Οι αυτοκινητοβιομηχανίες, μη εξαιρουμένης της VW, έχουν μια μεγάλη ευκαιρία να εκμεταλλευτούν και ταυτόχρονα ένα σημαντικό πρόβλημα να επιλύσουν: τα SUV όπως το T-ROC φέρνουν νέους πελάτες, ταυτόχρονα όμως κλέβουν και από αυτούς που πριν μερικά χρόνια θα επέλεγαν ένα συμβατικό πεντάθυρο μοντέλο αντίστοιχου μεγέθους.
Αναπόφευκτα, φέρνοντας στην αγορά το T-ROC, η VW ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην κατηγορία των συμπαγών SUV, η οποία γνωρίζει ουρανομήκη αύξηση, δημιουργεί όμως και έναν αντίπαλο του Golf. Ο οποίος, σε πρώτη ανάγνωση, είναι πιο φρέσκος, πιο ενδιαφέρων αισθητικά και έχει το trend με το μέρος του.
Η VW γνωρίζει πολύ καλά την πρακτική «φτιάχνω πολλά διαφορετικά αυτοκίνητα με ίδια πλαίσια και μηχανικά μέρη. Συνοπτικά το T-ROC, συγκρινόμενο με το Golf στο οποίο και βασίζεται, πλειοδοτεί σε στιλ, νεανική εικόνα, εξατομίκευση και πρακτικότητα– μαζί φυσικά με τη δυνατότητα κίνησης εκτός ασφάλτου- και μειοδοτεί σε άνεση, οδική συμπεριφορά και απτή αίσθηση ποιότητας.
Το μεγάλο στοίχημα του T-ROC είναι στην αισθητική και, από εμπορική άποψη, φαίνεται ότι το κερδίζει. Εκεί που το Golf δεν επιτρέπει πειραματισμούς, το T-ROC, ως ένα εντελώς νέο μοντέλο χωρίς αναφορές σε κάποιο παρελθόν, κλέβει στοιχεία από το φαντεζί Arteon, ανακατεύει με ολίγες coupe αναφορές και σερβίρει ένα εύκολο στη χώνευση των αισθήσεων αλλά ταυτόχρονα ενδιαφέρον, σύγχρονο και νεανικό μίγμα.
Προφανώς κανείς δεν περιμένει ότι μια εταιρεία σαν την VW, με αρκετό ανταγωνισμό της κατηγορίας του T-ROC στο δρόμο, θα εξέλισσε ένα μέτριο αυτοκίνητο. Το αντίθετο είναι το αναμενόμενο και τελικά αυτό συμβαίνει. Ξεκινώντας από τη θέση οδήγησης και την εργονομία, δεν υπάρχει το παραμικρό παράπονο. Επιπρόσθετα, η ψηλή θέση οδήγησης αναβαθμίζει την ορατότητα, τουλάχιστον προς τα εμπρός και έτσι με το καλημέρα ο οδηγός και οι τέσσερις ή πέντε επιβάτες νοιώθουν οικεία και άνετα.
Θέσεις για μικρά αντικείμενα υπάρχουν αρκετές και σε στρατηγικά σημεία τοποθετημένες, ενώ η ευρυχωρία δεν διεκδικεί παράσημα, δεν υπολείπεται όμως επί της ουσίας του ανταγωνισμού. Με μήκος 4,234 μέτρα το T-ROC έχει μικρότερο το δέμας από καθαρόαιμα SUV της κατηγορίας C, όπως για παράδειγμα τα Kadjar, Qashqai και Karoq, καθώς έπρεπε να αφήσει χώρο τόσο για το μεγαλύτερο Tiguan, όσο και για το αναμενόμενο T-CROSS που θα δραστηριοποιηθεί στην κατηγορία B. Ο χώρος αποσκευών, με όγκο 415 λίτρα, είναι ωστόσο επαρκέστατος –και με κανονικό σχήμα- για τις ανάγκες μιας οικογένειας.
Παρά τον όγκο του, τους μεγάλους τροχούς και τα πλαστικά προστατευτικά σε προφυλακτήρες, μαρσπιέ και θόλους τροχών, το T-ROC με τα 16 εκατοστά απόστασης από το έδαφος και τα ελαστικά με προορισμό την άσφαλτο δεν είναι το SUV της περιπέτειας. Θα κινηθεί με σχετική άνεση σε πατημένους χωματόδρομους, ωστόσο με κίνηση μόνο εμπρός, δεν θα πρέπει ο οδηγός να υπερεκτιμήσει τις δυνατότητες της κατασκευής. Από την άλλη πλευρά, έχει ένα αυτοκίνητο υπερυψωμένο μεν, με αντιδράσεις όμως και χαρακτήρα συμβατικού πεντάθυρου, κάτι που βοηθά ιδιαίτερα στο ταξίδι και στην κίνηση σε επαρχιακό δίκτυο. Το T-ROC δεν υποστρέφει έντονα, δεν παρουσιάζει απότομες αντιδράσεις ούτε μεγάλες κλίσεις, παρά την αυξημένη διαδρομή της ανάρτησης. Επιπρόσθετα, το σύστημα διεύθυνσης είναι ακριβές.
Στον τομέα της άνεσης από την ανάρτηση τα πράγματα δεν είναι αντίστοιχα ρόδινα, καθώς ο ημιάκαμπτος άξονας πίσω, σε αντίθεση με τις διατάξεις πολλαπλών συνδέσμων τόσο του Golf όσο και των περισσότερων ανταγωνιστικών συμβατικών μικρών – μεσαίων μοντέλων, είναι πιο απότομος στη λειτουργία του. Παρότι θεωρητικά οι μεγαλύτερες διαδρομές της ανάρτησης αναμένεται να κεφαλαιοποιούνται σε άνεση, αυτό δεν συμβαίνει τελικά. Τουλάχιστον το T-ROC είναι τόσο σπορτίφ όσο υπόσχεται η εξωτερική του εμφάνιση.
Με μόλις 999 κ.εκ. και τρεις κυλίνδρους, το turbo σύνολο που κινεί το T-ROC της δοκιμής αποδίδει 115 ίππους ισχύος και 200 Nm ροπής, ήδη από τις 2.000 σ.α.λ. Μικρός στο μέγεθος αλλά μεγάλος σε απόδοση, τα φέρνει βόλτα με τα 1.270 κιλά του αμαξώματος. Το έλλειμμα κ.εκ. ίσως γίνει αισθητό με το αυτοκίνητο πλήρες φορτωμένο σε παρατεταμένες ανωφέρειες, ωστόσο και σε αυτές τις συνθήκες το μικρότερο των T-ROC δεν θα χαρακτηριστεί ποτέ αργό ή δυσάρεστο.
Ανατρέχοντας και στις επιδόσεις που ανακοινώνει το εργοστάσιο, 187 χλμ./ώρα μέγιστης ταχύτητας και 10,1 δλ. για την επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα, είναι προφανές ότι το T-Roc μπορεί να είναι σβέλτο, απλά με λίγη παραπάνω ενασχόληση του οδηγού με τον εύχρηστο επιλογέα των 6 σχέσεων του κιβωτίου. Αναφορικά με την ποιότητα λειτουργίας του κινητήρα, αυτή είναι εντυπωσιακή για τρικύλινδρο σύνολο, χωρίς κραδασμούς ή ηχητικά υποπροϊόντα. Τα φρένα είναι δυνατά και προοδευτικά στη λειτουργία τους, ενώ άψογη είναι και η λειτουργία του συμπλέκτη, με χαρακτηριστικά γραμμική λειτουργία.
Με το κόστος της βασικής έκδοσης του T-ROC να ξεκινά από τα 19.650€ και αυτό της έκδοσης της δοκιμής στα 21.250€, είναι προφανές ότι το μοντέλο τοποθετείται στο κάτω όριο της κατηγορίας των μικρών – μεσαίων (C) SUV. Σε αυτή δηλαδή που βασιλεύει το Qashqai και διεκδικεί σημαντικό μερίδιο το ξαδελφάκι Skoda Karoq και λιγότερο o έτερος συγγενής Seat Ateca. Από άποψη μεγέθους, αλλά και στην κατηγοριοποίηση της ελληνικής αγοράς, το T-Roc εντάσσεται σε αυτή των μικρών (B) SUV, με ανταγωνιστές μοντέλα όπως το 2008, C3 Aircross, Capture και Juke, οι τιμές όμως των οποίων εκκινούν από τη σφαίρα των 15.000€.
Όπως και αν θέλει να το δει κανείς –μεγάλο B ή μικρό C SUV- το T-ROC δεν έχει πρόβλημα, καθώς το ισοζύγιο της απόδοσής του είναι ιδιαίτερα θετικό και το κόστος του ανταποκρίνεται απόλυτα σε ότι προσφέρει.