Ορισμένες χώρες, όπως η Σρι Λάνκα και η Ζάμπια, έχουν ήδη αθετήσει τις υποχρεώσεις τους ως προς την πληρωμή του εξωτερικού τους χρέους, ενώ ένας πολύ μεγαλύτερος αριθμός -όπως το Μπανγκλαντές, η Γκάνα, το Πακιστάν και η Σερβία- έχει απευθυνθεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για χρηματοδότηση, κάτι που συχνά αποτελεί προάγγελο για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Αν και ταλανίζονται από ποικίλα δικά τους οικονομικά και χρηματοπιστωτικά προβλήματα, οι μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Κίνα, η Ινδία, το Μεξικό και η Βραζιλία, έχουν μια δίκαιη καθαρή θέση για το εξωτερικό χρέος λόγω χαμηλού χρέους, μεγάλων συναλλαγματικών αποθεμάτων ή και τα δύο.
ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΕΠΙΠΕΔΑ χρέους, σε συνδυασμό με την απότομη αυστηροποίηση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, έχουν κάνει πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες ευάλωτες σε οικονομικά και χρηματοπιστωτικά προβλήματα. Από την αρχή του έτους, η απότομη και απροσδόκητη αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων αύξησε το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Το ισχυρότερο δολάριο έχει, επίσης, ασκήσει πίεση στο ισοζύγιο πληρωμών πολλών φτωχότερων χωρών, αυξάνοντας το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους σε όρους τοπικού νομίσματος – ασκώντας πίεση στους ισολογισμούς των δανειοληπτών, ιδίως εκείνων που βασίζονται σε έσοδα σε τοπικό νόμισμα και σε ξένο νόμισμα η εξυπηρέτηση υποχρεώσεων. Τα υψηλότερα αμερικανικά επιτόκια και η αυξανόμενη προοπτική ύφεσης τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε άλλες προηγμένες οικονομίες επηρεάζουν, επίσης, αρνητικά τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης πολλών χωρών. Επιπλέον, πολλές χώρες χαμηλού και κατώτερου μεσαίου εισοδήματος την τελευταία δεκαετία έχουν μεγάλο εξωτερικό χρέος, είτε μέσω επίσημου δανεισμού από την Κίνα (συχνά στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Beltand Road) είτε με τη μορφή δανεισμού από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Το οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σοκ λόγω της Covid-19 και η εκτίναξη των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων συνέβαλαν, επίσης, στη σημαντική συσσώρευση δημόσιου και εξωτερικού χρέους σε πολλές χώρες, υπονομεύοντας την ικανότητά τους να μετριάσουν τις διάφορες αυτές προκλήσεις.
ΤΟ ΕΠΙΤΟΚΙΟ της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ προβλέπεται επί του παρόντος να φθάσει το 4,6% έως το τέλος του 2023, από σχεδόν μηδενικό στις αρχές του έτους. Το σταθμισμένο ως προς το εμπόριο δολάριο βρίσκεται σε υψηλό 20ετίας, επιτείνοντας τη χρηματοπιστωτική δυστοκία στις υπερχρεωμένες αναπτυσσόμενες χώρες λόγω του αυξανόμενου κόστους εξυπηρέτησης του χρέους.
Η οικονομική ύφεση που σχετίζεται με την πανδημία και οι υψηλότερες κρατικές δαπάνες έχουν αυξήσει τα επίπεδα του δημόσιου χρέους σχεδόν παντού. Το επακόλουθο σοκ των τιμών των βασικών εμπορευμάτων και ο πληθωρισμός της ενέργειας και των τροφίμων έχουν επιδεινώσει την οικονομική και χρηματοπιστωτική κατάσταση, ιδίως στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Η ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗ δυστοκία στις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες θα επιδεινωθεί προτού βελτιωθεί, αυξάνοντας τον κίνδυνο κρατικής χρεοκοπίας τους επόμενους 24-36 μήνες. Σχεδόν 50 χώρες διατρέχουν υψηλό κίνδυνο οικονομικής και χρηματοπιστωτικής δυσπραγίας και κρατικής χρεοκοπίας. Δεν θα αναγκαστούν όλες τους να προβούν σε αναδιάρθρωση, αλλά ο κίνδυνος (αναδιάρθρωσης) θα είναι ιδιαίτερα υψηλός για τις χώρες χαμηλού και κατώτερου μεσαίου εισοδήματος που αντιμετωπίζουν υψηλότερες τιμές τροφίμων και ενέργειας και μειωμένα συναλλαγματικά αποθέματα εν μέσω υψηλότερου κόστους δανεισμού. Οι άτακτες χρεοκοπίες προκαλούν συνήθως τον μεγαλύτερο βαθμό οικονομικής δυστοκίας, αλλά ακόμη και αν τα προληπτικά προγράμματα του ΔΝΤ μπορούν να βοηθήσουν στην αποτροπή μιας χρεοκοπίας, η οικονομική και χρηματοπιστωτική προσαρμογή, που είναι απαραίτητη για τη σταθεροποίηση μιας χώρας, θα προκαλέσει σημαντικά προβλήματα στις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες. Αντίθετα, οι χώρες με υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα συνολικά είναι πολύ λιγότερο πιθανό να χρεοκοπήσουν ή να αντιμετωπίσουν οικονομική δυσπραγία απ’ ό,τι οι φτωχότερες χώρες. Η μεγαλύτερη μακροοικονομική ευελιξία, οι πιο ώριμες χρηματοπιστωτικές αγορές και η δυνατότητα διεθνούς δανεισμού στο δικό τους νόμισμα συνήθως περιορίζουν τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους. Οι χώρες με υψηλό εισόδημα, ωστόσο, δεν είναι σε καμία περίπτωση πλήρως θωρακισμένες από τέτοιους κινδύνους. Λίγο λιγότερο από το 10% του συνόλου των χωρών υψηλού εισοδήματος που έχουν αξιολογηθεί -συμπεριλαμβανομένων των νήσων Μπαρμπάντος, του Μπαχρέιν και των Σεϋχελλών- έχουν αξιολογηθεί με Β ή χαμηλότερα και, ως εκ τούτου, αντιμετωπίζουν σημαντικό κίνδυνο χρεοκοπίας.
Ειδήσεις σήμερα
Κακοκαιρία στην Κρήτη: Αυτά είναι τα μέτρα που ανακοινώθηκαν για τη στήριξη των πλημμυροπαθών