Από την Ουάσινγκτον, Πέτρος Κασφίκης
Η Ανατολική Ασία εμφανίζεται όλο και περισσότερο ως η «νέα δύση», μια γειτονία αναδυόμενων δυνάμεων και οικονομικών ευκαιριών. Όσο περνάει ο καιρός, τα ραντάρ της Ουάσινγκτον αναμένεται ότι θα εστιάζουν όλο και περισσότερο σε αυτή τη περιφέρεια λόγω των στρατηγικών προκλήσεων και των δυνατοτήτων που παρουσιάζει. Αυτή η αλλαγή προτεραιοτήτων θα επηρεάσει αναπόφευκτα και το εύρος της μελλοντικής αμερικανικής εμπλοκής στα τεκταινόμενα της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.
Ο Μπους το είχε προαναγγείλει και ο Ομπάμα το είχε χωρίς επιτυχία προσπαθήσει. Μπορεί ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» και η γεωπολιτική αναταραχή που ακολούθησε στη Μέση Ανατολή να είχαν κρατήσει απασχολημένους του προκατόχους του Τραμπ, ο νέος πρόεδρος, όμως, εμφανίζεται έτοιμος να στραφεί και πάλι προς την Ασία με αιχμή του δόρατος το εμπόριο και την αντιμετώπιση της Βόρειας Κορέας.
Στο σύνολο η αποτίμηση της περιοδείας στον Ειρηνικό έχει θετικό πρόσημο για τον Αμερικανό πρόεδρο, παρόλο που γύρισε στην Ουάσινγκτον χωρίς κάποιο χειροπιαστό πολιτικό αποτέλεσμα. Άφησε, όμως, για λίγο πίσω τα εγχώρια πολιτικά προβλήματα και κατάφερε τουλάχιστον σε επικοινωνιακό επίπεδο να δώσει την εικόνα ενός συμβατικού ηγέτη που ξέρει να ελίσσεται στο χώρο της διεθνούς διπλωματίας. Αυτή η εικόνα ενίσχυσε το αφήγημα του Λευκού Οίκου που θέλει να παρουσιάζει το νέο πρόεδρο ως έναν διαπραγματευτή διεθνούς εμβέλειας που μπορεί να κλείσει τις καλύτερες συμφωνίες για τον αμερικανικό λαό.
Η Διπλωματία του Γκολφ στην Ιαπωνία
Πρώτος σταθμός της περιοδείας ήταν η Ιαπωνία, όπου ο Τραμπ έχει πλέον αποκτήσει μια προσωπική σχέση με τον πρωθυπουργό Σίνζο Άμπε. Ο Ιάπωνας πολιτικός προσπάθησε με το καλημέρα και με μεγάλη συνέπεια να καλλιεργήσει αυτή τη σχέση. Μάλιστα ήταν ο πρώτος πολιτικός που έσπευσε να επισκεφτεί τον νεοεκλεγή πρόεδρο που δεν είχε ακόμα αναλάβει τα καθήκοντα του στο Trump Tower, φέρνοντας του και ως δώρο ένα μπαστούνι του γκολφ.
Παρόλο που πολλές φορές ο υποτιμητικός τόνος και η άκομψη συμπεριφορά του Τραμπ τον έχουν φέρει σε δύσκολη θέση, ο Άμπε φαίνεται διατεθειμένος να κάνει ότι χρειάζεται για να εξασφαλίσει τη συνέχιση του μεταπολεμικού συστήματος ασφαλείας που του προσφέρει την ασπίδα προστασίας της Ουάσινγκτον έναντι της Κίνας και της Βόρειας Κορέας. Το συγκεκριμένο δόγμα ασφαλείας είχε αμφισβητηθεί πολλές φορές στη προεκλογική περίοδο από τον Τραμπ, ο οποίος υποστήριζε πως το κόστος της προστασίας των συμμάχων είναι ένα δυσβάσταχτο βάρος για τους Αμερικανούς φορολογούμενους.
Για τον λόγο αυτό, ο Άμπε είναι ένας από τους πιο σθεναρούς υποστηρικτές του Τραμπ στο θέμα της Βόρειας Κορέας και συμφωνεί πως «όλες οι επιλογές πρέπει να είναι στο τραπέζι», συμπεριλαμβανομένης δηλαδή και της στρατιωτικής παρέμβασης. Μέχρι στιγμής αυτή η πολιτική φαίνεται να έχει κάποια αποτελέσματα, καθώς το ζήτημα του κόστους της ασφάλειας έχει ξεχασθεί. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο και με το ζήτημα του εμπορίου, το οποίο, όμως, δημιουργεί πονοκέφαλο κυρίως στην κινεζική πλευρά.
Μαθήματα Ιστορίας στη Νότια Κορέα
Ότι ο Τραμπ είναι ένας πρόεδρος που δεν γνωρίζει τα παγκόσμια πολιτικά θέματα είναι γνωστό. Επίσης, ο έντονος αμερικανοκεντρισμός που τον διακρίνει του έχει στερήσει αυτό που στην Αμερική ονομάζουν «πολιτισμική ευαισθησία». Δεν πρέπει, λοιπόν, να μας εκπλήσσουν οι ενδεχόμενες «παρεξηγήσεις», όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι ρώτησε τον Νοτιοκορεάτη Πρωθυπουργό Λι Νακ Γιον «αν όντως χρειάζεται την επανένωση»;
Την επίθεση στο Μαγδεμβούργο καταδικάζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
Η συγκεκριμένη ερώτηση στη Κορέα μπορεί να χαρακτηριστεί επιεικώς άγαρμπη δεδομένου μάλιστα ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός είναι γιος προσφύγων από τη Βόρεια Κορέα. Ο Λι Νακ Γιον, όμως, που είναι ακαδημαϊκός άρπαξε την ευκαιρία για να παραδώσει ένα μάθημα ιστορίας στον Τραμπ για τον Πόλεμο της Κορέας και να του αναλύσει το πως ο πολιτισμός και η ιστορία σχετίζονται με την σημερινή πολιτική κρίση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι πρόσφατα είχε καταγραφεί μια ένταση στις σχέσεις Ουάσινγκτον και Σεούλ, καθώς η νέα νοτιοκορεατική κυβέρνηση δεν συμφωνεί με την εμπρηστική ρητορική του Τραμπ, πιστεύοντας ότι υπονομεύει την προοπτική μιας διπλωματικής λύσης.
Πάντως η νοτιοκορεατική πλευρά έφυγε ευχαριστημένη από τη συνάντηση, καθώς όπως σημείωσε ο Τραμπ άκουγε προσεχτικά, έκανε πολλές ερωτήσεις και έδειξε ένα ειλικρινές ενδιαφέρον για να εμβαθύνει τις γνώσεις του στο συγκεκριμένο θέμα. Η Σεούλ είναι συγκρατημένα αισιόδοξη και θεωρεί ότι έδωσε στον Τραμπ να καταλάβει τους κινδύνους που ενέχει ο πόλεμος αλλά και την ανάγκη της διατήρησης των ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας.
Πάντως παρόλο που ο Τραμπ αποκάλεσε τον Κιμ Γιονγκ Ουν «κοντό και χοντρό» στο twitter, στην ομιλία του ήταν ιδιαίτερα προσεχτικός λέγοντας ότι θα ήθελε να κάνει μια «συμφωνία» με τον Κιμ που θα δώσει όπως είπε την δυνατότητα στη Βόρεια Κορέα να βγει από την απομόνωση και να ενταχθεί στη διεθνή κοινότητα.
Κινεζικό Σκάκι στην Απαγορευμένη Πόλη
Το έπαιξαν καλά το παιχνίδι οι Κινέζοι παίρνοντας μάλλον την σκυτάλη από τους Σαουδάραβες. Ο Τραμπ δεν υπερέβαλε όταν έλεγε ότι τέτοιες τιμές δεν έχουν ξαναγίνει σε Αμερικανό πρόεδρο. Τώρα αν θα έπρεπε να αναφερθεί ή να σταθεί σε αυτές τις τεχνικές ή συμβολικές λεπτομέρειες είναι άλλο πράγμα.
Η άφιξη του Αμερικανού προέδρου έγινε σε μια αναδυόμενη Κίνα που διεκδικεί όλο και πιο ενεργητικά τον ρόλο της παγκόσμιας δύναμης και που φιλοδοξεί να οικοδομήσει την δική της διεθνή οικονομική τάξη μέσω της πρωτοβουλίας «One Belt, One Road» που χαρακτηρίζεται και ως ο νέος δρόμος του μεταξιού. Αυτή η νέα Κίνα προσπαθεί να αυξήσει την πολιτική της επιρροή στη δύση, επιδιώκει να επιβληθεί ως η πρωταρχική ηγεμονική δύναμη στην Ασία και εργάζεται για να μεταμορφωθεί σε παγκόσμια στρατιωτική δύναμη.
Κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, η Κίνα ήταν ένας από τους αγαπημένους στόχους του Τραμπ. Μάλιστα πολλοί στενοί συνεργάτες του όπως ο Στιβ Μπάνον ήταν υποστηρικτές της «σκληρής γραμμής» με σκοπό την αναχαίτιση της Κίνας. Αυτά, όμως, άλλαξαν ραγδαία μετά τις εκλογές, όπου ο Τραμπ ανέπτυξε άμεσα στενές επαφές με τον Κινέζο ομόλογο του Σι Τζινπινγκ.
Βασικός στόχος της αμερικανικής αποστολής ήταν η συνεργασία της Κινάς για τον αφοπλισμό της πυρηνικής απειλής από την Βόρεια Κορέα. Η Κίνα παραμένει ο στενότερος συνεργάτης της Βόρειας Κορέας, καθώς δεν επιθυμεί την επιλογή της στρατιωτικής παρέμβασης αλλά ούτε και την αποσταθεροποίηση του καθεστώτος. Παρόλο που δεν είναι ένα πιθανό σενάριο, μια ενδεχόμενη επανένωση της Κορεατικής χερσονήσου θα δημιουργούσε ένα ισχυρό γεωπολιτικό αντίπαλο, ενώ η ενδεχόμενη κατάρρευση του καθεστώτος θα οδηγούσε σε μια προσφυγική κρίση στα σύνορα της. Τουλάχιστον φαινομενικά, λοιπόν, το Πεκίνο συστρατεύεται στον αγώνα της Ουάσινγκτον για τον πυρηνικό αφοπλισμό της Βόρειας Κορέας. Δεν φαίνεται, όμως, διατεθειμένο να προβεί σε δραστικές λύσεις που θα μπορούσαν να δρομολογήσουν εξελίξεις και να αποσταθεροποιήσουν την περιοχή.
Η Κίνα μπορεί βεβαίως να είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Πιονγιάνγκ και ο Τραμπ να θεωρεί πως οι Κινέζοι μπορούν «εύκολα» να λύσουν το πρόβλημα. Οι ενδείξεις, όμως, δημιουργούν προβληματισμό για το πόσο πραγματικά μεγάλη επιρροή μπορεί να έχει το Πεκίνο πάνω στο καθεστώς. Άλλωστε η πρόσφατη δολοφονία του αδελφού του Κιμ που διατηρούσε πολύ στενές σχέσεις με την Κίνα πρέπει να θεωρείται ενδεικτική.
Από την πλευρά τους οι Κινέζοι ήθελαν κάτι πιο απλό και αφηρημένο. Φαίνεται ότι το πήραν, καθώς εκτιμούν ότι από την επίσκεψη προκύπτει ότι οι ΗΠΑ τους απέδωσαν τον σεβασμό που αρμόζει σε μια μεγάλη δύναμη και ζητάν τη βοήθεια τους για την επίλυση δύσκολων προβλημάτων, κάτι που πιστεύουν ότι τους δίνει κύρος και αναβαθμίζει την διεθνή εικόνα της χώρας τους. Δεν πρέπει μάλλον να απορούμε από που ο Τραμπ πήρε την ιδέα όταν υποστήριξε πως «η Αμερική και η Κίνα μπορούν να λύσουν μαζί τα περισσότερα προβλήματα του πλανήτη».