— Ρητή και ανεπιφύλακτη δήλωση σεβασμού του Συντάγματος και αναγνώρισης του πολιτεύματος της Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας.
– Δήλωση έναντι του Ληξίαρχου Αθηνών παραίτησης έναντι οποιονδήποτε διεκδικήσεων που μπορεί να απορρέουν από τον προηγούμενο πολιτειακό τίτλο της οικογένειας.
— Εγγραφή σε δημοτολόγιο δήμου της επιλογής τους με όνομα και επώνυμο.
Επειδή όμως η Ελλάδα είναι μια χώρα που παράγει περισσότερη ιστορία από όση μπορεί να καταναλώσει, παραδόξως, δεν δίνεται μεγάλη δημοσιότητα στην αποδοχή εκ μέρους της πρώην βασιλικής οικογένειας των δύο πρώτων καθοριστικών για την ορθή λειτουργία του πολιτεύματος όρων, αλλά στον τρίτο που αφορά στην επιλογή του επωνύμου.
Ας πάρουμε όμως την, μακρά, ιστορία από την αρχή.
Μετά την καθαίρεση των πρώτων βασιλέων της χώρας Όθωνα και Αμαλίας -που δεν αποκτούν διάδοχο- το 1862, η ελληνική προσωρινή κυβέρνηση βρίσκει στο πρόσωπο του πρίγκιπα Γουλιέλμου της Δανίας του οίκου των Γλίκσμπουργκ (Glücksburg) τον επόμενο βασιλιά της, απόφαση που επικυρώνεται κατά πλειοψηφία από το κοινοβούλιο.
Φτάνοντας στην Ελλάδα ο 18χρονος Γουλιέλμος μετονομάζεται σε Γεώργιο ξεκινώντας έτσι το γενεαλογικό δέντρο της βασιλικής οικογένειας της χώρας. Έκτοτε, ο βασιλικός θεσμός στην Ελλάδα αποτελεί μόνιμο σημείο πολιτικών και κοινωνικών εντάσεων, ενώ οι επιλογές του παλατιού σε κορυφαίες ιστορικές στιγμές του τόπου (εθνικός διχασμός, μικρασιατική εκστρατεία, μεταπολεμική δημοκρατία και απριλιανή δικτατορία) αποτελούν σταθερό σημείο τριβής, ακόμα και στα ζητήματα του ονόματος ή της ιθαγένειας των μελών της τέως βασιλικής οικογένειας.
Η τελευταία δίνει στα μέλη της μόνο ένα χριστιανικό όνομα υποστηρίζοντας ότι η χρήση του Γλίκσμπουργκ (ή Γλύκσμπουργκ) ως επώνυμο μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο αποτελεί δημιούργημα της αγγλικής προπαγάνδας “προκειμένου, να καταδειχτούν οι γερμανικές ρίζες της δυναστείας του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α, ο οποίος ήθελε να κρατήσει στάση ουδετερότητας και να αποτρέψει τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό των αγγλικών δυνάμεων”.
Επικαλείται μάλιστα ένα απόσπασμα συνέντευξης του ομότιμου καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου και μέλος της υπερασπιστικής ομάδας του ελληνικού Δημοσίου έναντι της τέως βασιλικής οικογένειας στο δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο το 1994, στην τηλεοπτική εκπομπή της Σοφίας Παπαϊωάννου “365 στιγμές”. Σε αυτή, ο γνωστός Συνταγματολόγος αναφέρει “Ακριβώς λόγω της συγκυρίας του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, υπάρχει κάποιο απίθανο έγγραφο του Foreign Office προς την Ελληνική Κυβέρνηση Βενιζέλου: ‘Γιατί δε λέτε, σιγά σιγά και τον Κωνσταντίνο, Γλίκσμπουργκ, που είναι Γερμανικό για να τον απομονώσετε κατά κάποιο τρόπο από την Ελληνική κοινή γνώμη;’ κι έτσι φαίνεται ότι καθιερώθηκε να ονομάζεται, προφανώς όχι ουδέτερα και για αυτό το αρνείται και η βασιλική οικογένεια …”.
Σε κάθε περίπτωση, ψήφισμα της Συντακτικής Συνέλευσης του 1924 καταργεί τη βασιλεία, θεσπίζει την κοινοβουλευτική Δημοκρατία, στερεί από τα μέλη της πρώην βασιλικής οικογένειας την ελληνική ιθαγένεια, απαγορεύει τη διαμονή της στη χώρα, ενώ κηρύσσει απαλλοτριωτέα τη βασιλική περιουσία, πράξεις που φυσικά ακυρώνονται με την επιστροφή του Γεωργίου Β’ το 1935.
Μεταπολεμικά, μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης θεωρεί ότι το παλάτι δεν κρατά συνεπή γραμμή ουδετερότητας έναντι των πολιτικών παρατάξεων. Καθοριστικές για το μέλλον της χώρας του βασιλικού θεσμού, είναι οι επιλογές του τελευταίου βασιλιά Κωνσταντίνου μετά το καλοκαίρι του 1964 και στην ορκωμοσία της απριλιανής δικτατορίας. Μεταπολιτευτικά, παρότι ο τέως,πλέον, βασιλιάς Κωνσταντίνος το αρνείται, το επώνυμο γλωσσοδέτης με τους πολλούς φθόγγους Γλίκσμπουργκ κυριαρχεί στον αντιπολιτευτικό λόγο που έχει κι αυτός τις δικές του “κορώνες”…
Η πρώην βασιλική οικογένεια, εκτός ενός ολιγοήμερου διαλείμματος με ειδική κυβερνητική άδεια για την κηδεία της πρώην βασίλισσας Φρειδερίκης το 1981, παραμένει εκτός Ελλάδος διατηρώντας όμως ελληνική ιθαγένεια και διαβατήριο. Άλλωστε η Αναθεωρητική Βουλή του 1975 και του 1986 δεν έχουν προνοήσει κάτι άλλο.
Η συμφωνία της κυβέρνησης Ν.Δ με τον Κωνσταντίνο το 1991 για την τύχη της “βασιλικής περιουσίας”, η εξαγωγή κοντέινερ από το κτήμα Τατοΐου στην Αγγλία και η πρώτη επίσκεψη της τέως βασιλικής οικογένειας το καλοκαίρι του 1993 στη χώρα, επαναφέρουν στην επικαιρότητα μη ρυθμισμένες εκκρεμότητες. Ο νόμος 2215/1994 του Ευάγγελου Βενιζέλου από τη νέα κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου – που προσφωνεί τον τέως ως Κωνσταντίνο Γλύξμπουργκ- απαλλοτριώνει τη λεγόμενη “βασιλική περιουσία”, αφαιρεί από τα μέλη της διαβατήριο και ελληνική ιθαγένεια θέτοντας ως απαραίτητη προϋπόθεση απόκτησής τους την υιοθέτηση επώνυμου.
Μέχρι τότε ο τέως βασιλιάς χρησιμοποιεί συνήθως ως προσωνύμιο το “βασιλεύς”. Το δελτίο Τύπου για ομιλία του στην Ατλάντα το 1991 τον προσφωνεί ως “Η Αυτού Εξοχότης βασιλεύς Κωνσταντίνος των Ελλήνων, τέως βασιλεύς της Ελλάδος”. Όταν επισκέπτεται την Ελλάδα το 1993 η εταιρία δημοσίων σχέσεων του τον αναφέρει ως “Η Αυτού Εξοχότης βασιλεύς Κωνσταντίνος, πρώην βασιλεύς των Ελλήνων” ενώ ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Βασίλης Μαγγίνας στην ενημέρωση μιλά για “Τέως βασιλεύ Κωνσταντίνος και μέλη της τέως βασιλικής οικογενείας”. Αντίθετα, η αντιπολίτευση θέτει θέμα ιθαγένειας, υποστηρίζοντας ότι όταν ο Κωνσταντίνος βασίλευε ήταν βασιλιάς και όχι υπήκοος πολίτης, άρα με την απώλεια της ιδιότητας του ανωτέρου άρχοντα που έρχεται με το δημοψήφισμα του 1974 για το πολιτειακό, έχει απολέσει και την ελληνική ιθαγένεια, άρα πρέπει να του αφαιρεθεί το ελληνικό διαβατήριο.
Ο Κωνσταντίνος προσφεύγει για το νόμο 2215/1994 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η οποία λίγα χρόνια μετά αποζημιώνει τον αποζημιώνει για τη βασιλική περιουσία, με πολύ μικρότερα ποσά από όσα ζητούσε, αλλά δεν τον δικαιώνει στο ζήτημα της ιθαγένειας και του επώνυμου.
Μέχρι το θάνατό του ο Κωνσταντίνος (και τα μέλη της οικογένειάς του) χρησιμοποιεί Δανικό διπλωματικό διαβατήριο, μη αποδεχόμενος να λάβει επώνυμο θεωρώντας το Γλύξμπουργκ ιστορικά ανακριβές. Σε μια συνέντευξή του μάλιστα το 1994 στο γερμανικό τηλεοπτικό κανάλι RTL αναφέρει ότι αυτός και η οικογένειά του ζουν μια δύσκολη κατάσταση γιατί ο Έλληνας πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου “καταχράστηκε των εξουσιών του και μου στέρησε την υπηκοότητα, το διαβατήριό μου”. Στην δημοσιογραφική ερώτηση “Νομίζετε ότι κάποια ημέρα ένα από τα παιδιά σας θα ανέβει και πάλι στο θρόνο στην Αθήνα ; απαντά :“Νομίζω ότι, αν κάποτε οι Έλληνες επιθυμήσουν την συνταγματική μοναρχία και αν αυτή η επιθυμία εκφραστεί, νομίζω ναι, ότι ο γιος μου θα γίνει βασιλιάς”.