφθηκε από τη θέση του. Οι συντηρητικοί βρήκαν την ευκαιρία να ξεκινήσουν εκστρατεία κατά της «πνευματικής μόλυνσης» και της «διάβρωσης από τις ιδέες της μπουρζουαζίας».
Ο θάνατος του Χου Γιαομπάνγκ στις 14 Απριλίου 1989 έδρασε καταλυτικά και οδήγησε σε διαδηλώσεις κατά της διαφθοράς και υπέρ των πολιτικών μεταρρυθμίσεων. Στο επίκεντρο βρέθηκε η πλατείας της Ουράνιας Γαλήνης (Τιενανμέν ), που βρίσκεται δίπλα στην «Απαγορευμένη Πόλη» και είναι το συμβολικό κέντρο της χώρας.
Η τραγωδία της 4ης Ιουνίου
Από τις 22 Απριλίου, ημέρα της κηδείας του Χου Γιαομπάνγκ, ομάδες νεολαίων και κυρίως φοιτητών διαδήλωναν καθημερινά, διεκδικώντας δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Το πλήθος μέρα με τη μέρα μεγάλωνε. Το Κομμουνιστικό Κόμμα θορυβήθηκε, καθώς έβλεπε να χάνει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Η φιλελευθεροποίηση είχε δρομολογηθεί, αλλά με τους δικούς του όρους.
Είχαν περάσει έξι εβδομάδες από την πρώτη μέρα που οι φοιτητές είχαν καταλάβει την Τιενανμέν. Το κομουνιστικό καθεστώς είχε δείξει μια πρωτόγνωρη, για τα δεδομένα του, ανοχή. Πλέον οι φοιτητές δεν έχουν απέναντι τους έναν μεταρρυθμιστή, αλλά ένα σκληρό καθεστώς που αβάσιμα χαρακτηρίζει την εξέγερση τους ως «αντεπαναστατική αναταραχή».
Το απόγευμα της 3ης Ιουνίου, βγαίνει ανακοίνωση που ζητάει από τους πολίτες να παραμείνουν στα σπίτια τους και τους ενημερώνει πως μια ομάδα αντεπαναστατών έχει εξεγερθεί στο κέντρο του Πεκίνο.
Το βράδυ της 4ης Ιουνίου 50 τανκς και 300.000 στρατιώτες κατευθύνθηκαν προς την πλατεία Τιενανμέν του Πεκίνου. Μερικοί διαδηλωτές προτίμησαν να αποχωρήσουν, αλλά οι περισσότεροι παρέμειναν και συνέχισαν να διαδηλώνουν μπροστά από τους στρατιώτες, τραγουδώντας τη Διεθνή. Σε λίγη ώρα ακούστηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί και αμέσως επικράτησε χάος.
Οι φοιτητές επιτέθηκαν με πέτρες, σίδερα και μολότοφ πίσω από τα φλεγόμενα οδοφράγματα, αλλά οι στρατιώτες συνέχισαν να ρίχνουν στο πλήθος, σκοτώνοντας δεκάδες ανθρώπους. Μέχρι το πρωί οι περισσότεροι διαδηλωτές είχαν φύγει και ο στρατός είχε πλέον τον έλεγχο της πόλης. Οι αρχές ανέφεραν ότι οι νεκροί ήταν 241, αλλά ο πραγματικός αριθμός υπολογίζεται πολύ μεγαλύτερος.
Ο Ερυθρός Σταυρός της Κίνας ανέφερε ότι έφτασαν τους 2,400, ανάμεσα τους πολλοί καθηγητές, φοιτητές και εργάτες, ενώ το μικρότερο θύμα ήταν εννέα χρόνων. Η δημοκρατία και η ελευθερία του λόγου που ζητούσαν οι φοιτητές ήταν μάλλον ανέφικτα αιτήματα. Ακολούθησε σκληρή προπαγάνδα και έλεγχος της ροής ειδήσεων από την κυβέρνηση.
Η φωτογραφία που έγινε σύμβολο της αντίστασης της Τιενανμέν
Ο φωτογράφος Τζεφ Ουάιντενερ βρισκόταν στον έκτο όροφο ενός ξενοδοχείου και τράβηξε με την φωτογραφική του κάμερα το περιστατικό. Ήταν μία μέρα μετά τον θάνατο εκατοντάδων μπορεί και χιλιάδων διαδηλωτών από τον κινέζικο στρατό στο Πεκίνο.
Ο άγνωστος άντρας φοράει λευκό πουκάμισο και κρατάει στα χέρια δύο τσάντες. Στέκεται μπροστά από τα άρματα μάχης και τα εμποδίζει να περάσουν. Ο οδηγός του προπορευόμενου τανκ αλλάζει πορεία, αλλά ο άντρας τον ακολουθεί και συνεχίζει να τον εμποδίζει για τα επόμενα 3,5 λεπτά. Σε μια στιγμή ανεβαίνει στο τανκ και προσπαθεί να μιλήσει στον οδηγό. Μετά από λίγη ώρα κάνει μερικές χειρονομίες και δύο άντρες τον πλησιάζουν και τον απομακρύνουν από τον δρόμο…
Ειδήσεις σήμερα
Τενίστας εγκατέλειψε τον αγώνα στη μέση: Μάλωσε με τη φιλενάδα του γιατί τον κόλλησε κορονοϊό
Κοινωνικός τουρισμός: Ποιο ΑΦΜ κάνει αίτηση σήμερα
Άλιμος: Ληστεία live- Έκλεψε την αλυσίδα ηλικιωμένης εν ώρα εκπομπής! [βίντεο]