Τα «συντροφικά μαχαίρια» βγήκαν όχι για να αμφισβητήσουν τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, που εξακολουθεί να έχει κυρίαρχο λόγο στο κόμμα, αλλά για να γίνει σαφές ότι η εσωκομματική αντιπολίτευση δεν θα μείνει με σταυρωμένα χέρια την επομένη της κάλπης.
Συνολικά, όμως, ο κ. Τσίπρας δεν έπεισε ούτε για τις «δεσμεύσεις» του, που θύμισαν ξαναζεσταμένο πρόγραμμα Θεσσαλονίκης, αλλά ούτε και για την πρόθεσή του να ασκήσει μια σύγχρονη αντιπολίτευση θέσεων και προτάσεων, βολεύεται στον γνώριμο ακραίο λόγο και στις κραυγές Πολάκη. Από την άλλη πλευρά, και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, βασικός εκφραστής της «Ομπρέλας», που αποτελεί το πολιτικό «όχημα» της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, δεν κατάφερε να παρουσιάσει ένα συγκροτημένο σχέδιο, η κριτική του έμεινε σε τακτικισμούς που δεν αφορούν κανέναν πλην του στενού κομματικού ακροατηρίου.
Βέβαια, ο Τσακαλώτος έχει κάθε λόγο να διαμαρτύρεται για την επιλογή των «προεδρικών» του ΣΥΡΙΖΑ να χειραγωγήσουν πλήρως το κόμμα μέσω της εκλογής των μελών της Κεντρικής Επιτροπής από τη βάση, όμως δεν θυμάται καλά τα γεγονότα σε ό,τι αφορά στα πεπραγμένα της «πρώτης φοράς Αριστερά» στο μέτωπο της οικονομίας.
Κατά την παρέμβασή του στο Συνέδριο, ο κ. Τσακαλώτος θέλησε να απαντήσει στην κριτική που είχε δεχθεί από τους συντρόφους του για το «μέγεθος» του «μαξιλαριού», υποστηρίζοντας ότι «το απόθεμα το αφήσαμε στον ελληνικό λαό και όχι στη Νέα Δημοκρατία». Σημειωτέον ότι ο Πολάκης, ο οποίος έχει ασκήσει τη σφοδρότερη επίθεση στον πρώην υπουργό Οικονομικών, σε μια τηλεδιάσκεψη είχε ομολογήσει με τον γνωστό αγοραίο του λόγο ότι επί των ημερών τους «διέλυσαν» τη μεσαία τάξη για να βοηθήσουν τους ασθενέστερους.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Και οι δύο είπαν τη μισή αλήθεια. Το «μαξιλάρι» των 37 δισεκατομμυρίων δεν το διέθεσαν, αλλά το αφαίμαξαν από τον ελληνικό λαό μέσα από την υπερφορολόγηση και το σχηματισμό υπερπλεονασμάτων, υψηλότερων από αυτά που προέβλεπε η συμφωνία με την τρόικα, σε βάρος των οικονομικά ασθενέστερων.
Είπε, όμως, και κάτι άλλο ο κ. Τσακαλώτος προσπαθώντας να επιτεθεί στη Ν.Δ. Σημείωσε ότι εμείς «δεν είμαστε Καραμανλής του 2009 και Σαμαράς του 2014, που μοίρασαν λεφτά για να πάρουν τις εκλογές». Δεν τα θυμάται καλά ο συμπαθής Ευκλείδης. Κατ’ αρχάς, ο Καραμανλής όχι μόνο δεν μοίρασε χρήματα, αλλά στις εκλογές του 2009 είπε την απόλυτη αλήθεια για τους κινδύνους και ενδεχομένως να τις έχασε για αυτόν το λόγο όταν απέναντί του είχε τον ΓΑΠ που έλεγε ότι «λεφτά υπάρχουν». Επίσης, το 2014 ο Σαμαράς πέτυχε να γυρίσει την οικονομία στην ανάπτυξη για να τη βυθίσει ξανά στην ύφεση ο Τσίπρας με το δίδυμο Βαρουφάκη-Τσακαλώτου. Αυτός που μοίρασε λεφτά πριν από εκλογές ήταν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μετά την πανωλεθρία του κόμματός του στις ευρωεκλογές έδωσε το Πάσχα του 2019 στους χαμηλοσυνταξιούχους το μέρισμα που κανονικά θα χορηγείτο τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους.
Ο Τσίπρας δεν έχει θέσεις για το αύριο διολισθαίνοντας στα δημαγωγικά επιχειρήματα του 2015 που αποδοκιμάστηκαν το 2019, ενώ ο Τσακαλώτος ενδιαφέρεται περισσότερο για τη φυσιογνωμία της Αριστεράς παρά για το πώς θα πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες κάλπες.
Τελικά, την καλύτερη ατάκα την είπε ο Νίκος Μπίστης, ο οποίος απαντώντας στον Τσακαλώτο τόνισε ότι «είναι σωστό να μη χάσουμε την ψυχή μας για να γίνουμε κυβέρνηση, αλλά δεν πρέπει να χάσουμε την κυβέρνηση ψάχνοντας την ψυχή μας».
Αδίκως ανησυχεί ο κ. Μπίστης. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να γίνει κυβέρνηση, οπότε και η ψυχή του κόμματος θα παραμείνει στη θέση της.