Η συγκεκριμένη πόλη, που πιστεύεται ότι ιδρύθηκε το 331 π.Χ. από τον Μέγα Αλέξανδρο, ανακαλύφθηκε στην ευρύτερη περιοχή του οικισμού Qalatga Darband από μια ομάδα Ιρακινών και Βρετανών Αρχαιολόγων, της οποίας ηγούντο ειδήμονες του Βρετανικού Μουσείου.
Ο John MacGinnis, επικεφαλής των ανασκαφών, είπε στους Times: «Είναι ακόμα πολύ νωρίς, αλλά πιστεύω ότι βρήκαμε τα ερείπια μιας αλλοτινής πολύβουης πόλης, που βρισκόταν σε έναν δρόμο που οδηγούσε από το Ιράκ στο Ιράν. Βλέποντας τα ερείπια, μπορείς να φανταστείς τους πλανόδιους πωλητές να προμηθεύουν με κρασί τους στρατιώτες που έκαναν στάση στην πόλη».
Οι αρχαιολόγοι εστίασαν για πρώτη φορά την προσοχή τους στο συγκεκριμένο σημείο μετά τον αποχαρακτηρισμό και τη δημοσίευση φωτογραφιών τις οποίες είχε τραβήξει η CIA με δορυφόρο τη δεκαετία του 60. Σε αυτές τις φωτογραφίες διαφαίνονταν τα «όρια» μιας πόλης, κάτι που ώθησε τους αρχαιολόγους να εξασφαλίσουν τις ειδικές άδειες για να ξεκινήσουν τις ανασκαφές.
Ο Δρ. MacGinnis και οι συνάδελφοί του χρησιμοποίησαν droners για να προσδιορίσουν επακριβώς που βρίσκονταν τα όρια των κτιρίων της χαμένης πόλης του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τα οποία παρέμειναν θαμμένα επί χιλιετίες.
Στην περιοχή έχουν βρεθεί ακόμη ελληνικά νομίσματα και αγάλματα προσώπων της ελληνικής μυθολογίας, μεταξύ των οποίων η Περσεφόνη και ο Άδωνις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι προσωπικό του Βρετανικού Μουσείου έχει αναλάβει εδώ και λίγο καιρό την εκπαίδευση Ιρακινών ειδικών πολιτισμικής κληρονομιάς, στο πλαίσιο ενός προγράμματος κρατικής χρηματοδότησης. v
Στόχος του προγράμματος, η διάσωση και η προστασία σημαντικών αρχαιοτήτων στις περιοχές της Μέσης Ανατολής οι οποίες έχουν πληγεί από τις ένοπλες συγκρούσεις και την λεηλασία των τρομοκρατών, όπως η συγκεκριμένη περιοχή στο Ιρακινό Κουρδιστάν.