Η Σοφία, καταβεβλημένη από τις κακουχίες, αφήνει την τελευταία της πνοή. Αργότερα, πάνω από τον τάφο της, η Ιφιγένεια ανακοινώνει στην αδελφή της ότι θα φύγει για να ψάξει τον γιο της. Η Ειρήνη ετοιμάζεται να την ακολουθήσει, αλλά λίγο πριν ξεκινήσουν αποφασίζει να μείνει με τον Χότζα, αφού τον έχει αγαπήσει, ενώ μια ευχάριστη έκπληξη περιμένει την Ιφιγένεια καθώς κάνει την εμφάνισή του ο Μίλτος.
Πίσω στη σπηλιά, οι αποκλεισμένοι, διαπιστώνοντας ότι δεν υπάρχει πλέον καμία σωτηρία, παίρνουν μια ηρωική απόφαση, ακολουθώντας την πρόταση της Ευγενίας. Προτιμούν να αυτοκτονήσουν από το να πέσουν στα χέρια των Τούρκων. Οι στιγμές που ακολουθούν είναι συγκλονιστικές. Ο Παναγιώτης ζητά από τον παπά να τον παντρέψει με τη Χαρά.
Στη συνέχεια όλοι κοινωνούν και η Ευγενία κάνοντας την αρχή δίνει το όπλο στον Θέμη για να τη σκοτώσει, ενώ οι υπόλοιποι μπαίνουν σε μια γραμμή και περιμένουν τη σειρά τους. Ο Θέμης σηκώνει το βαρύ φορτίο και πυροβολεί τον έναν μετά τον άλλον τους συμπατριώτες του. Τελευταία σκοτώνει τη Βασιλική και την ώρα που οι Τούρκοι ορμούν μέσα στη σπηλιά στρέφει το όπλο και δίνει τέλος στη ζωή του. Εν τω μεταξύ, ο Κεμάλ αποφασίζει να κάνει τον δικό του στρατό για να εξοντώσει τους Ελληνες και τους Αρμένιους και παίρνει τον Οσμάν ως συνεργάτη του.
Η Παραλία: Η Ιφιγένεια σε σοκ
Εν τω μεταξύ, ο Μίλτος και η Ιφιγένεια φτάνουν στο μοναστήρι και βρισκουν τον Μιλτιάδη και τη Λουσιν. Στην τουρκική πλευρά, ο Κεμάλ προτείνει στον Κερέμ να τον ακολουθήσει κι αυτός το αποδέχεται Ο Κεμάλ αποφασίζει να κάνει τον δικό του στρατο για να εξοντώσει τους Έλληνες και τους Αρμένιους και παίρνει τον Οσμάν ως συνεργάτη.
Στο μοναστήρι, ο Γρηγοριος παντρεύει τον Μίλτο με την Ιφιγένεια. Λίγο αργότερα, το ζευγάρι φτάνει στην Αμισό και ο Μίλτος πηγαίνει να βρει τους δικούς του. Όμως τον βλέπει ο Οσμάν, τον ακινητοποιεί και του ανακοινώνει πως η οικογένεια του είναι νεκρή.
Την ίδια ώρα, ο Μίλτος και η Ιφιγένεια καταφέρνουν να φτάσουν στο μοναστήρι, όπου βρίσκουν τον μικρό Μιλτιάδη. Εκεί ο Γρηγόριος τους παντρεύει με κουμπάρα τη Λουσίν και παράνυμφο τον γιο τους. Το ζευγάρι σχεδιάζει να διαφύγει στο Παρίσι. Χωρίς να έχουν ιδέα τι έχει προηγηθεί, πηγαίνουν σε ένα ξενοδοχείο στην Αμισό, προκειμένου ο Μίλτος να πάει στο σπίτι για να βρει τους δικούς του. Εκεί τον βλέπει ο Οσμάν και ένα άγριο κυνηγητό ξεκινά. Με τους Τούρκους να τον πυροβολούν, ο Μίλτος καταφέρνει να ξεφύγει και να φτάσει σώος στο ξενοδοχείο. Η τύχη φαίνεται να τους χαμογελά.
Ενας Γάλλος αξιωματικός προσφέρεται να τους βοηθήσει να διαφύγουν, αφού έχουν γαλλικά διαβατήρια. Ενώ φτάνουν στο τελωνείο για να μπουν στο καράβι, ένας Τούρκος αναγνωρίζει τον Μίλτο και ειδοποιεί τον Οσμάν, που καταφθάνει με τον μουτασερίφη και τον Οντούρ. Στην ένταση που ακολουθεί, ο Μίλτος ομολογεί ότι δεν είναι Γάλλος και ζητά από τον αξιωματικό να σώσει την Ιφιγένεια και το παιδί. Η μοίρα του έχει σφραγιστεί. Μαζί με άλλους μελλοθάνατους περνά από ένα ποτάμι που έχει γίνει κόκκινο από ανθρώπινο αίμα.
Ο Μίλτος μαζεύει όσο κουράγιο του έχει απομένει και αρχίζει να χορεύει τον πυρρίχιο, παρασύροντας και τους υπόλοιπους. Οταν πέφτει κάτω εξουθενωμένος, τον πλησιάζει ο Κερέμ, του ψιθυρίζει στο αυτί να το σκάσει και του κόβει τα δεσμά. Ενώ ο Μίλτος τρέχει προς τη σωτηρία, μια σφαίρα τού κόβει το νήμα της ζωής. Την ίδια ώρα, πάνω στο πλοίο που οδηγεί στην ελευθερία, η Ιφιγένεια με τον μικρό Μιλτιάδη στην αγκαλιά της συνειδητοποιεί ότι τίποτα από αυτά που έζησε δεν πρέπει να ξεχαστεί.