Η καγκελάριος Μέρκελ, μετά την ταπεινωτική ήττα του κόμματός της στην εκλογική της πατρίδα, το κρατίδιο Mecklemburg-Vorpommern, θα έχει σήμερα στραμμένη με αγωνία την προσοχή της στην ίδια την πρωτεύουσα της χώρας που κυβερνά. Η ίδια έχει ήδη ψηφίσει με επιστολή, δεδομένου ότι ψηφίζει στον τόπο κατοικίας της. Η αύξηση των ενοικίων, η έλλειψη κατοικίας, η κατάσταση της δημόσιας διοίκησης και η εσωτερική ασφάλεια, είναι μερικά από τα θέματα τα οποία κυριάρχησαν στον προεκλογικό αγώνα των κομμάτων.
Οι χριστιανοδημοκράτες (CDU) αγωνιούν μήπως έρθουν τρίτο κόμμα (σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις θα λάβουν 17-20%), χάνοντας ψήφους από το ακροδεξιό-λαϊκιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο ενδέχεται να φτάσει το 15%. Ο επικεφαλής του (CDU) Φράνκ Χένκελ δεν είναι ο τύπος του πολιτικού ο οποίος μπορεί να συνεγείρει τους ψηφοφόρους.
Ο επίσης μη χαρισματικός σοσιαλδημοκράτης και νυν δήμαρχος Μίχαελ Μίλερ επεδίωξε να προσελκύσει ψηφοφόρους τονίζοντας ότι το Βερολίνο ήταν ανέκαθεν μια ανεκτική και ανοικτή πόλη. O συνήθως διπλωματικός υπουργός Εξωτερικών, ο επίσης σοσιαλδημοκράτης, Φρανκ-Βάλτερ Στάινμάιερ χρησιμοποίησε πιο δραματικούς τόνους:
«Κοιτάξτε τους λαϊκιστές και εθνικιστές είτε το AfD στη Γερμανία είτε του ανεύθυνους τύπους στην Μ. Βρετανία οι οποίοι οδήγησαν στη χώρα τους στην κόπρο του Brexit και δεν μπορούν να βγουν από αυτά. Κοιτάξτε τον φωνακλά στην Αμερική ο οποίος λέγεται Ντόναλντ Τραμπ. Είναι όλοι άνθρωποι οι οποίοι κάνουν πολιτική με τον φόβο των πολιτών. Είναι πραγματικός εμπρησμός για την Ευρώπη. Ανάβουν τη σπίθα, η οποία θα βάλει αργότερα φωτιά στα σπίτια των προσφύγων. Αυτή τη φωτιά μπορούμε να τη σβήσουμε στις κάλπες. Δεν χρειαζόμαστε το AfD στη Γερουσία του Βερολίνου».
Το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD), αν και με απώλειες, αναμένεται να έρθει πάντως πρώτο κόμμα στο Βερολίνο, με ποσοστό 20-23% σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Η επιθυμία του Μίχαελ Μίλερ είναι να κυβερνήσει και πάλι συνασπιζόμενος αυτή τη φορά με τους πράσινους (μέχρι σήμερα συγκυβερνούσε με τους χριστιανοδημοκράτες) οι οποίοι ίσως καταφέρουν να είναι το δεύτερο κόμμα.
Σοκ στην πίστα Γκραν Πρι του Λας Βέγκας - «Λιποθύμησε» ο Μπραντ Πιτ
Η ανάγκη να σχηματισθεί συνασπισμός τριών κομμάτων, δηλαδή με τη συμμετοχή και της Αριστεράς (Die Linke), προβάλλει όμως κατά τους παρατηρητές αδήριτη. Ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου της Αριστεράς Κλάους Λέντερερ έχει επανειλημμένα τονίσει ότι είναι έτοιμος να συμμετάσχει σε μια κοκκινο-κοκκινο-πράσινη (SPD – Die Linke – Πρασίνων) κυβέρνηση στην πρωτεύουσα. Στην περίπτωση αυτή ο συνασπισμός αυτός θα δοκιμαζόταν για πρώτη φορά στη Γερμανία. Δεδομένου ότι κανείς δεν εμφανίζεται πρόθυμος να συνεργαστεί μετεκλογικά με τους χριστιανοδημοκράτες μοιάζει πλέον αναπότρεπτος. Το ποσοστό της Αριστεράς θα είναι 15% σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Δεδομένου ότι τόσο το χριστιανοδημοκρατικό (CDU) όσο και το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) έχουν πάρει τις αποστάσεις τους από αλλήλους, ιδίως στο θέμα τις απαγόρευσης της μπούρκας στο Βερολίνο, το AfD προβάλλει πλέον ως ένα είδος ρυθμιστή των μετεκλογικών εξελίξεων. Οι δημοσκοπήσεις του δίνουν 15%, αλλά ουδείς βέβαια γνωρίζει τι θα ψηφίσουν -αν πάνε όλοι στις κάλπες- οι αναποφάσιστοι οι οποίοι μόλις προχτές ανέρχονταν σε 41%.
Ο επικεφαλής του ΑfD Γκέοργκ Πατσντέρσκι εξέφρασε τη ελπίδα ότι το κόμμα του θα καταφέρει να τους φέρει στις κάλπες και «να πουν, αυτή τη φορά θα ψηφίσω, διότι θέλουν να αλλάξω κάτι στην πολιτική». Αριστερά και πράσινοι έκαναν πάντως προεκλογικό αγώνα επικρίνοντάς του σφοδρά.
Η επικεφαλής των πρασίνων Ραμόνα Ποπ τάσσεται μαζί με την αριστερά υπέρ της αλλαγής στο Βερολίνο. Το κόμμα της μπορεί να πάρει 15-20% και να γίνει μάλιστα και το δεύτερο κόμμα μετά τους σοσιαλδημοκράτες.
Το Φιλελεύθερο κόμμα (FDP), δεν κατάφερε στις περασμένες τοπικές εκλογές να μπει στη Γερουσία (1,8%), αλλά αυτή τη φορά οι δημοσκοπήσεις του δίνουν έως 6% και ίσως καταφέρει να εκπροσωπηθεί (το όριο είναι 5%). Αν συμβεί αυτό -και αναλόγως εδρών- ίσως μπορέσει να διεκδικήσει τη συμμετοχή του σε έναν τρικομματικό συνασπισμό μαζί με τo SPD και το CDU.
Οι Πειρατές φαίνεται πως έχουν σβήσει μετά την προσχώρηση του επικεφαλής τους Μάρτιν Ντέλιους και στελεχών του κόμματος στο κόμμα της Αριστεράς και τους σοσιαλδημοκράτες.