Οι τουρκικές αρχές κατάσχεσαν το υλικό στις 5 Σεπτεμβρίου, αφού προηγουμένως ο Φρίντμαν είχε θέσει στον υπουργό Ακίφ Τσαγκατάι Κιλίτς μια σειρά από ερωτήσεις που αφορούσαν «ευαίσθητα» θέματα, όπως την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου και τις μαζικές απολύσεις και συλλήψεις που ακολούθησαν, την ελευθεροτυπία και τα δικαιώματα των γυναικών.
«Πρόκειται για ένα συμβάν που δεν έχει καμία σχέση με το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία», σχολίασε ο γενικός διευθυντής της DW, ο Πέτερ Λίμπουργκ. «Πλέον χρησιμοποιούμε νομικά μέσα για να ζητήσουμε την άμεση επιστροφή του υλικού», πρόσθεσε ο Λίμπουργκ ο οποίος προηγουμένως είχε χαρακτηρίσει την κατάσχεση «κατάφωρη παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου».
Από την Άγκυρα, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Αθλητισμού Ουμπεϊντουλάχ Γενέρ είπε ότι δεν γνωρίζει ποιο θα μπορούσε να είναι το αποτέλεσμα της δικαστικής απόφασης. Παρέπεμψε ταυτόχρονα σε μια προηγούμενη ανακοίνωση με την οποία η Τουρκία ζητά να μην προβληθεί η συνέντευξη και αναφέρεται σε «υποθετικά σχόλια και ισχυρισμούς» που έκανε ο δημοσιογράφος κατά τη διάρκεια της συνέντευξης.
Ο Μάρτιν Σάφερ, ένας εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Γερμανίας, είπε ότι το Βερολίνο αποδέχτηκε την απόφαση της DW «να κάνει ό,τι πιστεύει ότι είναι σωστό για να διεκδικήσει τα δικαιώματά της».
Μετά το επεισόδιο, στις αρχές του μήνα, η γερμανική κυβέρνηση είχε διαμηνύσει ότι θεωρεί την ελευθερία του Τύπου «αδιαπραγμάτευτη».